Είναι όλα πιο απόμακρα από όσο τα περίμενα,
πολύ πιο ξένα και αφιλόξενα.Οι νοσοκόμες μπαινοβγαίνουν για να φροντίσουν τους ασθενείς,
οι ασθενείς κάνουν πως θέλουν την φροντίδα τους,
η αρρώστια κάνει πως γιατρεύεται
και μετά πάμε όλοι σπίτι μας κάνοντας πως είμαστε καλά.Μα τα βαριά-και ασήκωτα- συναισθήματα όλων ξεχειλίζουν από το δωμάτιο.
Ο καθένας βαριανασαίνει για δικό του λόγο.
Ένας γιατί θέλει να ξαναδεί τα παιδιά του,
άλλος γιατί δεν έχει προλάβει να ταξιδέψει όσο επιθυμεί
και άλλος-εγώ-γιατί δεν έχει προλάβει να ζήσει όσο επιθυμεί.Τα συναισθήματα και τα παράπονα πολλά,
και το δωμάτιο ασφυκτικά μικρό για να μπορέσουν να συνυπάρξουν αρμονικά.~
Όσο περιμένω τον γιατρό να με ενημερώσει για τις εξετάσεις και την θεραπεία που πρέπει να ακολουθήσω, σκέφτομαι τις ψυχές αυτού του νοσοκομείου.
Ζωντανές και νεκρές.
Ψυχές που προσπάθησαν και πάλεψαν,
ψυχές μικρές,
ψυχές μεγάλες και αγανακτισμένες,
ψυχές με βάσανα μιας ολόκληρης ζωής,
άλλες με όνειρα απατηλά
κι άλλες με φτερά τσακισμένα.Είναι πραγματικά οδυνηρό να τα συλλογίζεται κανείς.
Γιατί εν τέλει είμαστε όλοι ψυχές με κάποιο όραμα και στόχο,
ή απλά βαστάμε γερά τα πολύχρωμα, παιδικά όνειρα καθώς ο δρόμος ξεπροβάλει τα εμπόδια
και νομίζουμε-οι αφελείς-πως είμαστε προστατευμένοι.Επικρατεί σιωπή.
Σιωπή στο δωμάτιο,
σιωπή και στο νου.Μόνο ο ήχος του ρολογιού υπενθυμίζει την πραγματικότητα καθώς τα λεπτά περνούν,
οι ασθενείς ονειρεύονται
και οι αρρώστιες γιατρεύονται.
YOU ARE READING
Λήθη.
Short StoryΞεκουράζομαι για λίγο. Ξεκουράζομαι για τα καλά. Ξεκουράζομαι για την ψυχή μου. Μην μιλάς, μην ζητάς, μην με πονάς. · · · · · · · · · · · · · · · · · · · · · · · · · · · · Πάλι εδώ, πάλι σκέψεις, πάλι άλλος ομιλεί. Ελπίδα, 17, ζητεί άσυλο ψυχής.