Κεφάλαιο 25ο

15 1 0
                                    

Ξύπνησα και είδα τον Δήμο δίπλα μου να με κοιτάει με αγωνία " Ευτυχώς είσαι καλά " μου είπε και είδα γύρω μου, ήμουν σε ένα δωμάτιο νοσοκομείου " Τι έγινε; " του λέω και πετάγομαι από το κρεβάτι " Είμασταν για καφέ όλοι μαζί και λιποθύμησες ο γιατρός είπε πως ήταν επειδή δεν έτρωγες τόσο καιρό, πάω να φωνάξω τους γονείς σου " μου είπε αφήνοντας το χέρι μου που το κρατούσε από όταν ξύπνησα και βγήκε από το δωμάτιο. " Μωρό μου " αναφώνησε η μαμά μου με το που μπήκε στο δωμάτιο " Σας το είπα ότι θα είναι μια χαρά αυτό το ξερό κεφάλι να μην είχε και θα ήταν καλύτερα " είπε ο Ορέστης κοροϊδευτικά και τον αγριοκοίταξα τότε μπήκε η Έλενα τρέχοντας και με αγκάλιασε ενώ από πίσω της ήρθαν ο Δήμος και η μητέρα του " Πόσο χαίρομαι που είσαι καλά " μου ψιθύρισε και όταν με άφησε της χαμογέλασα " Λογικά σε λίγο θα πάρεις εξιτήριο να φύγεις από εδώ " είπε ο Δήμος και όλοι τον κοίταξαν δολοφονικά " Μακάρι " του απάντησα ξεφυσώντας " Όπως και να έχει το σίγουρο είναι ότι θα αρχίσεις να τρως κανονικά για να μην ξαναέρθεις " είπε η μαμά μου και δεν μπορούσα να συμφωνήσω περισσότερο.

Το πρωί της επόμενης ημέρας ήμουν κιόλας στο ζεστό κρεβάτι μου. Σηκώθηκα έκανα ένα γρήγορο ντουζ και έβαλα το μαύρο στενό τζιν μου με ένα απλό ροζ πουλόβερ και κατέβηκα για πρωϊνό. " Καλημέρα " είπα στον Ορέστη που καθόταν μόνος του μέσα στην κουζίνα και κάθισα να φάω τα δημητριακά μου " Καλημέρα " ψέλλισε και συνέχισε να τρώει " Που πήγαν όλοι; " τον ρώτησα και φαινόταν πως δεν είχε διάθεση για κουβέντα " Δίπλα βοηθάνε να μαζέψουν τα πράγματα, σε λίγες μέρες φεύγουν το ξέχασες; " μου είπε και φυσικά δεν το ξέχασα απλώς δεν μπορώ να κάνω τίποτα ο Δήμος θα φύγει και ποιος ξέρει πότε θα το ξαναδώ. Σκέφτηκα να πάω δίπλα μιας και δεν είχα τίποτα ιδιαίτερο να κάνω. " Καλημέρα " μου είπε χαμογελαστή η μητέρα του Δήμου μόλις μου άνοιξε την πόρτα " Καλημέρα " απάντησα χαμογελαστή " Δανάη ήρθες; ωραία να βοηθήσεις και εσύ " είπε η Έλενα καθώς έβαζε κάτι κορνίζες σε μια κούτα " Ναι φυσικά " είπα σηκώνοντας τα μανίκια πριν προλάβει να πει τίποτα η κυρία Σταυρούλα. Ενώ τύλιγα τις κορνίζες με χαρτί για να μην σπάσουν πρόσεξα μια φωτογραφία του Δήμου με μια κοπέλα " Ποια είναι αυτή; " ρώτησα την Έλενα και αμέσως χαμογέλασε " Είναι η Άννα μια παιδική φίλη του Δήμου έμενε λίγα μέτρα πιο κάτω από εδώ και κάνανε πολύ παρέα οι δυο τους " μου είπε αλλά ήθελα να μάθω παραπάνω για αυτήν. Αφού τελειώσαμε ανέβηκα στο δωμάτιο του Δήμου και πριν προλάβω να χτυπήσω την πόρτα, άνοιξε " Δανάη; " είπε σαστισμένος " Γειά " του είπα χαμογελώντας αμήχανα " Ήρθα να βοηθήσω και είπα να ανέβω να σε δω " του είπα και αμέσως με τράβηξε μέσα κλείνοντας την πόρτα " Πας καλά παιδάκι μου τι έγινε; " τον ρώτησα και αμέσως με άρπαξε και με φίλησε τον έσπρωξα μακριά μου αμέσως και τον κοίταξα μπερδεμένη " Μα καλά τι κάνεις μου λες; πρώτα με φιλάς μετά δεν μου μιλάς έρχεσαι και μου λες πως φεύγεις και μετά πάλι με φιλάς; " του είπα αγανακτισμένη και με κοίταξε απορημένος " Νόμιζα... " είπε και αμέσως τον διέκοψα " Τι; Τι νόμιζες Δήμο; Ότι θα πέσω στην αγκαλιά σου και όλα θα είναι μια χαρά; Φεύγεις για πάντα από εδώ και εγώ δεν μπορώ να ζω με το φάντασμα σου ούτε να κάθομαι να σε περιμένω, το ξέρουμε και οι δύο πως δεν θα λειτουργήσει εξ αποστάσεως και προτιμώ να το τελειώσω πριν ακόμα αρχίσει γιατί δεν πας καλύτερα στην Αννούλα σου; " του φώναζα και στο άκουσμα του ονόματος τον είδα να σκοτεινιάζει και να γίνεται άλλος άνθρωπος " Μην την ξαναβάλεις στο στόμα σου δεν έχεις κανένα δικαίωμα να μιλάς για αυτήν δεν την ήξερες καν και απορώ και από που το άκουσες αυτό το όνομα " είπε νευριασμένα μάλλον χτύπησα φλέβα χωρίς να το καταλάβω μα καλά ποια είναι τέλος πάντων; " Ποια είναι; Αφού δεν την ξέρω όπως λες γιατί δεν μου λες εσύ για αυτήν; " του είπα σχεδόν ψιθυριστά εντάξει δεν ήθελα να τον ψαρέψω έτσι ακριβώς αλλά ελπίζω να πέτυχα τον σκοπό μου " Πάμε καλύτερα να σου δείξω και μετά να σου πω " μου είπε και άνοιξε την πόρτα για να φύγουμε.

Ο Φύλακας Άγγελός ΣουDonde viven las historias. Descúbrelo ahora