Λαίδη Έστερ της Σκωτίας(Πηγή: www.totalbeaty.com)
Σκωτία 1810
<<Πότε δεν θα παντρευτώ ένα τύραννο σαν αυτόν. Πατέρα σε ικετεύω μην το επιτρέψεις>>.
Ένιωθα εγκλωβισμένη και μόνη να παλεύω να τον μεταπείσω. Το μόνο που σκεφτόμουν είναι πως δεν πρόκειται να επιβιώσω, όλες οι φήμες τον περιγράφουν ως το τέρας με το παραμορφωμένο πρόσωπο, έτοιμο να κατασπαράξει όποιον βρεθεί στο δρόμο του.
<<Έγινε συμφωνία, πως αν χάσω στον πόλεμο, θα πάρει ως έπαθλο την κόρη μου. Είναι δούκας και το μόνο που θέλει είναι έναν γιο ώστε να κληρονομήσει τον τίτλο και την περιουσία του>>.
<<Και μετά; Θα με σκοτώσει>> είπα και κατέρρευσα στην καρέκλα.<<Μην γίνεσαι μελοδραματική Έστερ, χάρισε του ένα γιο και είμαι σίγουρος ότι θα σε αφήσει να φύγεις>>.
Απηυδισμένη και μόνο από τη σκέψη ένιωσα να φουντώνω από θυμό. Εκείνη τη στιγμή κατάλαβα πως μόνο εγώ μπορώ να προστατέψω τον εαυτό μου ενώ στο μυαλό μου στριφογύριζαν τρεις επιλογές:
Να ξεφύγω
Να τον σκοτώσω
Να αυτοκτονήσω
δεν θα γίνω ποτέ δική του.
<<Πολύ καλά σε αποχαιρετώ αγαπημένε μου πατέρα, πιστεύω πως είναι η τελευταία φορά που με βλέπεις>>.Προσπάθησα να συγκρατήσω τα δάκρυα μου και να διώξω το αίσθημα του φόβου.
Έρχεται κοντά μου, με φιλάει στο μάγουλο και με αγκαλιάζει.
<<Σου ζητώ συγνώμη ως πατέρας αλλά ως άρχοντας πρέπει να προστατέψω τη φατρία μας, με απείλησε πως αν συνέχιζα θα μας αφάνιζε όλους>>.
Να τον σκοτώσω και μετά να ξεφύγω. Ίσως αυτό να μας έσωζε όλους, όμως δεν μπορούσα να πάρω το τόξο μαζί μου διότι σίγουρα θα το ανακάλυπταν εκτός και αν το έκρυβα στο μπαούλο ανάμεσα στα εσώρουχα, αποκλείεται να έψαχναν κάτι τόσο προσωπικό. Το τέρας δεν πρέπει να ανακαλύψει ότι χειρίζομαι άριστα το τόξο.
Έτρεξα γρήγορα πίσω στο άδειο δωμάτιο μου για να το πάρω και τότε στάθηκα σε έναν παλιό καθρέφτη-το μοναδικό πράγμα που είχε απομείνει-αντίκρυσα κάποια άγνωστη να με κοιτάζει, ένα πρόσωπο οβάλ με εμφανή θλίψη να ζωγραφίζεται βαθιά μέσα στα πράσινα μάτια της και σαρκώδη χείλη να έχουν μετατραπεί σε μια λεπτή γραμμή, τα κόκκινα μακριά μαλλιά ατημέλητα ξέφευγαν από την πλεξούδα και το πράσινο φόρεμα τόνιζε την χλωμή επιδερμίδα της.
Το τόξο. Έψαξα γρήγορα το δωμάτιο αλλά δεν υπήρχε πουθενά. Άκουγα βήματα να πλησιάζουν και τότε ξαφνικά άνοιξε η πόρτα, δύο σκούρα μάτια καρφώθηκαν πάνω μου, με έκδηλο θυμό
<<Ποιος είσαι?>>ρώτησα με ψυχραιμία κρύβοντας το φόβο μου.
<<Όσο και να καθυστερείς δεν θα γλιτώσεις, το ξέρεις>> είπε χαιρέκακα και με άρπαξε απ'το χέρι.
<<Άφησε με, πως τολμάς να με αγγίζεις>>.Μέσα μου έβραζα από θυμό, κατέβηκα γρήγορα και μπήκα στην άμαξα. Προσπάθησα να δω τον πατέρα μου, όμως είχε εξαφανιστεί, ίσως να μην ήθελε να με δει.
Άραγε θα ξαναέβλεπα ποτέ το σπίτι μου, την χώρα μου?.
Εμφανίστηκε πάλι αυτός ο ιππότης.<<Ο Δούκας της Γιόρκ μου ανέθεσε να σας μεταφέρω το εξής μήνυμα:
Για όσο είσαι φρόνιμη και υπάκουη στο ταξίδι κάνεις απ' τους ανθρώπους σου δεν θα πεθάνει. Πλέον ανήκεις σε εμένα>>. Μου έκλεισε το μάτι και εξαφανίστηκε.
Το τέρας τολμά να με απειλεί, δεν θα τον παντρευτώ ποτέ, θα τον σκοτώσω. Ο θυμός μου φούντωνε ολοένα και περισσότερο.
ŞİMDİ OKUDUĞUN
Midnight Lovers
RomantizmΔυο εχθροί και μια ανεπιθύμητη συμφωνία γάμου. Σκωτία 1810 «Εκείνη τη στιγμή κατάλαβα πως μόνο εγώ μπορώ να προστατέψω τον εαυτό μου ενώ στο μυαλό μου στριφογύριζαν τρεις επιλογές: Να ξεφύγω Να τον σκοτώσω Να αυτοκτονήσω Δεν θα γίνω ποτέ δική το...