Η Λία είχε μείνει αγαλμα. Δεν μιλούσε. Είχε βουρκωσει τα μάτια και δεν έκανε τίποτα. Τίποτα απολύτως. Απλά κοιτούσε τον Χάρυ μέσα στα μάτια. Τον κοιτούσε με μάτια βουρκωμένα, μάτια στεναχώριας και απέραντης λείπεις. Άχνα δεν μπορούσε να βγάλει. Όπως ακριβώς και ο Χάρυ. Δεν μιλούσαν. Έμεινα εκεί ο ένας απέναντι στον άλλον να κουνιούνται χωρίς να λένε λέξη. << Συγ-Συγ-συγγνώμη >> είπε η Λία καθώς κάθησε απότομα στον καναπέ, έχωσε το κεφάλι της μέσα στις χουφτες της και ξέσπασε σε κλάματα, καυτα δακρυα τρέχανε από το μάγουλο της. Όσο πήγαινε και δυνάμωνε δεν μπορουσε να σταματήσει. << συγγνώμη δεν εννοούσα αυτά που είπα πριν. Απλά απλά ταραχτηκα μόνο και στην ιδέα ότι θα φύγεις μακριά μου. Ότι δεν θα είσαι δίπλα μου. Ότι δεν με έχεις στην αγκαλιά σου. Ότι δεν θα σε βλέπω. Ότι απλά δεν θα έχω την παρουσία σου στα μάτια μου. >> και συνέχισε να κλαιεί πιο πολύ από ότι πριν. Ο Χάρυ μαλακωσε στο άκουσμα των λέξεων της και κάθησε δίπλα της χωρίς δευτερη σκέψη. << και εγώ συγγνώμη που σου φώναξα >> της είπε μα τέρμα τα λόγια μόνο πράξεις πλέον. Την έπιασε από τα χέρια και την γύρισε προς την πλευρά του. Της κατέβασε τα χέρια κάτω στα πόδια του και με το ένα του χέρι της έπιασε το πηγούνι και της σήκωσε το κεφάλι πάνω ώστε να κουνιούνται στα μάτια. Της σκούπισε τα υγρά Μαγούλα της και έβαλε το προσωπο της στις χούφτες του << σ'αγαπάω Λία να το θυμάσαι. Όπου και να είμαι ότι και να γίνει >> μα δεν την άφησε να απάντηση την φίλησε παρορμητικά χωρίς να σταματάει. Την ξάπλωσε στον καναπέ και ξάπλωσε πάνω της συνεχίζοντας να την φιλάει παθιασμένα. Η γλώσσα του εισέβαλε στην δικιά της και ξεκίνησαν να κάνουν παιχνίδι. Όταν ο Χάρυ τραβήχτηκε ελαφρώς σε απόσταση αναπνοής της είπε << σε θέλω. Σ'αγαπάω όσο κανείς >> << και εγώ άγγελε μου και εγώ >> μα τον άρπαξε από το πρόσωπο και συνέχισε να τον φιλάει σαν να έφευγε αύριο. Τον ήθελε, τον ήθελε πολύ. Δεν άντεχε μακριά του. Δεν μπορούσε χωρίς αυτόν. Δεν μπορούσε να ζήσει χωρίς αυτόν. Τον αγαπούσε όσο κανένας άλλος. << θα κάτσεις απόψε μαζί μου? >> την ρώτησε σταματώντας λίγο το φίλη τους. << ναι θα μείνω >> του είπε χωρίς δεύτερη σκέψη. Αλλά αύριο ήταν τρίτη δεν την ένοιαζε καθόλου. Αρκεί να ήταν δίπλα του. Στην αγκαλιά του. Την πήρε αγκαλιά και την ανέβασε στην κρεβατοκάμαρα. Αφού την άφησε στο κρεβάτι της έδωσε μια μεγάλη και αερατη, κοντομανικη μπλούζα να βάλει για να κοιμηθεί άνετα. Αφού ξεντυθηκαν και οι δύο έβαλαν πιτζάμες και ξάπλωσαν. Ο Χάρυ την τράβηξε στην αγκαλιά του. Με το ένα χέρι έπιανε την πλάτη της και το άλλο το έμπλεξε με το δικό της χέρι. Συνέχισε να την φιλάει. Όταν σταμάτησαν μίλησαν για λίγο και γρήγορα τους πήρε αγκαλιά ο ύπνος.
Κάποιες φορές λένε τα μάτια που δεν βλέπονται γρήγορα λεισμονιουνται. Τώρα αυτό καταποσο ισχύει για αυτούς τους δύο ένας Θεός ξέρει. Ελπίζω να σας άρεσε:)