Έξω έβρεχε δυνατά. Αστραπές και βροντές Σχίζαν τον ουρανό καθώς έπεφταν στην γη. Η Λία και ο Τόνη ήταν αγκαλιά και κοιμόντουσαν. Ξαφνικά ξεκίνησε να χτυπάει το κινητό της Λία. Άνοιξε αργά τα μάτια και πήρε το κινητό που ήταν δίπλα στο κομοδίνο. Καθώς κοίταξε την οθόνη για να δει ποιος είναι, ένα περίεργο νούμερο εμφανίστηκε. Το σήκωσε με απορημένη φωνή << ναι? >> << ναι γειά σας >> ακούστηκε μια αντρική φωνή από την άλλη γραμμή και συνέχισε << είστε η δεσποινης Λία Κιστοουν? >> << ναι η ίδια >> είπε η Λία με απορημένη φωνή. << είμαι ο γιατρός Damon Claus και σας τηλέφωνο για να σας ειδοποιήσω πως οι γονείς σας είχαν ένα ατύχημα με το αμάξι >> << Τ-ΤΙ??? >> είπε η Λία με τρεμομενη φωνή. Δεν πίστευε στα αυτιά της. Οι γονείς της? Οι δικοί της γονείς? << ναι εμμ είχαν ένα ατύχημα και θα σας παρακαλούσα να έρθετε από εδώ να μιλήσουμε. >> << ναι φυσικά έρχομαι αμέσως >> << σας περιμένω >> << γειά σας >> <<γειά σας δεσποινης >> είπε και έκλεισε το κινητό. Τα παίξε η Λία. Δεν ήξερα τις της γινόταν. Σηκώθηκε αμέσως από το κρεβάτι ντύθηκε λέγοντας στον μικρό να κάτσει ήρεμα και ότι δεν θα αργήσει. Έφυγε. Έξω έβρεχε πολύ γι αυτό πήρε ταξί. Όταν έφτασε έξω από το νοσοκομείο πλήρωσε τον οδηγό και έφυγε τρέχοντας για να βρει τον γιατρό. << συγγνώμη μήπως μπορείτε να μου πείτε σε πιο γραφείο είναι ο γιατρός Claus? >> ρώτησε μια γραμματέα << ναι είναι στον τρίτο όροφο γράφει Α4 >> << Ευχαριστώ >> είπε και έφυγε με γρήγορο ρυθμό. Ανέβηκε με το ασανσέρ και έφτασε στο γραφείο. Χτύπησε τρις φορές και μπήκε μέσα << γειά σας γιατρέ >> << γειά σας είστε η δεσποινης Κιστοουν? >> << μάλιστα η ίδια. Παρακαλώ πείτε μου τι έγινε >> << οι γονείς δεσποινης έτρεχαν και επειδή είχε πολύ βροχή το αυτοκίνητο γλίστρησε και έκανε στροφές στον δρόμο με συμπέρασμα να βγει εκτός ελέγχου να χτυπήσει αλλά δύο αυτοκίνητα και να πέσει πάνω στα προστατευτικά του δρόμου και να συμπιεστη σαν σουστα που την πατάμε για να ενωθεί. >> η Λία βουρκωσε τα μάτια μη πιστεύοντας αυτά που ακούει. Δεν μπορούσε να το πιστέψει. << και τώρα? είναι καλά? >> είπε ανήσυχη. Ο γιατρός έριξε τα μάτια του προς τα κάτω και σταύρωσε τα χέρια του. Μετά την κοίταξε στα μάτια και συνέχισε << ναι όσο με αυτό δεσποινης μου λυπάμαι μα η συμπίεση που δέχτηκε το αμάξι ήταν δυνατή με συμπέρασμα να δημιουργηθούν πολλά τραύματα στους γονείς σας ....>> μα δεν πρόλαβε να ολοκλήρωση όταν η Λία είπε << ναι κα-κατάλαβα μην συ-συνεχίσετε >> είχε δακρύσει εντελώς, είχε γίνει κόκκινη, τα χείλια της έτρεμαν, οι παλάμες της είχαν ιδρώσει, τα πόδια της έτρεμαν και η φωνή της επίσης έτρεμε μα προσπάθησε να μην δείξει πως κλαίει. << μη- μήπως μπ-μπορώ να τους δω? >> και ο γιατρός έγνεψε θετικά σηκώθηκε και βγήκε από γραφείο του και η Λία τον ακολούθησε. Φτάσανε σε ένα άλλο δωμάτιο. Άνοιξε την πόρτα ο γιατρός και η Λία μπήκε μέσα. Καθώς είδε σε δύο κρεβάτια τους γονείς της να "κοιμούνται" ξέσπασε σε έντονα κλάματα χωρίς να την νοιάζει πλέον αν την βλέπουν ή όχι. Έπεσε πάνω στο κρύο και σκεπασμένο σώμα της μαμά της κλαίγοντας και είπε με όση δύναμη είχε πλέον << μαμα, μαμά ξυπνά σε παρακαλώ, μαμά μην με αφήνεις σε παρακαλώ, γυρνά πίσω, μην φύγεις, σε χρειαζομαι, τι θα κάνω? πως θα τα βγάλω πέρα μόνη μου? μαμά? Ξυπνά σε παρακαλώ. Μην με αφήνεις σε ικετευω. Σε χρειάζομαι μανούλα ξυπνά. >> και ταυτόχρονα της χαϊδεύε το παγωμένο μέτωπο μέχρι τα μαλλιά και επέστρεφε. Ο γιατρός την σήκωσε για να βγουν έξω μα αυτή αντιστάθηκε. Φίλησε την μαμά της απαλά στο μέτωπο και πήγε στον πατέρας όπου και φίλησε. Βγήκαν έξω μα η Λία δεν άντεξε και λιποθύμησε.
Ναι γίνομαι τραγική. Το ξέρω. Μα πρέπει να έχει και λίγο νόημα η ιστορία. Αν είναι όλα να πηγαίνουν ωραία και γαλήνια δεν λέει. Και συνεχίζουμε.