Αμέσως έτρεξε προς εμένα και με έβαλε στην αγκαλιά του. Ήταν κάτι που επιζητούσα πολλά χρόνια και τώρα πια καταλαβαίνω πόσο το χρειαζόμουν. Γιατί πραγματικά το χρειαζόμουν. Χρειαζόμουν εκείνον.
Και πλέον ξέρω ότι είναι καλά. Ξέρω ότι υπάρχει ελπίδα να ξαναγίνουμε όπως παλιά. Με αγαπάει και τώρα που το επιβεβαίωσα, τώρα είναι που δεν θα σταματήσω να προσπαθώ να μας βγάλω από εδώ μέσα. Τώρα είναι η στιγμή να παλέψω. Για εμένα, για τον Stephan, για τα κορίτσια, για όλους μας. Δεν θα τα παρατήσω.
Ο Manuel αυτό θέλει. Να μας χειραγωγήσει όλους. Να πέσουμε όλοι στην παγίδα του. Και τα κατάφερε με τον Stephan, με τα κορίτσια. Όχι όμως με εμένα. Εγώ δεν θα του κάνω αυτή τη χάρη.
Ο Stephan ήρθε να με σώσει, όπως προσευχήθηκα. Και η προσευχή μου εισακούστηκε. Αυτό σημαίνει πως όλα θα πάνε καλά. Το φως ξαναμπήκε στην ψυχή μου και πρέπει να παλέψω για να το κρατήσω αναμμένο.
«Είσαι καλά; Σε χτύπησε; Σου έκανε κακό;» με ρωτούσε κρατώντας το πρόσωπό μου με τα ματωμένα χέρια του.
«Είμαι καλά καρδιά μου. Τώρα που ήρθες είμαι καλά» απάντησα χαμογελώντας κι εκείνος με αγκάλιασε σφιχτά.
«Τρέξε Anthonette. Τρέξε τώρα που δεν είναι κανείς εδώ. Φύγε να σωθείς. Εγώ θα μείνω πίσω να τον καθυστερήσω. Τρέχα να φωνάξεις βοήθεια» προσπάθησε να μιλήσει όσο περισσότερο σιγανά μπορούσε.
Έγνεψα καταφατικά και σηκώθηκα. Άρχισα να τρέχω προς την έξοδο, όμως δεν πρόλαβα να φτάσω ούτε μέχρι την πόρτα. Ένας πυροβολισμός ακούστηκε και ένιωσα το σώμα μου να πέφτει ξανά στο έδαφος. Έπεσα μπρούμυτα και ένιωσα έναν πολύ δυνατό πόνο στο πόδι, μέχρι που κατάλαβα τι συνέβη και άρχισα να ουρλιάζω από τον πόνο.
Άκουσα τον Stephan να ουρλιάζει και να τρέχει προς το μέρος μου. Τα χέρια του με ταρακουνούσαν, όμως δεν μπορούσα να αντιδράσω, ούτε να του μιλήσω.
«Αγάπη μου κοίταξέ με, μη κλείσεις τα μάτια σου, θα σε πάμε στο νοσοκομείο, θα γίνεις καλά. Το υπόσχομαι μωρό μου. Μείνε μαζί μου» μου φώναζε ο Stephan αγχωμένος, όμως το μόνο που μπορούσα να κάνω ήταν να τον κοιτάζω. Κοιτούσα αυτά τα όμορφα μάτια που πάντα με έκαναν να χάνομαι στον δικό μου κόσμο. Πάντα με ηρεμούσαν με ένα βλέμμα. Όπως και τώρα. Και τώρα με ηρεμούν. Ο πόνος είναι δυνατός και δυναμώνει περισσότερο, όμως τα μάτια του με βοηθούν να τον καταπολεμήσω.
Κατάφερα να τον ακούσω αμυδρά να συζητάει έντονα με τον Manuel, ο οποίος ήρθε μετά από λίγα δευτερόλεπτα κοντά μου και με τρύπησε με μια σύριγγα.
VOCÊ ESTÁ LENDO
Suicide Game |✔ {Υπό Διόρθωση}
Ficção GeralCopyright ⓒ 2018 ~ Winner of WFFM awards 2018