Νυχτερινές συναντήσεις

196 20 4
                                    

Οι μέρες περνούσαν σχετικά γρήγορα και δεν είχα ξαναμιλήσει με τον Αγαμέμνωνα,οι συνάντησεις με τους συνεργάτες μας ήταν σε δύο μέρες και είχα αρχίσει να ανχώνωμαι.Είχα την αίσθηση οτί δεν θα τα πηγαίναμε πολύ καλά και φοβόμουν οτί αυτό θα επυρέαζε την εργασία μας.Μπορεί να βαριόμουν γενικά να προσέχω τα μαθήματα αλλά ήθελα να τελείωσω την σχολή με καλό βαθμό.

Σηκώθηκα από το κρεβάτι τρίβοντας τα μάτια μου.Αισθανόμουν πολύ κουρασμένη και ήθελα να κλείσω το ξυπνητήρι και να κοιμηθώ κίαλλο,για μια στιγμή μπήκα στον πειρασμό να το κάνω αλλά μόλις είδα την ώρα άλαξα γνώμη.Σε είκοσι λεπτά είχαμε μάθημα και δεν είχα καν ντυθεί.Με γρήγορες κινήσεις ντύθηκα και μέσα στα επόμενα λεπτά ήμουν έξω από την σχολή.

-Καλημέρα κοριτσάρε,μου είπε η Ελένη εισπράτοντας ένα μουρτωμένο βλέμμα.

-Τι σημβαίνει?Μην μου πείς οτί δεν έχεις δίαθεση,ρώτησε.

Η αλήθεια είναι οτί δεν είχα.Κάποιες φορές όταν σηκωνόμουν το πρωί είχα τρομερά κακή διάθεση.Της περισσότερες ήμουν πολύ ευδιάθετη ακόμα και αν είχα κοιμηθεί μολίς τρεις ώρες.Μου άρεσαν τα πρωινά γιατί ένιωθα οτι αξιοποιούσα την μέρα παρόλλο που νύσταζα.Βέβαια υπήρχαν κάποιες άλλες μέρες που απλά σκότωνα άνθρωπο.Και σήμερα ήταν μία από αυτές και είχα την επίγνωση οτί μπορούσα να γίνω πολύ εκνευριστική.

-Δεν έχω καθόλου διάθεση,απάντησα και η Ελένη γέλασε

-Πάμε  να πάρουμε καφέ τότε,απάντησε

της χαμογέλασα αμυδρά, ο καφές κάτι τέτοιες μέρες ήταν η μόνη σωτηρία.

.................................................................................................

-Κορίτσια πότε  είναι που γνωρίζουμε τους συνεργάτες μας?ρώτησε η Μαρία

-Καλά είσαι εντελλώς στον κόσμο σου?,είπα απότομα,αύριο

Στην συνέχεια και προτού απαντήσει συμπλήρωσα,-Συγγνώμη,ωεύρα ξύπνησα στραβά.

Η Μαρία μου χαμογέλασε και μου έκανε εντύπωση γιατί συνήθως μου απαντούσε παρόμοια.

-Δεν πειράζει,είπε χαμογελόντας γλυκα και αφήνοντας με να την κοιτάζω απορημένη.

Αυτό που είπε αμέσως μετά με έκανε να καταλάβω για ποίο λόγο χαμογελούσε

-Μέχρι το βράδυ θα σου έχουν περάσει σωστά?

-Τί είναι το βράδυ?Πετάχτηκε η Ελένη

-Έχει πάρτυ η σχολή,απάντησε η Μαρία

-Εγώ δεν μπορώ,είπε αμέσως η Ελένη,έχει γεννέθλια ο πατέρας μου και έχουμε τραπέζι και μετά θα είμαι πτώμα.

-Ναι,είπε η Μαρία,ούτε ο Τεό και η φίορα μπορούνε...

Το επόμενο το συμπλήρωσα μόνη μου-Προφανώς ούτε η Νίκη ειναι μέσα άρα...

Η Μαρία με κοίταξε με προσμωνή και γέλασα

-Και ο κλήρος πέφτει στην Βιολέττα,και ο κλήρος πέφτει στην Βιολέττα που ήταν α-α-αταξιδευτή οέοε

-Άκριβώς αυτό,είπε η Μαρία μόλις κατάφερε να σταματήσει να γελάει.

-Μόνο για λίγο όμως,της είπα και εκείνη έγνεψε καταφατικά.

........................................................................

Βρισκόμουν έξω από την σχολή και άκουγα την μουσικά μου ξεχυνόταν απο μέσα.Εξακολουθούσα να είμαι κουρασμένη και ήθελα να φύγω νωρίς.Είχα φορέσει ένα αέρινο άσπρο φορεματάκι με μία ζώνη και άσπρα ψηλοτάκουνα σανδάλια και είχα ήδη κερδίσει αρκετά βλέμματα.

Η Μαρία με τράβηξε μέσα ενθουσιασμένη και λίγα λεπτά αργότερα εξαφανίστηκε για να μας βρεί ένα ποτό.Η ώρα περνούσε και είχα αρχίσει να βαριέμαι είχα χορέψει με κάποιους συμφοιτητές μου και είχα πίει δύπ ποτήρια κάποιου είδους αλκολούχου ποτού.Δεν ήμουν σίγουρη τι ακριβώς ήταν αλλλά δεν σκόπευα να πίω άλλο.Δεν είχα ζαλιστεί αλλά αύριο είχα μάθημα και ο πονοκέφαλος ήταν κακή ιδέα.

Άρχισα να διασχίζω την αίθουσα για να πάω προς το μπάνιο και στην συνέχεια να πω στην Μαρία οτί θα φύγω.Κρατούσα ένα ποτήρι νερό και προσπαθούσα να διασχίσω το πλήθος με τους ανθρώπους που χόρευαν και έπιναν.Ξαφνικά ένιωσα κάποιον να πέφτει πάνω μου και το περιεχόμενο του ποτηριού μου βρέθηκε μπροστά και δυστηχώς πάνω σε έναν άνθρωπο.

Σήκωσα το κεφάλι μου να απολογηθώ και αμέσως το βλέμμα μου αιχμαλωτίστηκε από ένα ζευγάρι κίτρινα μάτια.Πώς ήταν δυνατόν κάποιος να έχει κίτρινα μάτια.

-Συγ-γνώ-μη,κατάφερα να πω ταρυλίζοντας νίωθοντας την ντροπή να με κατακλύζει.Ήλπιζα να μην με έβριζε γιατί πραγμάτικα δεν ήθελα να τσακωθώ με έναν άγνωστο.

Με κοίταξε για ένα λεπτό χωρίς να πει τίποτα.Το βλέμμα του ήταν έντονο και μου προκαλούσε τρέμουλο σε όλο το σώμα.

Όταν επιτέλους κουνήθηκε έσκυψε και μου είπε στο αυτί

-Πρόσεχε Βιολέττα-Θεοδώρα ποτέ δεν ξέρεις ποίος κυκλοφορεί μέσα στην νύχτα,

Και στην συνέχεια αφήνοντας με να αναρωτιέμαι πως ακριβώς ήξερε το όνομα μου,εξαφανίστηκε πριν προλάβω να κουνηθώ.

Άρωμα υάκινθουDonde viven las historias. Descúbrelo ahora