7. Πικρή και δύσκολη σαν φρέσκια κάππαρη η νύφη που θα πάρεις.

107 18 19
                                    

7. Πικρή και δύσκολη σαν φρέσκια κάππαρη η νύφη που θα πάρεις.

Ήταν πικρή και δύσκολη σαν την κάππαρη. Ο παππούς της σηκωνόταν από τις πέντε το πρωί και όταν ερχόταν να τη ξυπνήσει μύριζε ήδη το καυτό άρωμα του κόκκινου πιπεριού στο χαμόγελο του. Περπατούσαν μέσα από τα κλειστά παράθυρα και τις αμπαρωμένες ξύλινες πόρτες του χωριού μέσα στο σκοτάδι μέχρι να φτάσουν στο μικρό δασάκι λίγο πιο έξω. Εκεί ο ήλιος κρυβόταν κάτω από τις πέτρες, ντροπαλός, φοβούμενος μη ξυπνήσει όλα τα μυστικά του κόσμου. Το κορίτσι μπορούσε να καταλάβει τους φίλους της από το άρωμα που έφτανε στα ρουθούνια της, γλυκό και πικρό συνάμα για κανέλα, έντονο και απαλό το άγγιγμα από το μπουκουβο. Και λίγο πιο πάνω, λίγο πιο κρυφά, λίγο πιο σιωπηλό, το τραγούδι της πικρής κάππαρης. Πικρή στη γεύση της, αλλά ερωτευσιμη μόλις οι ακτίνες του ήλιου της δώσουν το βήμα να ανοιχτεί. Δύσκολη, γιατί για να την βρεις στην κατάλληλη στιγμή της έπρεπε να παλέψεις με δαίμονες της θέλησης να τη καταστρέψεις χωρίς να τη ξέρεις, για να την κόψεις και την κρατήσεις σφιχτά έπρεπε να προσπαθήσεις πριν μαραθεί το πράσινο της. Γλυκες οι νότες της λίγο πριν τον θάνατο, στο σημείο που βρίσκεται η κορυφή της ομορφιάς της, τη στιγμή που αρχίζουν να βγαίνουν τα άνθη. Όταν το δεις αυτό, την έχεις ήδη χάσει.

Η Σίσσυ είχε μόνο αυτούς τους φίλους. Μεγάλωσε μόνο με τον παππού, σε ένα χωριό της Βόρειας Ιταλίας και εκεί ένιωθε ασφάλεια. Μόνο για σπουδές αναγκάστηκε να κατέβει στη χώρα και επέλεξε κάποια πόλη κοντά στη θάλασσα για να τη καίει η αλμύρα, αλλά και κοντά στη φύση, να της θεραπεύει τις πληγές το αεράκι μέσα από τις φυλλωσιές. Ήταν ένας δύσκολος άνθρωπος που φίλους κρατούσε ακόμα πιο δύσκολα. Πιο πολύ νοιαζόταν να πετύχει το φύλλο του μοσχαριού πριν χάσει τη δυναμική του μυρωδιά παρά να ακολουθήσει τις φίλες της από τη σχολή σε μια γύρα από εξόδους για τη λήξη των σπουδών της.

Ήταν από αυτούς τους ανθρώπους που θα έχανες επαφή. Ήταν πικρή στις απαντήσεις της, δύσκολη στις σχέσεις της.

Η Σίσσυ είχε σύρει στο παζάρι της γειτονιάς την φίλη της, Νέλλα. Η μία γκρίνιαζε με το κιλό και η άλλη μετρούσε τις πιπερόριζες με τον ίδιο τρόπο. Η Σίσσυ είχε βάλει στο νου της να φτιάξει κάποιο υπέρτατο κέικ με τζίντζερ, κάτι με άρωμα ανατολής που όμως συνδυάζει το καλοκαίρι στην Ιταλική Ριβιέρα. Σιροπιασμένο με σιρόπι από κανέλα και πορτοκάλι και συνοδευόμενο με παγωτό βανίλιας και τριμμένο μπισκότο. 

Η συνταγή της δυστυχίας | ✓Where stories live. Discover now