39. Τι είναι η ευτυχία, Ορέστη;

283 15 6
                                    

Πρέπει να σας εξομολογηθώ ότι για να γράψω το κεφάλαιο αυτό, είδα βίντεο με κεραυνούς και καταιγίδες, διάρκειας πάνω από δέκα ωρών.

Όταν τελικά ανέβηκε στο διαμέρισμά του, η μπόρα είχε αρχίσει να δείχνει την απειλητική της διάθεση. Κατευθείαν, ξεφορτώθηκε τα φονικά εργαλεία και τα κλείδωσε στο συρτάρι του επίπλου εισόδου, με την ελπίδα να μην χρειαστεί να το ανοίξει σύντομα. Κινήθηκε στα τυφλά μέσα στο σκοτάδι κατά το άλλο υπνοδωμάτιο. Καταχώνιασε και τα ρούχα της οργάνωσης σε ένα συρτάρι, φόρεσε το παντελόνι μιας φόρμας και ένα φανελάκι. Βγαίνοντας στο χολ, σταμάτησε εμπρός στην κλειστή πόρτα. Μια παρόρμηση να μπει μέσα, να την ξυπνήσει, καταπνίγηκε.

Από τη νύχτα που έφερε τη Νιλ στο σπίτι, η σχέση τους ολοένα και πιο πολύπλοκη γινόταν. Εκείνη κλεινόταν τις περισσότερες ώρες στο δωμάτιο, διαβάζοντας συνεχώς τα βιβλία και τις σημειώσεις της. Ο ίδιος έφευγε νωρίς στη δουλειά για να ανοίξει το μαγαζί κι επέστρεφε το μεσημέρι, ασχολούνταν με τα οικονομικά της δικής του δουλειάς και με τις εκκρεμότητες του συνεργείου του πατέρα του. Έφευγε ξανά και επέστρεφε αργά το βράδυ. Έβρισκε πάντοτε φαγητό ζεστό, πιάτα πλυμένα, καθαρά σεντόνια διπλωμένα επάνω στον καναπέ και σιδερωμένα ρούχα. Οι κουβέντες που αντάλλασσαν ήταν ελάχιστες και αφορούσαν κυρίως τα ψώνια ή τη λειτουργία του πλυντηρίου. Με πικρία σκεφτόταν ότι ίσως έμοιαζαν με ζευγάρι παντρεμένο πενήντα χρόνια. Κι όμως, τα μάτια της έκαιγαν κάθε φορά που τον κοίταζε και του φανέρωναν περισσότερα απ' όσα εκείνη τολμούσε να παραδεχτεί.

Πήρε μια βαθιά ανάσα και έσυρε τα βήματά του αργά στο σαλόνι. Ο πρώτος κεραυνός τάραξε το σκοτάδι τη νύχτας. Ο τόπος τραντάχτηκε από τη βροντή που ακολούθησε. Με μηχανικές, κουρασμένες κινήσεις, άνοιξε τη μπαλκονόπορτα και την τηλεόραση. Κάθισε στον καναπέ, που είχε γίνει το μόνιμο κρεβάτι του εδώ και μέρες και διάβασε το χαρτί. Του ζητούσαν να παρουσιαστεί στην αστυνομική διεύθυνση της περιοχής του το επόμενο κιόλας πρωί. Θα μπορούσαν να τον συλλάβουν. Θα μπορούσαν να τον έχουν ήδη συλλάβει. Ήταν όμως σίγουρος πως η διαδικασία θα ήταν αργή και βασανιστική, ισάξια με τα πέντε χρόνια που προσέφερε τις «υπηρεσίες» του στην οργάνωση και στον αρχηγό, τυφλωμένος από το μίσος για τον άδικο χαμό του φίλου του. Δεν ήξερε τότε ότι τον Άλκη δεν τον έφαγαν οι ξένοι, αλλά οι ίδιες του οι πράξεις. Η κρυφή του ζωή, η ενασχόλησή του με τα ναρκωτικά.

Μια αστραπή φώτισε το πρόσωπό του, τα σκληράμ μα όμορφα χαρακτηριστικά. Δεν τον φόβιζε η φυλακή. Του άξιζε η τιμωρία ως ανταμοιβή για τις πράξεις του. Ίσως εν τέλει να τιμωρούνταν πιο αυστηρά και από τα μεγάλα στελέχη του κόμματος. Αυτοί είχαν τις άκρες τους στην πολιτική, στη δικαιοσύνη, στις επιχειρήσεις. Τα μέσα που άλλοτε τους αποθέωναν και τώρα τους κατακεραύνωναν, αργά ή γρήγορα θα τους ξεχνούσαν, θα τους αποφυλάκιζαν με συνοπτικές αθωωτικές διαδικασίες. Εκείνος όμως;

Μικρή ΒαλίτσαOnde histórias criam vida. Descubra agora