Πρώτη νύχτα

208 7 4
                                    

Ήταν δύο και μισή τα ξημερώματα, όταν το κλάμα της έσπασε την σιωπή της νύχτας. Ή μάλλον έσπασε για άλλη μία φορά τη σιωπή της νύχτας. Ήταν το πρώτο βράδυ που περνούσαν στο σπίτι τους. Οι τρεις τους. Μόλις το πρωί είχαν γυρίσει από το μαιευτήριο. Μάνα και κόρη ήταν υγιέστατες και ελεύθερες να αφήσουν το λευκό και αποστειρωμένο δωμάτιο που τις ένωσε για πρώτη φορά. Η Βασιλική είχε ταλαιπωρηθεί αρκετά κατά την διάρκεια της γέννας. Ο πόνος ήταν εξωπραγματικός και ένιωθε πως το σώμα της, που είχε αλλάξει εντελώς από την γέννηση του Νικηφόρου, οπότε και ήταν 20 χρόνια νεότερη, την πρόδιδε. Η αγάπη της όμως για το πλασματάκι που πάλευε ώρες ολόκληρες να έρθει στη ζωή ήταν πιο δυνατή. Φοβήθηκε, πόνεσε, φώναξε, έκλαψε αλλά στο τέλος της ημέρας μόνο η ευτυχία είχε θέση μέσα της. Τη στιγμή που άκουσε το πρώτο κλάμα της κόρης της όλα έσβησαν. Κατάκοπη αλλά χαμογελαστή έπεσε στην αγκαλιά του και ένιωθε την χαρά να την πλημμυρίζει. Ένιωθε και την δική του χαρά. Αν δεν τον είχε δίπλα της δεν θα τα είχε καταφέρει. Ήταν συνέχεια εκεί. Της κρατούσε το χέρι από την αρχή μέχρι το τέλος. Λεπτό δεν έφυγε. «Αγάπη μου μπορείς, το ξέρω ότι μπορείς. Έλα σε παρακαλώ σπρώξε λίγο ακόμα» της ψιθύριζε στο αυτί κάθε τόσο. Η παρουσία του, τα λόγια του, το βλέμμα του, η ανάσα του όλα τα ένιωθε γύρω της. Μέσα στη καρδιά της. Ήξερε πως κι εκείνος φοβόταν. Κι εκείνος πονούσε που την έβλεπε να κλαίει. Αλλά είχε βάλει σε δεύτερη θέση τα δικά του αισθήματα και την πρώτη θέση την είχε παραχωρήσει σε εκείνη. Πάντα την παραχώρησε σε εκείνη. Όταν όμως τα μάτια τους αντίκρισαν την κόρη τους γνώριζαν και οι δύο πολύ καλά ότι πλέον αυτήν ήταν το κέντρο του κόσμου τους. Όλη τους η ζωή ήταν τυλιγμένη με ένα ιατρικό πανί και κουνούσε αδιάκοπα τα χεράκια της σαν να μαχόταν με τον αέρα ενώ ακουμπούσε το στήθος της. Όλη τους η ζωή ήταν δύο γαλανά ματάκια που κοιτούσαν αποσβολωμένα και χαμένα γύρω τους, χωρίς να αντιλαμβάνονται τι συνέβαινε.

Οι μέρες που έμειναν στο μαιευτήριο πέρασαν σαν νερό. Σαν γλυκό νερό. Η μικρή ήταν λαλίστατη και από την πρώτη στιγμή τους έδωσε να καταλάβουν ότι θα τους έτρεχε πολύ. Ήταν γνήσια Σταματάκαινα όπως έλεγε και η Καλλιόπη. Η τελευταία πήρε μεγάλη χαρά με την ανακοίνωση της εγκυμοσύνης παρόλο που στην αρχή της ήρθε κάπως απότομο. Μέρα τη μέρα όμως μαλάκωσε και είδε στα μάτια της Βασιλικής την κόρη που δεν είχε. Όταν μάλιστα έμαθε ότι η Βασιλική περίμενε κορίτσι η χαρά της τριπλασιάστηκε. Τα τάπερ με τα διάφορα φαγητά που μαγείρευε για την νύφη και την εγγόνα της έπαιρναν κι έδιναν, με σπεσιαλιτέ τα καλτσούνια με σπανάκι, που αν κρίνει κάνεις από τις λιγούρες της Βασιλικής, μάλλον θα ήταν το αγαπημένο φαγητό της Ελπίδας. Με τις επισκέψεις λοιπόν των συγγενών και του Νικηφόρου , ο οποίος πάρα τις φοβίες της Βασιλικής λάτρεψε την αδερφή του από την πρώτη στιγμή που την είδε, η μέρα της επιστροφής έφτασε πολύ γρήγορα. Έτσι γύρισαν στο σπίτι όχι δύο όπως είχαν φύγει αλλά τρεις. Η καινούργια παρουσία σαν να φώτισε όλο το χώρο, γεμίζοντας την ατμόσφαιρα με την γλυκιά μυρωδιά του βρέφους που είχαν ήδη λατρέψει και οι δύο.

You've reached the end of published parts.

⏰ Last updated: Oct 17, 2022 ⏰

Add this story to your Library to get notified about new parts!

ΕλπίδαWhere stories live. Discover now