Κεφάλαιο 11°

128 7 0
                                    

Δεν κατάλαβα πότε μας πήρε ο ύπνος  και ξύπνησα στην αγκαλιά του σήκωσα το βλέμμα μου και κοιμόταν σαν μωράκι χαμογέλασα ελαφρά και βλέπω ότι έχει βραδιάσει. Ο να πάρει! Έντεκα κλείνουν την πόρτα της σχολής, κοιτάζω και είχε πάει δέκα και τέταρτο, σηκώθηκα γρήγορα πάνω και προσπαθούσα να βρω τα ρούχα μου. Είδα τον Οδυσσέα να τεντώνεται
-Γιατί βιάζεσαι; Που έχεις να πας;
-Στη σχολή ή πύλη κλείνει στις έντεκα!
-Ποια πύλη; Συγγνώμη κοιμάσαι στη σχολή σου; Τι είπαμε ότι σπουδάζεις;
Είπε προσπαθώντας να ξυπνήσει
-Είμαι στην σχολή Ευέλπιδών! Την έχω βάψει εάν κλείσουν οι πύλες και πρέπει να καλέσω και ταξί
Είπα πανικόβλητη, εκείνος είχε μείνει και με κοιτούσε
-Ευέλπιδών είπες;
-Ναι γιατί τόσο παράξενο σου φαίνεται;
Είπα και τώρα πλέον είχε κάτσει στον καναπέ και σκεφτόταν
-Ο να σου γαμησω… έχε χάρη
Είπε σιγανά και δεν κατάλαβα καλά τι ειπε αλλά δεν με ένοιαζε κιόλας γιατί έπρεπε να πάω στη σχολή  επιτέλους ετοιμάστηκα και καλέσω το τηλέφωνο να πάρω ταξί αλλά με διακόπτει και μου λέει
-Άσε το ταξί μην θυμώσω! Εγώ σε έφερα εγώ σε πάω εκεί που… είναι να πας
Είπε με μια παύση, με μια δόση απογοήτευση στη φωνή του, ναι δηλαδή τώρα ξενέρωσε με την σχολή μου;
-Ναι έλα πάμε γρήγορα όμως
-Μην ανησυχείς θα φτάσουμε εγκαίρως
Είπε και σηκώθηκε, ετοιμάστηκε πήρε το κράνος και φύγαμε. Στο δρόμο δεν μιλούσε κανένας μας, ξέρει που με πάει του είπα διεύθυνση;
-Ξέρεις που είναι αι η σχολή μου;
Του είπα μέσα από το κράνος
-Ναι γνωρίζω μικρή,  μην ανησυχείς
Στον δρόμο έτρεχε όχι ότι με πείραζε μου άρεσε η ταχύτητα
-Θέλεις να χαμηλώσω ταχύτητα;  Είσαι εντάξει;
-Χοιρινό μην χαμηλώσεις, μου αρέσει!
Του είπα και τον έσφιξα πιο δυνατά. Μετά από λίγο βρισκόμουν έξω από την σχολή, κατέβηκα από τη μηχανή έβγαλα το κράνος του το έδωσα και του είπα
-Σ’ ευχαριστώ που με έφερες
Δεν μου απάντησε μόνο με έπιασε από τη  μέση και με τράβηξε κοντά του και με φίλησε αργά και αισθησιακά
-Πέρασα πολύ όμορφα σήμερα Ελευθερία, να προσέχεις
Είπε και έβαλε μπρος τη μηχανή
-Και εσύ να προσέχεις Οδυσσέα
Είπα χαμογέλασε στραβά έβαλε το κράνος του και τον παράτησα να φεύγει. Ένιωθα ότι με αποχαιρέτησε για πάντα και στεναχωρήθηκα λίγο γιατί μου άρεσε πολύ, αλλά δεν πειράζει. Στο παρα πέντε πρόλαβα το κλείσιμο της πύλης.

από ΜΟΝΤΕΛΟ στο ΣΤΡΑΤΟ Where stories live. Discover now