Το κουτί

51 11 9
                                    

ΚΕΦΆΛΑΙΟ 4ο
Παρτ 3ο

Ήταν επικύνδυνο είναι η αλήθεια γιατί τα σκαλιά είχαν καεί και ήταν έτοιμα να πέσουν, ένα λάθος και θα μπορούσαμε να χτυπήσουμε. Αφού ανεβήκαμε την σκάλα είπαμε να μπούμε στο πρώτο δωμάτιο που είχαμε μπροστά μας. Ήταν του αδερφού της το θυμάμαι πολύ καλά δεν μπορούσα να κάνω λάθος αυτό το σπίτι ήταν και σαν δικό μου κάποτε αφού με είχαν σαν οικογένεια και η κυρία Ηρώ με είχε σαν παιδί της.
Ίριδα: Αυτό το δωμάτιο άνηκε στον αδερφό της. Εκείνος και ο πατέρας του δεν ήταν στο σπίτι εκείνο το βράδυ. Δεν ξέρω όμως τι απέγιναν μετά τον χαμό της Αγγελικής και της κυρίας Ηρώ, Ήμουν μικρή και οι γυναίκες στο ορφανοτροφείο δεν μου έλεγαν τίποτα.
Είπα και έσκυψα το κεφάλι έτοιμη για άλλη μια φορά να βάλω τα κλάματα. Όχι όμως σκέφτηκα δεν πρέπει να με πάρει πάλι από κάτω πρέπει να συνεχίσουμε να ψάχνουμε, είπα από μέσα μου. Σήκωσα το κεφάλι και άκουσα τον Αχιλλέα να μου λέει.
Αχιλλέας: Είσαι καλά Ίριδα;
Ίριδα: Ναι είμαι καλά.
Αχιλλέας: Μήπως θέλεις να σταματήσουμε; Σίγουρα είσαι καλά;

43

Ίριδα: Ναι Αχιλλέα είμαι πολύ καλά δεν θα το αφήσω να με πάρει για άλλη μια φορά από κάτω.
Αχιλλέας: Εντάξει.
Μου είπε και ξεκινήσαμε να ψάχνουμε ξανά.Είχα ξεκινήσει να κουράζομαι είναι η αλήθεια, ψάχνουμε σχεδόν δύο ώρες κι όμως δεν έχουμε βρει τίποτα, από ότι φαίνεται η αστυνομία τα είχε πάρει όλα από μέσα. Γύρισα να δω τον Αχιλλέα και να του πω να φύγουμε να έρθουμε πάλι αύριο που θα έχουμε καθαρό μυαλό, αλλά μόλις γύρισα τον είδα σκυμένο κάτω από το κρεβάτι οπότε πήγα και εγώ εκεί. Μετά από ένα λεπτό σηκώθηκε και κρατούσε ένα κουτί. Εκείνος το άνοιξε και το κοιτούσε σαν να ήξερε τι ήταν, σαν να ήξερε που θα βρει αυτό το κουτί. Όταν πήγα να το πιάσω για να δω και εγώ τι υπάρχει εκεί μέσα που τον κάνει να κοιτάει τόσο επίμονα εκείνος το έκλεισε γρήγορα και το έβαλε ξανά κάτω από το κρεβάτι. Τον κοίταξα όλο απορία και του είπα.
Ίριδα: Γιατί το έβαλες ξανά κάτω από το κρεβάτι τι είχε μέσα Αχιλλέα;

44

Αχιλλέας: Δεν είχε τίποτα Ίριδα. Ήταν άδειο.
Μου είπε και σηκώθηκε γρήγορα, γρήγορα από το κρεβάτι, με έπιασε από το χέρι και ξεκίνησε να με τραβάει προς τα έξω.
Αχιλλέας: Πάμε Ίριδα, κουράστηκα θα συνεχίσουμε κάποια άλλη μέρα.
Ήταν πολύ παράξενο όλο αυτό αλλά δεν είπα κάτι, το μόνο που έκανα ήταν να τον ακολουθήσω έξω από το σπίτι, όπου πήραμε την μηχανή και φύγαμε. Μετά από μερικά λεπτά φτάσαμε στο σπίτι μου οπότε κατέβηκα και του είπα.
Ίριδα: Θέλεις να έρθεις μαζί μου πάνω να κοιμηθούμε μαζί απόψε;
Αχιλλέας: Η αληθεία είναι πως λεω να πάω σπίτι μου σήμερα.
Χωρίς να πω κάτι άλλο του έδωσα ένα φιλί είπαμε καληνύχτα και γύρισα να ανέβω στο διαμέρισμα μου. Όσο ανέβαινα την σκάλα σκεφτόμουν αυτό που έγινε στο σπίτι της Αγγελικής, δεν μου βγάζεις από το μυαλό ότι κάτι είχε αυτό το κουτί μέσα, γιατί όμως να μου το κρύψει ποιός ήταν ο λόγος;

Το μονοπάτι της σιωπηςWhere stories live. Discover now