La profanation de la bête

1 0 0
                                    


  Σαν προσπαθώ να ξεφύγω το κτήνος καρτερά εκεί. Καρτερά μέσα στο μυαλό των προγενέστερων ζώων μας. Παραμονεύει μέσα στην απαλή σιγή και τις σκιές. Τρέφεται με τις σκιές ετούτες , με τον φόβο, που δημιουργεί. Με κρατούσε δέσμια των ίδιων μου φόβων, μέσα στο ίδιο μου το σώμα με κλείδωνε και μέσα στον ίδιο μου τον φόβο αποζητούσα να πάρω ανάσα. Ζούσα μονάχα για να τον τρέφω, να τον υπηρετώ, να τον ζω, να του δίνω έναν λόγο, να επιβιώνει. Εγώ τον έτρεφα μέσα από τα ίδια μου τα σπλάχνα. Έτσι κατέληγα να τον φροντίζω. Παραμελώντας την ίδια μου την ύπαρξη, δεν ζούσα, απλά επιβίωνα. Ήθελα να τον ημερέψω, αλλά έφερε επάνω του σημάδια και σύμβολα, που κανείς δεν θα μπορούσε να σβήσει.

   Τα χέρια του είναι γιομάτα με αίμα. Αίμα νέων γυναικών, που πήρε μαζί του, όταν τις βεβήλωσε, όταν τις αλλοίωνε, όταν τις κατέστρεφε αργά και βασανιστικά. Κατηγορώντας πάντα τα θύματα, στον βωμό του πόνου του και της θλίψης του. Όταν τις βίαζε, όταν τις ανάγκαζε, να πάρουν στις ίδιες τους τις ζωές . Όταν όλα ετούτα τελείωναν στα μάτια του χαράζονταν μια αίσθηση ειδεχθούς ικανοποίησης. Το στόμα του γέμιζε με ένα βίαιο χαμόγελο. Στα ματωμένα του χέρια πάντα υπήρχε ένα τσιγάρο σβησμένο και ένα μαχαίρι.

   Θυμάμαι, εκείνο το βράδυ, που αποφάσισα να δραπετεύσω, να τρέξω μακριά. ήταν η πρώτη φορά που ήρθα σε απόλυτη κατανόηση της κατάστασης μου, εκείνη την στιγμή συνειδητοποίησα την οριστική και αμετάκλητη αυτοκτονία μου, ή να το πω ορθά την αυτοκτονία του χαρακτήρα μου.

   Ήταν μια καυτή νύχτα εκείνου του αποκαλόκαιρου, όταν άφησα πίσω μου, εκείνο το κατεστραμμένο στρώμα, ετούτο το ερειπωμένο διαμέρισμα, που είχε θεά εκείνον τον λόφο, μέσα στην καρδιά της Αθήνας. Δεν υπήρχε πουθενά κανένα φως, οι δρόμοι ήταν άδειοι. Ακόμα και ετούτη η γαμημένη πόλη δεν συνείσφερε στην απόδραση μου. Ανασύρεται απ' την μνήμη η μυρωδιά του ιδρώτα μου, που έλουζε το λευκό μου φόρεμα και τα μαλλιά μου, να έχουν κολλήσει στο κρανίο μου. Οι παλάμες να είναι μουδιασμένες και η καρδιά μου αντηχούσε μέσα στα αυτιά μου, τόσο εκκωφαντικά, που νόμιζα, πως θα λιποθυμήσω.

   Το απόλυτο σκοτάδι τύλιγε με προσοχή κάθε μου ματωμένο βήμα, καθώς απ' τα πόδια μου και τα χέρια μου έτρεχαν σταγόνες απ’ το κατακόκκινο αίμα μου. Έτσι συνέχιζα να περπατώ μέσα στην νύχτα, στην απόλυτη σιγή της και να προσπαθώ να βγω το δρόμο της επιστροφής. Θυμάμαι να περπατάω για ώρες ολόκληρες μέσα στην καυτή άσφαλτο του δρόμου ανάμεσα στα σκουπίδια και στα αποτσίγαρα, ενώ στα χέρια μου να κρατώ το κλειδί του δικαίου σπιτιού. Το μόνο καταφυγίου μου.

You've reached the end of published parts.

⏰ Last updated: Aug 14, 2023 ⏰

Add this story to your Library to get notified about new parts!

La profanation de la bêteWhere stories live. Discover now