Οι βασιλικοί κήποι του αυτοκράτορα Μακρυγιάννη απλώνονταν στα πόδια μου όσο απολάμβανα το τσάι μου στη βεράντα σαν μια άλλη Μαρί Σαντάλ. Τα πουλάκια κελαηδούσαν, ο αέρας περνούσε μέσα από το φύλλωμα των δέντρων, ο ήλιος έριχνε τις ηλιαχτίδες του στο πορσελάνινο πρόσωπο μου, έσφιγγα τη κούπα με το τσάι στα χέρια μου.
Γαλήνη.«Δεν ήξερα ότι είσαι τόσο πρωινός τύπος.»
Η φωνή του Μακρυγιάννη διαπέρασε την αύρα ηρεμίας μου, οι οφθαλμοί μου άρχιζαν να τρεμοπαίζουν. Ζητώ πολλά η πρωταγωνίστρια; Λίγη ησυχία να πιω το τσάι μου.«Σου ξημέρωσε και η σημερινή μέρα, άντε τυχερέ.»
Η καλή διάθεση του Μακρυγιάννη πήγε περίπατο -τώρα είμαστε πάτσι- κάθισε απέναντι μου, η οικιακή βοηθός ήρθε κρατώντας έναν ασημένιο δίσκο με το πρωινό του. Έπιασε πάνω από το τραπέζι τη λευκή πετσέτα και την έβαλε πάνω από το παντελόνι του.
«Σε είδα από το παράθυρο που ήσουν εδώ και δεν μπόρεσα να αντισταθώ από το να μη σου κάνω παρέα.»
«Αν ξεκινάει έτσι η μέρα μου, φαντάζομαι τι θα ακολουθήσει μετά.»
«Πρέπει να με συνηθίζεις σιγά σιγά, αυτό που έγινε τη τελευταία φορά δεν θα επιτρέψω να ξανά γίνει.»
Άφησα το τσάι μου στο τραπέζι, οι αναμνήσεις από τη νύχτα μας στην Αθήνα πετάχτηκαν στο μυαλό μου σαν κακή ταινία. Είχα καταφέρει να τις θάψω καλά καλά και ο πορνόγερος με εκσκαφέα τις τράβηξε στην επιφάνεια.
«Δεν είμαι έτοιμη ακόμη.» απέφυγα να τον κοιτάξω.
«Θα πρέπει να είσαι.»
Τράβηξα τη καρέκλα μου προς τα πίσω επιδεικτικά, μπήκα στο σπίτι νευριασμένη ρίχνοντας κατάρες στον ερωτύλο. Ήξερα ότι δεν θα τα παρατούσε τόσο εύκολα και θα προσπαθούσε να με κουτουπωσει ξανά ίσως στην έδρα του ίσως σε κάποιο ξενοδοχείο πάλι, ίσως αυτό με αγχωνε παραπάνω ότι δεν ήξερα που θα μου επιτεθεί ξανά. Θα πρέπει να είμαι προετοιμασμενη, τα υπνωτικά χάπια δεν ήταν κακή ιδέα, και ένα κουζινομαχαιρο κάτω από το μαξιλάρι επισης δεν μου φαίνεται κακή ιδέα.
Το σατανικό μυαλό μου προσπαθούσε να συλλάβει το ιδανικό σχέδιο για να τον αποφύγω, χαμένη στις σκέψεις μου, ένιωσα να πέφτω πάνω σε μια φιγούρα, η οποία κρατούσε ένα πιάτο με φρέσκο ψημένα κρουασάν. Άνοιξαν τα ρουθούνια μου σαν δίκανο όταν η μυρωδιά τους πλημμύρισε το διάδρομο, ξερόγλειφα τα χείλη μου σαν ύαινα πάνω από το πιάτο.«Μου τα έδωσαν απο τη κουζίνα για να στα φέρω.» με το που άκουσα τη φωνή του Σέργιου σταυρωσα τα χέρια μου στο στήθος. Ξερόβηξα και τον κοίταξα αυστηρά.
«Δεν χρειαζόταν.» ύστερα από το παραλήρημα μου στην Αθήνα και τον Σεργιο να με μαζεύει σε κατασταση αμόκ, δεν είχα καμία διάθεση να τον ξανά αντικρίσω.
YOU ARE READING
Παραδώσου
RomanceΑν ήμουν χρονιά, θα ήμουν το 2020. Αν ήμουν ταινία, θα ήμουν το The Room. Αν η ζωή μου ήταν σήριαλ, θα ήταν μεταγλωττισμένο βραζιλιάνικο. Aν ήμουν σιρόπι, θα ήμουν για το βήχα. Αν ήμουν χάπι, θα ήμουν υπόθετο. Αν ήμουν ιστορία αγάπης, θα ήμουν αυτή...