Κεφάλαιο 24

75 7 70
                                        

Το σκοτάδι της βαθιάς νύχτας είχε σκεπάσει την μικρή παραθαλάσσια πρωτεύουσα του νησιού. Τα μισά φώτα είχαν σβήσει κι από παντού δεν άκουγες παρά ησυχία. Μόνο τα κοντινά σπίτια στην προκυμαία είχαν τον παφλασμό των κυμάτων να τους σπάει τη σιωπή. Κι όμως, ο Θησέας και η Μαργαρίτα περπατούσαν ακόμα ο ένας πλάι στον άλλον στους αμίλητους δρόμους, κάτω από τα λιγοστά θαμπά νυχτερινά φώτα που είχαν απομείνει ανοιχτά. Ένας χαρακτηριστικός για τις νύχτες του νησιού κρύος αέρας τους συνόδευε, παίζοντας σκανταλιάρικα ανάμεσα στα κοιμισμένα σπίτια. Τα κλειστά τους παραθυρόφυλλα έμοιαζαν με βλέφαρα που είχαν καλύψει τα μάτια περιμένοντας καρτερικά την επίσκεψη του ύπνου. Σε κάθε πέρασμα του αέρα, τα φύλλα των αειθαλών δέντρων ανασάλευαν απαλά, σαν να μην ήθελαν να τα βγάλει από τη γαλήνη τους όσο κι αν πάλευε να τα ξυπνήσει. Κάτω από ένα τέτοιο δέντρο, σε ένα παγκάκι φυτεμένο στη μέση του πουθενά, κάθισαν τελικά και τα δύο παιδιά, κάνοντας μια στάση από το μακρύ τους περπάτημα.

Η Μαργαρίτα τύλιξε το παλτό της γύρω της κι έβαλε τα χέρια της μέσα στις τσέπες του.
«Κρυώνεις;» τη ρώτησε ο Θησέας και, χωρίς να την προειδοποιήσει, πλησίασε πιο κοντά της και τύλιξε τα μπράτσα του γύρω της.
Η Μαργαρίτα ξαφνιάστηκε, μα την ίδια στιγμή ένα συναίσθημα διαφορετικό, καινούργιο και όμορφο την πλημμύρισε μέσα απ’ αυτήν την αγκαλιά. Ένα γλυκό, ζεστό μούδιασμα απλώθηκε για λίγο στο σώμα της. Σκέφτηκε πως θα ήθελε να μείνει εκεί για πάντα και έγειρε το κεφάλι της στο στήθος του, κλείνοντας για λίγο τα μάτια της. Μόλις όμως το ξανασκέφτηκε, τα άνοιξε βιαστικά και τραβήχτηκε.
«Είμαι...είμαι εντάξει τώρα» έκανε ντροπαλά νιώθοντας δύο κόκκινα λουλούδια να φυτρώνουν στα παγωμένα της μάγουλα. «Ευχαριστώ» πρόσθεσε κοιτώντας κάτω.
Ο Θησέας όμως ακούμπησε με τα δυο του δάχτυλα το σαγόνι της και ανασήκωσε το πρόσωπό της απαλά φέρνοντας τα μάτια της απέναντι στα δικά του. Της χαμογέλασε γλυκά.
«Μαργαρίτα» είπε, «δεν χρειάζεται να με ντρέπεσαι. Είμαστε φίλοι. Δεν έχει τίποτα κακό ή πονηρό μια αγκαλιά».

Έλεγε ψέματα, το ήξερε. Για εκείνον η αγκαλιά έκρυβε πολλά περισσότερα, όμως έπρεπε να κάνει υπομονή. Να την κερδίσει βήμα βήμα. Μια λάθος τακτική, μια βιαστική κίνηση και θα κατέληγε στην αγκαλιά κανενός νησιώτη που δεν θα της άξιζε.
Την είδε να χαμογελάει αμήχανα.
«Συγγνώμη» είπε, «απλώς...Έχει περάσει πολύ καιρός και έχουμε με
γαλώσει και αλλάξει και οι δύο. Δεν σ’ έχω συνηθίσει έτσι, Θησέα. Ούτε κι εσύ εμένα. Ίσως πρέπει να τα πάρουμε ξανά από την αρχή».
Την κοίταξε καθησυχαστικά.
«Έχουμε όλο τον χρόνο να το κάνουμε αφού γυρίσουμε πίσω» είπε, και βλέποντας το πρόσωπό της να συννεφιάζει μεμιάς έσμιξε κι εκείνος τα φρύδια του. «Θα έρθεις μαζί μου, έτσι δεν είναι;» ρώτησε. «Τόση ώρα το συζητούσαμε. Νόμιζα ότι καταλήξαμε, αλλά αν...»
«Η αλήθεια είναι ότι το σκέφτομαι ακόμα» παραδέχτηκε η Μαργαρίτα.

Μαργαρίτα #TDASG2024 #SCBC25Nơi câu chuyện tồn tại. Hãy khám phá bây giờ