ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3•

27 6 6
                                    

Έβελιν Ρ.

Οι υποθέσεις μου αποδέχθηκαν σωστές, βρίσκομαι εδώ γιατί πρόκειται σύντομα να παντρευτώ. Να παντρευτώ.Ήρθε η ώρα ο πατέρας μου να εφαρμόσει το σχέδιο του, να εκπληρώσω τον σκοπό μου ως κόρη του.

Δεν ξέρω πως να νιώσω, είναι όλα τόσα πολλά και δεν έχω χρόνο να επεξεργαστώ τίποτα γιατί ο χρόνος μου τελειώνει όταν καταφθάνω μπροστά από το επικριτικό βλέμμα του άντρα που με κρατά φυλακισμένη όλα αυτά τα χρόνια .

Καθόμουν μπροστά από το γραφείο του πατέρα μου μετά από δέκα λεπτά που έδωσε για να ετοιμαστώ για τους καλεσμένους, όταν μου ανακοίνωσε πως σήμερα δεν θα κοιμηθώ σε αυτό το σπίτι αλλά πλάι στον μελλοντικό αρραβωνιαστικό μου.

Το ανακοίνωσε σαν να είναι κάτι απόλυτα φυσιολογικό, λες και δεν με πληγώνει για ακόμη μια φορά, σαν να μου ανακοινώνει κάτι ασήμαντο και όχι κάτι που αφορά την υπόλοιπη ζωή μου.

Ο χρόνος σταμάτησε, ένιωσα πως προδίδω το σώμα μου την ψυχή μου όταν του απάντησα πως θα ήταν ευχαρίστηση μου.

Ίσως θα έπρεπε να νιώθω ανακούφιση που θα γλιτώσω από αυτόν όμως νιώθω σαν τα δεσμά να κλείνουν και άλλο γύρω από τα χέρια μου, σαν να με παγιδεύει περισσότερο. Δεν έχω ερωτευτεί ποτέ και η αγάπη για εμένα είναι πολύ σημαντική, το να ελέγχει αυτή την απόφαση για εμένα, να με δεσμεύει με έναν άντρα της επιλογής του είναι ένα άλλο είδος φυλάκισης...

Βρίσκομαι στο γραφείο του εδώ και είκοσι λεπτά περίπου και αισθάνομαι τους τοίχους να κλείνουν, ο ήχος των δεικτών του ρολογιού η μόνη απόδειξη πως ο χρόνος δεν έχει σταματήσει η μόνη συντροφιά που έχω καθώς νιώθω πως το μυαλό μου θα εκραγεί από τα ατελείωτα σενάρια που το κατακλύζουν.

Λίγα λεπτά αργότερα, ακούγεται ένας χτύπος στην πόρτα,προσφέροντας μου μια σωσίβια λέμβο στην άβυσσο των ίδιων μου των σκέψεων. Όμως όταν η πόρτα άνοιξε ξεπρόβαλαν δυο άντρες ψηλοί, ντυμένοι σε ακριβά κουστούμια μια πανοπλία για την αληθινή τους φύση καθώς σαν λιοντάρια η παρουσία τους διέταξε την δίκη μας, ένιωσα πως εξουσίασαν την ύπαρξη μας.

Η Κυρία Φίνι στέκονταν περήφανα όμως φαινόταν τόσο μικροσκοπική μπροστά τους, ένας ρίγος με διαπέρασε όταν ένας από δυο ψηλούς άντρες ένωσε το βλέμμα του με το δικό μου, δεν μπορούσα να σταματήσω να τον κοιτάζω. Ήταν λες και είχα κυριευθεί από μαγεία, σε κλάσματα του δευτερολέπτου μπήκαν μέσα και η κυρία Φίνι χωρίς να με κοιτάξει-κάτι που με έκανε να σφίξω τα δόντια- έκλεισε την πόρτα πίσω της αφήνοντας μας μόνους. Σαν να μου λέει πάλεψε.

Μικρή Αλεπού  Où les histoires vivent. Découvrez maintenant