Η ρωγμή

21 0 0
                                    

Ντρίν.! 

Ντρίν.! 

Ήτανε πάλι αυτός ο απαίσιος ήχος που τόσο πολύ μισούσα και σήμανε την έναρξη μίας ακόμα ημέρας, ήτανε ο ήχος του ξυπνητηριού που τόσες φορές στην φαντασία μου είχα σκεφτεί να δολοφονήσω.

 Ντρίν.! 

Ντρίν.!

 Δεν σταματούσε να χτυπάει! 

Ντριν! 

Ντριν!

 Ακόμα το άκουγα μα προσπαθούσα να ξεγελάσω αυτό και τον χρόνο ξεκλέβοντας δέκα λεπτά παραπάνω ύπνου,μάταια όμως γιατί το καταραμένο συνέχιζε να χτυπάει στην ίδια ένταση, βασανιστικά λες και βρισκόταν μέσα στο κεφάλι μου βιδωμένο.

 Ίσως να μην με πείραζε το πρωινό ξύπνημα,ίσως απλά να μην ήθελα να ξεκινήσω την μέρα μου πηγαίνοντας σε αυτην την απαίσια δουλειά με το ίδιο ψεύτικο χαμόγελο, βάζοντας χωρίς πείσμα και όρεξη μπροστά τον καρβουνιάρη. 

Καρβουνιάρης!

 Έτσι αποκαλούσα το αυτοκίνητο μου,ένα παλιό Τογιότα που με πήγαινε και με έφερνε καθημερινά μέσα στην πόλη, όπου βρισκόταν η εργασία μου και αγκομαχούσε σε κάθε διασταύρωση σαν να άφηνε κάθε φορά την τελευταία του πνοή. 

Ντρίν.!

 Ντρίν.!

 -Ξύπνα επιτέλους Πόλ!

 Ντρίν.! 

Ντρίν.!

 Ξύπνα ήρθε η ώρα, ακούστηκε μία διαπεραστική φωνή που έσκισε την επιθυμία μου για ύπνο στα δύο.

 Ήταν εκείνη. Ήταν εκείνη που θα έπρεπε να έχουνε γραφτεί όλα τα ποιήματα του κόσμου, αυτή που έδινε νόημα σε κάθε πνοή της μέρας μου, ήτανε η Λίντα μου. 

Πως θα μπορούσα διάολε να μην δίνω νόημα σε κάθε βήμα μου μέσα στην μέρα όταν αντικρίζω το χαμόγελο της και ακούω την γλυκιά φωνή της.

 Είναι ώρα Πολ, είναι ώρα να σηκωθείς μου αποκρίθηκε δίνοντας μου μια ελαφριά σπρωξιά στον ώμο μου. 

Δεν θέλω σκέφτηκα, μα η αλήθεια είναι ότι ήθελα όσο τίποτα άλλο να δω το χαμόγελο της και έτσι μάζεψα κουράγιο και με μια σπρωξιά σηκώθηκα από το κρεβάτι μου και ανοίγοντας τα μάτια μου αντίκρισα το μεγαλείο της ομορφιάς της Λίντα. 

Ο, Λίντα, τι θα έκανα χωρίς εσένα? της αποκρίθηκα και αυτή με περιπεκτικό ύφος μου απάντησε θα κοιμόσουν μέχρι αύριο Πόλ. 

Η ρωγμήWhere stories live. Discover now