•Chapter 4•

94 2 0
                                    

Καθόμουν στο κρεβάτι μου και ζωγράφιζα. Κάποιος θυμάμαι μου ειχε πει ότι το έκανα καλά.

Είχα μόλις βγει απ'το μπάνιο. Το στιλό που κρατούσα ανάμεσα στα ακροδάχτυλα μου είχε πάρει φωτιά, δεν μπορούσα να σταματήσω με τίποτα. Έφτιαχνα μάτια, πολλά μάτια και διάφορα άλλα σχέδια που δεν είχα ιδέα τι ήταν.

Άκουσα τότε ένα γλυκό κελάηδισμα, βλέποντας πάνω στο περβάζι του ανοιχτού παραθύρου να καθετε ένα κατάλευκο περιστεράκι. Χαμογέλασα.

Το κινητό μου τότε αρχησε να δονείται πάνω στο κομοδίνο, όπου με αργοσυρτα βήματα σηκώθηκα να δω ποιος ήταν. Ήταν η Νατάσα, είχαμε καιρό να τα πούμε!
" Τι κάνει το κορίτσι μου ;"
" Ζωγραφίζει", είπα, " εσύ ;"
" Εγώ δεν ξέρω να ζωγραφίζω, για αυτό είμαι έξω στο μπαλκόνι μου και πίνω καφέ!"
" Ενδιαφέρον!"
" Νομίζω θα είναι ακόμα πιο πολύ εάν ερεθεις να μου κάνεις παρέα!"
" Τωρα ;"
" Ναι"
" Εντάξει. Μισό να ρίξω κάτι επάνω μου και έρχομαι..."

Στέγνωσα στα γρήγορα τα μαλλια μου, φορεσα ενα τζίν και μια μπλούζα και στην συνέχεια βγήκα έξω και κατευθύνθηκα κάτω, στον 2ο όροφο.

Στον δρόμο έπεσα καταλάθος πάνω στον κύριο Μπλεντύρ, τον καλλιτέχνη της πολυκατοικίας. Ήταν Γάλλος. Μου είχε προτείνει μια φορά να με ζωγραφίσει γυμνή και εγώ είχα δεχτεί. Τον πίνακα του τον έχω κρεμάσει στο δωμάτιο μου. Κάθε φορά που τον αντικρίζω όταν ξυπνάω, τον ερωτεύομαι ακόμη πιο πολύ!
" Καλημέγα", μου χαμογέλασε
Ήταν φορτωμένος δύο πελώριες μπλε τσάντες με διάφορα σύνεργα ζωγραφικής. Μακάρι να είχα την ζωή του!
" Καλημέρα ", του ανταπέδωσα τότε το χαμόγελο, βλέποντας τον να χάνεται μέσ'τον ανελκυστήρα.

Χτύπησα την πόρτα της Νατάσας. Εκείνη μου άνοιξε ζωηρά, δίνοντας μου μια σφυχτη αγκαλιά.

Κάθησαμε έξω στο μπαλκόνι της, με θέα την Ακρόπολη να λούζεται στον πρωινό ήλιο.
" Συγνώμη που εξαφανίστηκα έτσι ξαφνικά...", μου είπε ανάβοντας ένα τσιγάρο
" Ίσως εγώ εξαφανίστηκα..." , είπα τότε
" Όπως και να ' χει, θέλω να ξερεις πως θα είμαι εδώ για εσένα ο,τι με χρειαστείς...", ακούσαμε ένα γάβγισμα και τότε ο Μπρούνο, το σκυλάκι της, ξεπρόβαλε μέσα απ'το σπίτι, " Μπρούνο κοιτα ποιος έχει έρθει !"

Ο Μπρούνο αμέσως ανέβηκε επάνω στα πόδια μου. Χαμογέλασα αρχίζοντας να το χαϊδεύω τρυφερά
" Μα τι κούκλος που είσαι !"
" Τα νεύρα μου σπάει!", είπε εκείνη τότε με αγανάκτηση, " δεν μπορώ να παω πουθενά αμέσως κλαίει σαν μωρό !"
" Σε αγαπάει"
" Ναι και ο Κώστας με αγαπούσε και που είναι τώρα ; Έχει εξαφανηστει δεν τον βρίσκω πουθενά !"
"Το ήξερες ότι κάποια στιγμή θα το έκανε..."
" Ίσως...", μουρμούρησε, ανάβοντας κι ένα ακόμη τσιγάρο, " έλα εδώ..."

Σηκώθηκα απ'την καρέκλα μου όπου κάθησα στην αγκαλιά της. Μύριζε πολύ όμορφα, κάτι σαν άγριο πεύκο. Μου έδωσε ένα απαλο φιλί στο μέτωπο και μου ψυθηρησε,
" Θα σε δω το βράδυ ; "
" Μάλλον όχι..."

Ο ήλιος έλαμπε ψηλά στον ουρανό σαν διαμάντι. Στο μυαλό μου έφερα τότε εκείνο το όμορφο αγόρι που ήταν εχθές στο γραφείο του Μπουράκ. Που να ήταν άραγε τώρα ; Τι να έκανε ;
" Θέλεις να σου φτιάξω να φας κάτι ;", με ρώτησε η Νατάσα τότε
" Όχι...σε ευχαριστώ..."
" Νίνα τρως τίποτα ;", η φωνή της τώρα υχησε αυστηρή στα αυτιά μου, λες και άκουγα την φωνή της μητέρας μου!
" Ναι..."
" Ψέματα λες !"
" Τρώω σου είπα..."
" Νίνα...το ξέρω ότι δεν τρως..."
" Πειράζει που μου αρέσει πιο πολύ να ζωγραφίζω ;"
" Ναι!"
" Κι όμως...εμένα δεν με πειράζει..."
" Νοιάζομαι για εσένα...κι ας μην είμαι πάντα δίπλα σου...", μου είπε τότε, όπου γυρησα το κεφάλι μου και την κοίταξα.

Ένιωσα ένα δάκρυα να κυλά στο μάγουλο μου, συνειδητοποιώντας πως είχα μεγάλη ανάγκη να ακούσω κάτι τέτοιο...
"Το εκτιμώ...πολύ..."

Κοίταξα τα χείλη της, όμορφα και λαμπερά, με την μυρωδιά του καπνού να τα τυλίγει απ'άκρη σ'άκρη. Έσκυψα προς το μέρος της όπου την φίλησα, ίσα για να γευτώ αυτη την μυρωδιά που κάποιους τους ενοχλούσε. Ποτέ δεν με ενοχλούσε η Νατάσα.

Πλησίασα την εξώπορτα, όπου γυρησα με ένα χαμόγελο και την κοίταξα μέσ'τα γαλανά της μάτια
" Όταν ξαναέρθεις φέρε μου και κάνα σκίτσο σου!"
" Θα σου φέρω", της υποσχέθηκα.

Total EclipseTempat cerita menjadi hidup. Temukan sekarang