Part 11

4 0 0
                                    

Ανεβήκαμε τις σκάλες τρέχοντας και μπήκαμε στο δωματιο μου. Ο Μαικλ φαινόταν πολύ ταραγμένος

-' Μαικλ τι συμβαίνει; Ποιοι είναι όλοι αυτοι;' Τον ρώτησα ανήσυχη όμως εκείνος δεν μου έδινε και πολύ σημασία. Καθόταν μπροστά από το παράθυρο και κοιτούσε έξω

-' Μαικλ σου μιλαω'

Τότε μπήκε στο δωματιο ο πατέρας μου. Φαινόταν και αυτός πολύ αγχωμένος. Πήγε στον Μαικλ και κάτι του είπε. Μιλούσαν τόσο σιγά που δεν μπορούσα να καταλάβω τι λένε. Είδα τον Μαικλ να νευριάζει και να κάνει κάποιες περίεργες κινήσεις με τα χερια του λες και τσακώνονταν. Εγω είχα καθίσει στο κρεβάτι μου και απλά τους κοιτούσα. Ο Πιτερ ήρθε προς το μέρος μου

-' Κόρη μου θα πρέπει να μείνεις στο δωματιο σου. Κλείδωσε, μην βγεις και μην ανοίξεις σε κανέναν... Μαικλ σε περιμένω κατω' Είπε και έφυγε τρέχοντας. Ο Μαικλ ήρθε κοντά μου και με πήρε αγκαλιά

-' Συγνώμη αλλά πρέπει να φύγω. Θα στα εξηγήσω όλα όταν γυρίσω. Εσυ κανε οτι σου είπε ο πατέρας σου. Εντάξει;' Μου είπε στοργικά και εγω του αποκρίθηκα θετικά. Μου έδωσε ένα φιλι στο μέτωπο και έφυγε.

Κλείδωσα τη πόρτα και πήγα κατευθείαν στο παράθυρο μου. Τους έβλεπα ολους να τρέχουν προς τα έξω σαν ζώα έτοιμα να χυμιξουν στη μάχη. Τα πρόσωπα τους σκοτεινά και γεμάτα μίσος. Πως γίνεται μέσα σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα να έφτασε τόσος κόσμος στο σπίτι; Και τι ήταν αυτό που τους αναστάτωσε τόσο μα τόσο πολύ. Δεν ηθελα να φέρω αντιρρήσεις. Ούτε να κάνω ερωτήσεις. Έκανα ακριβώς αυτό που μου είπαν. Κλειδώθηκα στο δωματιο και έμεινα σιωπηλή με τις σκέψεις μου.

Το μυαλό μου είχε κολλήσει στον Μαικλ. Και αν κινδυνεύει; Δεν θα το άντεχα αν πάθαινε κάτι. Αν είναι ακόμα μια επίθεση από τους εχθρούς του πατέρα μου; Δεν μπορούσα να ηρεμισω με τίποτα. Σκεπτόμενη τα λόγια της Μιριαμ πανικοβαλλόμουν ακομα περισσότερο. Τι εννοούσε εσείς οι άνθρωποι; Τι εμείς; Γιατί εκείνη τι είναι; Κάτι πολυ περίεργο συμβαίνει σε αυτή την οικογένεια. Τόσα ανεξήγητα γεγονότα. Τόσα ερωτηματικά.

Το μυαλό μου εκανε τόσο περίεργα σεναρια. Όχι δεν γίνεται να ισχύει κάτι τέτοιο. Άνθρωποι με μαγικες δυνάμεις δεν υπάρχουν. Σωστά; Όμως πως εξηγούνται όλα αυτά; Μενταγιον εμποτισμένο με βότανο το οποιο σκοτώνει; Εχθροί που θέλουν να μου κάνουν κακο για να πληγώσουν τον πατέρα μου; Ο Μαικλ που είναι πάντα στο μυαλό μου και ξέρει τι σκέφτομαι; Το δερμα όλων που είναι τόσο παγωμένο και ψυχρό

Προσπάθησα να θυμηθώ μια ανάμνηση από τον πατερα μου. Ήταν τότε. Στη παιδική χαρά της γειτονιάς. Είχαμε περάσει όλη την ημέρα μαζι. Βόλτα στη θάλασσα, παγωτο και μετά παιδική χαρά για παιχνίδι. Έλεγα πως αυτή ήταν η καλύτερη μέρα της ζωής μου. Ήταν ο μπαμπάς μου. Ακριβώς ίδιος όπως είναι και τώρα. Δεν έχει αλλάξει ούτε ψεγάδι στο πρόσωπο του. Σαν να μην πέρασε μια μέρα.

Είχα ακουσει ιστορίες για πλάσματα τα οποία δεν γερνούν ποτε. Πλάσματα της νύχτας. Γίνεται όμως ο μπαμπας μου να είναι ένα από αυτά;

Σηκώθηκα κατευθείαν και κατέβηκα στον κήπο. Ξέρω τους υποσχέθηκα να μείνω στο δωματιο μου. Επρεπε ομως να μάθω τι κρύβεται σε αυτή την αποθήκη. Ίσως αυτό να μου έλυνε κάποιες απορίες. Ίσως να έβρισκα στοιχεία για τη ταυτότητα του πατέρα μου και των υπολοίπων σε αυτό το σπίτι.

Βρέθηκα μπροστά από τη μεταλλική παλιά πόρτα. Προσπάθησα να την ανοίξω. Ήταν ακατόρθωτο. Πως γίνεται μια σάπια παλιά πόρτα να μην ανοίγει με τίποτα; Έσπρωχνα με όλη μου τη δυναμη ομως ήταν μάταιο. Κοίταξα γύρω μου και βρηκα ένα μεγάλο κούτσουρο. Ήταν πολύ βαρύ. Το πήρα και με φορα έπεσα πάνω στη πόρτα. Επιτέλους άνοιξε. Το πρώτο πράγμα που αντίκρισα ήταν κάποια σκαλιά τα οποία μάλλον οδηγούσαν σε κάποιο υπόγειο. Τα κατέβηκα διστακτικά. Ήταν αρκετά φρικιαστική σκηνή. Υπήρχε απόλυτο σκοτάδι. Η υγρασία δημιουργούσε μια πολύ δυσάρεστη μυρωδιά ενώ σταγόνες νερού έπεφταν από το ταβάνι.

Ανοιξα τον φακό του κινητού μου για να μπορω μα βλέπω καλύτερα. Έφτασα στο τέλος των σκαλοπατιών. Ήταν ένα τεράστιο δωματιο το οποίο ήταν παντελώς αδειο. Παρατήρησα καλύτερα και στο βάθος χωμένα σε μια γωνία εισα τρεις καταψύκτες. Πλησίασα κοντά τους. Είχαν λουκέτο. Έβγαλα το κοκαλάκι που φορούσα στα μαλλιά και προσπάθησα να το ξεκλειδώσω. Ευτυχως δεν ήταν δύσκολο. Έβγαλα το λουκέτο και ανοιξα τη πόρτα του καταψύκτη

Κρύος ιδρώτας έλουσε το κορμί μου με το θέαμα που αντίκρισα. Δεν μπορούσα να πιστεψω στα μάτια μου. Ο καταψύκτης ήταν γεμάτος με σακουλάκια με αίμα. Εκατοντάδες τέτοια σακουλάκια. Ανοιξα γρήγορα και τους άλλους δυο. Και εκείνοι είχαν το ίδιο περιεχόμενο. Τι στο καλο συμβαίνει; Γιατί κάποιος να έχει στο σπίτι του τόση ποσότητα αίματος; Και μαλιστα κρυμμένη σε ένα υπόγειο;

Τότε όλα έβγαλαν νόημα. Αυτό που το φτωχό μου μυαλό δεν δεχόταν να καταλάβει. Αυτά τα πλάσματα της νύχτας που τόσα είχα διαβασει όταν ήμουν μικρή, ήταν πλέον μπροστά μου. Ο μπαμπας μου, η Βερόνικα, η Μιριαμ, ο Τζοναθαν,  ο Χολαντ... ο Μαικλ... Ήταν αυτό που φοβούνταν ολοι. Ήταν Βρυκολακες

🥀🥀🥀🥀🥀🥀🥀🥀🥀🥀🥀🥀🥀🥀🥀🥀
Γεια σας αγαπημένα μουυυ τι κάνετε;

Πως σας φάνηκε το καινούργιο παρτ;

Ήταν λίγο μικρούλη όμως αν άνοιγα και νέο θέμα θα ξέφευγε πολύ

Πως πιστεύετε θα αντιδράσει η Αριάδνη τώρα που κατάλαβε τι πραγματικά είναι ο Μαικλ και ο πατέρας της;

Λαικ και φολλοου μέχρι το επόμενο

Φιλακιαα❤️

Bloody Ties Donde viven las historias. Descúbrelo ahora