Κοιμήθηκαν και πρωί πρωί σηκώθηκε ο Νικολέτος γιατί ήθελε να μαζέψει την ψησταριά,τα κάρβουνα κατά λάθος έκανε θόρυβο και ξύπνησε την Γιασεμή.
Κοιμήσου πάω να μαζέψω έξω.
Όχι τώρα ξύπνησα θα σηκωθώ.
Όπως αγαπάς.
Καφέ να σου φτιάξω.
Αν έχεις την καλή διάθεση.
Βεβαίως ελληνικό όπως παλιά σωστά.
Πολύ σωστά. Το ότι το θυμάσαι με ξεπερνάει.
Έτσι είναι άμα αγαπάς κάποιον δεν ξεχνάς τις παλιές καλές συνήθειες.
Πάω να σου φτιάξω καφέ.
Άντε τράβα να κάνω ένα μπάνιο και να ντυθώ.
Φτιάχνει τους καφέδες και βγαίνει έξω στην αυλή. Τρομάζει γιατί στον καναπέ καθόταν η μάνα του. Χύνεται ο καφές του. Γούρι γούρι του λέει η μάνα του.
Τι γούρι ρε μάνα και σκιάχτηκα.
Έλα μωρέ,φέρε τους καφέδες και πήγαινε φέρε τη σφουγγαρίστρα.
Είναι πίσω από το σπίτι.
Θα κάνω και τη νοικοκυρά.Τέλος πάντων έρχομαι.
Πηγαίνοντας στο πίσω μέρος του σπιτιού έκανε ησυχία γιατί το δωμάτιο των γονιών του ήταν εκεί και κοιμόταν ο πατέρας του. Σε εκείνη την πλευρά ήταν και το μπάνιο το οποίο είχε ένα παράθυρο η Γιασεμή το άνοιξε για να φεύγουν οι υδρατμοί. Παίρνει την σφουγγαρίστρα και με το που γυρίζει κοιτάζει στο παράθυρο μόλις είχε βγει η Γιασεμή και ντυνόταν.
Που είσαι ρε Νικολέτο φωνάζει η μάνα του έρχομαι φωνάζει και αυτός νευριασμένος.
Άντε παιδί μου που είσαι;
Έκανε μπάνιο η Γιασεμή και δεν ήθελα να κάνω φασαρία μη με πει και ματάκια.
Άντε σφουγγάρισε και άσε τα πολλά λόγια.
Σφουγγάρισε πήγε την σφουγγαρίστρα πίσω κι εκείνη τη στιγμή που μπήκε στην αυλή και βγήκε από το μπάνιο η Γιασεμή.
Καλημέρα κυρία Αγγελική.
Καλημέρα κορίτσι μου. Έκανες μπάνιο πρωί πρωί.
Ναι το συνηθίζω στην Αθήνα κάνω κάθε πρωί. Με ξυπνάει. Θα με ξυπνήσει καλύτερα όμως ο καφές που έφτιαξε ο φίλος μου.
Κοίταξε τον Νικολέτο και του χαμογέλασε.
Πότε θα έρθει ο αρραβωνιαστικός σου; Ρωτάει η μάνα του.
Σε λίγες μέρες είχε κάτι δουλειές να τελειώσει στην Αθήνα.
Τι δουλειά κάνει;
Ρεπόρτερ είναι,κάνει κάτι ρεπορτάζ για την τηλεόραση και γράφει και σε μια εφημερίδα δικιά του την ρεπορτάζ με ειδήσεις.
Μάλιστα καλή δουλειά ακούγεται.
Και είναι αφού τον ευχαριστεί εκείνον. Δε με πειράζει εμένα πρόσθεσε.
Αντε πιες τον καφέ σου.Μην κρυώσει τον έχω φτιάξει πόση ώρα.
Φτάνει και η ώρα να μαγειρέψουν και επειδή λάτρευαν ως παιδιά να μαγειρεύουν είπαν να το κάνουν και τώρα. Μετά από τόσο καιρό.
Τι έχει σήμερα το μενού παιδιά.
Μακαρόνια με κιμά πατέρα το αγαπημένο σου.
Σου φεξε.Του λέει η κυρά Αγγελική.
Η Γιασεμή και ο Νικολέτος τότε κοιτάχτηκαν και ο ένας στα μάτια του άλλου είδε το παιδικό παρελθόν τους. Θυμήθηκαν τότε που ο πατέρας του Νικολέτου πήρε δύο αλογάκια και για τους δύο. Ιππεύαν και άνοιγε η ψυχή τους. Φτάνει η ώρα του φαγητού και συζητάνε τα σχέδια της ημέρας.
Λοιπόν αφού μαγειρέψαμε έχει διάβασμα του αγαπημένου μας βιβλίου έστω και λίγους στίχους να διαβάσουμε. Οτι προλαβαίνουμε μέχρι το βράδυ. Ο Νικολέτος βιαζόταν γιατί φοβόταν ότι θα την έχανε πάλι.
Δε θα σε χαρώ και πολύ αλλά δεν πειράζει,μια νύχτα ακόμη με τον αγαπημένο μου φίλο.
Το απόγευμα γιατί δε πάτε στο χωράφι να υππεύσετε τα άλογα θα είναι έτοιμα ότι ώρα θέλετε. Πρότεινε ο κύριος Επαμεινώνδας λες και ήταν στο μυαλό των παιδιών.
Ναι πατέρα γιατί όχι ε τη λες Γιασεμή.
Ναι καλή ιδέα.
Ήρθε το απόγευμα και στο ηλιοβασίλεμα τα δύο παιδιά ιππεύαν πάνω στα άλογα τους στην Αστραπή η Γιασεμή και στον Πειρατή ο Νικολέτος. Πρώτος από το άλογο κατέβηκε ο Νικολέτος και βοήθησε την Γιασεμή να κατέβει από το άλογο. Την έπιασε από την μέση και όσο κατέβαινε το κορμί της Γιασεμής τόσο και τα πρόσωπά τους ερχόντουσαν κοντά. Όταν τα πρόσωπα έφτασαν στο ίδιο ύψος και τα δύο γαλανά μάτια της Γιασεμής κοιτάχτηκαν με τα δύο πράσινα μάτια του Νικολέτου τα χείλη τους δε μπόρεσαν να κρατηθούν μακριά το ένα από το άλλο. Το φιλί παθιασμένο όπως και τότε την τελευταία φορά όπου κοιτάχτηκαν και χάθηκε ο έρωτας τους. Η νύχτα περνάει με υπέροχα συναισθήματα και από τους δύο.Το πρωί βρήκε τα δύο παιδιά στον στάβλο. Το βράδυ η κυρά Αγγελική ξενύχτησε λόγω το ότι τους έπαιρνε και εκείνοι δε της απαντούσαν. Το πρωί η Γιασεμή κοίταξε το τηλέφωνό της και είδε πως είχε πολλές κλήσεις από την κυρά Αγγελική. Η ώρα επτά και ο Νικολέτος με τη Γιασεμή καταφθάνουν στο σπίτι του. Περνάνε την πόρτα η κυρά Αγγελική την ακούει και σηκώνεται από τον καναπέ.
Μα που είσαστε! Σας ψάχνω από εχθές το βράδυ.
Πω ρε μάνα άσε μας και εσύ ακόμα δεν έχουμε πιει καφέ.
Μην μου μιλάς εμένα έτσι,το κατάλαβες.
Ναι ναι κατάλαβα.
Ευτυχώς που εφησύχασα τον πατέρα σου αλλιώς, ήταν έτοιμος να βγει να σας βρει με το αναπηρικό.
Η Γιασεμή κοίταξε εκνευρισμένη τον Νικολέτο που μίλησε έτσι στην μητέρα του.
Συγνώμη κυρά Αγγελική απλά στραμπούληξα το πόδι μου και είπαμε να μείνουμε στο στάβλο. Και δε σηκώναμε τα τηλέφωνα γιατί είχαν κλείσει από μπαταρία.
Μάλιστα θα το δεχτώ γιατί σε είδα να κουτσαίνεις. Έλα να βάλουμε λίγο πάγο. Πέρναγε η ώρα. Στο τηλέφωνο της Γιασεμής χτύπησε ένα μήνυμα το οποίο διάβασε ο Νικολέτος και ζήλεψε.
Ο αντρούλης σου:
Έρχομαι αγάπη μου να με περιμένεις στο λιμάνι.
Γιασεμή φωνάζει ο Νικολέτος.
Τι είναι;
Ο αντρούλης σου είναι και λέει να τον βρεις στο λιμάνι γιατί έρχεται.
Η Γιασεμή κατα τρομαγμένη τρέχει κάνοντας την κουτσή.
Τι εννοείς Νικολέτο μίλησες μαζί του.
Όχι χτύπησε το τηλέφωνο σου και είδα ένα μήνυμα.
Ζηλεύεις Νικολέτο.
Όχι δεν ζηλεύω.
Αφού σε βλέπω λες ψέματα. Νικολέτο ήταν ένα λάθος και σταματάει εδώ ότι ξεκίνησε ανάμεσα μας. Έρχεται ο άντρας μου.Καλησπέρα σε όλους και σε όλες. Τι μου κάνετε; Ρε τι κάνει η ιππασία. Από ότι βλέπουμε τα δύο παιδιά ήρθαν πολύ κοντά ενώ ο άντρας της Γιασεμής έρχεται στο νησί. Είδαμε τον Νικολέτο να ζηλεύει αφού κάποιος του "κλέβει" τον πρώτο του έρωτα. Καλώς να μας έρθει και ο Τιμολέων. Αυτά ciao.😘👋

YOU ARE READING
Οινούσσες
RomanceΜια ιστορία αγάπης που διαδραματίζεται στο νησί της Χίου τις Οινούσσες! Τι μπορεί να συμβεί όταν ο πρωταγωνιστής του βιβλίου έρθει ξανά κοντά με τον πρώτο του έρωτα; Ο πρώτος έρωτας ανάμεσα σε δύο ανθρώπους μπορεί να μείνει ζωντανός;