Κεφάλαιο 13°

211 51 2
                                    

--Τι πρώτος , τι τελευταίος... Κανένας δε γλιτώνει..--

"Δε βάζεις και για μένα ένα καφέ; Τελικά ήταν ύπουλο το ποτό. Τι ήθελα και ήπια τόσο;" Ο Άξελ έπιασε το κεφάλι του και ο Τζόνι έβαλε δύο κούπες με καφέ

"Και για εμένα παρακαλώ!" Η χαρωπή φωνή του Καρίμ ακούστηκε πίσω τους και ο Άξελ στριφογυρισε το βλέμμα

"Ακόμα κοιμάται;" τον ρώτησε όταν ήταν ξεκάθαρο πια πως η Ελίζαμπεθ ήταν στο δωμάτιο του Καρίμ. Δεν ειχε προλάβει καν να το συζητήσει με τον Τζόνι αλλά η χαρά και μόνο στο πρόσωπο του αδερφού του, ήταν αρκετή.

"Ναι.. Και χθες όταν μπήκα μέσα κάναμε τρελό σεξ..." Τους κορόιδεψε αλλά όπως και ο Άξελ έτσι και εκείνος άρπαξε τη κούπα με το καφέ και κάθισε κοντά στο τζάκι "Κοιμόταν ήδη όταν μπήκα..." τους ενημέρωσε "Ανάθεμα αν ξέρει και με ποιον πέρασε τη βραδιά. Τη πείραξε το ποτό και κοιμόταν σαν πουλάκι. Βέβαια εγώ την αγκαλιά μου την έκανα και γενικά λούτρινο ολόκληρο την έκανα και κοιμήθηκα..."

"Καλά εντάξει αυτό έχει απίστευτη πλάκα" Παραδέχθηκε ο Άξελ. Έχω να βγάλω τρελό γέλιο μόλις σηκωθεί"

"Εγώ να δεις...! Αντί να με περιμένει να μου δώσει κανένα από εκείνα τα ωραία της φιλάκια εκείνη μόνο που δε ροχαλιζε" αστείευτηκε

"Ποιος ροχαλιζε;" Η Ελίζαμπεθ κατέβηκε τη σκάλα και βγάζοντας ένα χασμουρητό κούρασης, πήρε τη πρώτη κούπα που βρήκε μπροστά της, κάθισε και άρχισε να πίνει καφέ.

"Να υποθέσω θα βάλω άλλο για μένα..." ο Τζόνι κούνησε πέρα δώθε το κεφάλι και σέρβιρε εκ νέου καφέ στον εαυτό του.

"Πως πέρασες χθες;" τη ρώτησε ο Άξελ πονηρά

"Τι εννοείς;"

"Έλα τώρα... Μη κάνεις πως δε καταλαβαίνεις..."

"Εδώ καλά καλά δε ξέρω με ποιον κοιμήθηκα... Πας καλά; Άσε με πρωί πρωί..."

"Δε ξέρεις αλλά εγώ ξέρω... Έτρεμε όλο το βράδυ το κορμάκι σου στα χέρια μου..." ο καφές ξεχύθηκε μονομιάς μέσα από τα χείλη της και βρέθηκε στο πρόσωπο του.

"Ρε Ελίζαμπεθ!!" την αποκάλεσε με το όνομα της "Πλύθηκα πριν γαμωτο, δεν ήταν ανάγκη!" Παραπονέθηκε καθαρίζοντας τους καφέδες από το πρόσωπο του.

"Σόρρυ. Αλλά με αυτά που λες βγήκε αυθόρμητα..." Απάντησε  γελώντας "Λοιπόν; Ποιος ήταν ο τυχερουλης που έφαγε τις κλωτσιές μου; Γιατί σίγουρα κλωτσαω το βράδυ" Ρώτησε ατάραχη συνεχίζοντας το καφεδάκι της. Το γεγονός πως είχε αποκοιμηθεί ήταν για εκείνη λύτρωση. Βγήκε από τη δύσκολη να βρεθεί με κάποιον στο ίδιο κρεβάτι μετά τα χθεσινά. Όχι πως θα το απέφευγε αλλά σε κάθε περίπτωση, ήταν χαρούμενη.

The Lighthouse Donde viven las historias. Descúbrelo ahora