12. Εξηγήσεις

63 9 0
                                    

"Παιδιά, σηκωθείτε! Φεύγουμε!", είπε ο Μάρκος σε κάθε ζευγαράκι χωριστά.
"Τι έγινε, ρε παπάρα;", ρώτησε ο Κώστας.
"Ήρθε ο πατέρας μου".
"Και πού είναι το κακό;", ρώτησε αγουροξυπνημένος ο Κώστας.
"Δεν... δεν έχουμε χρόνο... πήγαινε να ξυπνήσεις και τους άλλους και μαζέψτε γρήγορα!", είπε βιαστικά ο Μάρκος κι έφυγε για να μαζέψει τα πράγματα του τρέχοντας.

"Ρε παιδιά, πού είναι ο Δημήτρης κι η Ειρήνη;", ρώτησε η Ελπίδα μόλις μαζεύτηκαν όλοι στο σαλόνι.
"Λείπουν και οι δύο;", ρώτησε ο Πέτρος. "Καλά, ρε ηλίθιε, δεν κατάλαβες ότι ο άλλος δεν έφυγε μαζί σου;", συνέχισε απευθυνόμενος στον Στέφανο.
"Ε συγγνώμη. Δεν είχα το μυαλό μου στον Δημήτρη".
"Προφανώς!", φώναξαν ο Μάρκος κι ο Πέτρος.
"Την Ειρήνη την ειδοποίησε κανένας;", ρώτησε η Δέσποινα κι όλοι κοιτάχτηκαν μεταξύ τους.
"Ρε μαλακα, δεν σου είπα να τους πεις και τους άλλους;", ρώτησε ο Μάρκος έξαλλος τον Κώστα.
"Πού να φανταστώ ότι δεν τους είπες όλους;", απάντησε προσβεβλημένα αυτός.
"Παιδιά, βουλώστε το λίγο. Σκέφτομαι", είπε η Μαρία κι όλοι γύρισαν να την κοιτάξουν έκπληκτοι καθώς η Μαρία δεν φώναζε ούτε μιλούσε απότομα ποτέ. "Α! Δημήτρη, ήρθες; Ωραία! Λοιπόν, θα μείνουν τα αδέρφια η έστω ένας από τους δυο τους κι οι άλλοι θα φύγουμε", συνέχισε απτόητη.
"Θα μείνω εγώ, εσείς φύγετε", ανακοίνωσε ο Κώστας. "Σας αφήνω υπεύθυνους", είπε στους υπόλοιπους 'άντρες' της παρέας και μπήκε  μέσα στα δωμάτια για να βρει την Ειρήνη όταν άκουσε ένα κλειδί στην πόρτα. Όλοι κοκκάλωσαν.
"Γρήγορα κρυφτείτε πίσω από κανέναν καναπέ", φώναξε ψιθυρίζοντας ο Μάρκος κι όλοι τον άκουσαν.

"Λοιπόν, Μυρτώ, πήγαινε στο δωμάτιό σου να ξαπλώσεις και το πρωί θα πάμε στο σπίτι".

"Ποιοι είναι αυτοί;", έκανε νόημα η Δέσποινα στον Πέτρο κι αυτός έκανε νόημα πως δεν είναι σίγουρος.
Μόλις οι δύο ξένοι πήγαν στα δωμάτια κάτω, οι φίλοι μας ετοιμάστηκαν να φύγουν.  Μάρκος τους έκανε νόημα να φύγουν ένας ένας κι αυτός έφυγε τελευταίος.
     ~*~*~*Εν τω μεταξύ~*~*~*
"Ειρηνάκι μου, ξυπνά", είπε ο Κώστας στην Ειρήνη χαμηλόφωνα και την κουνούσε λίγο στην πλάτη.
Η Ειρήνη άνοιξε τα μάτια της νυσταγμένα και χασμουρηθηκε. "Τι έγινε, Κώστα;".
"Τίποτα, βρε, απλά  πρέπει να φύγουμε", της απάντησε. Η κοπέλα τον κοίταξε απορημένη.
"Ειλικρινά, δεν ξέρω τον λόγο, ο Μάρκος μας είπε να φύγουμε", της εξήγησε χωρίς να ξέρει ούτε ο ίδιος τον λόγο.
   ~*~Λίγα λεπτά αργότερα*~*
"Κώστα, τι κάνεις; Η κοπέλα; Χωρισες με την Μαρία;"
"Γειά σας, κύριε Μιχάλη. Όχι όχι, με την Μαρία είμαστε μια χαρά. Απλά έφερα εδώ την Ειρήνη, απλή φίλη, γιατί περνούσε δύσκολες ώρες τώρα τελευταία κι η Μαρία με την Ελπίδα δεν μπορούσαν να έρθουν μαζί μας. Εσείς τι κάνετε εδώ;", απάντησε ο Κώστας κι η Ειρήνη είχε μείνει άφωνη.
"Λυπάμαι, κοπέλα μου", είπε ο κύριος Μιχάλης απευθυνόμενος στην Ειρήνη κι αυτή κούνησε καταφατικά το κεφάλι σε ένδειξη ευχαριστίας. "Εγώ πήγα να παρω την Μυρτώ κι επειδή ήταν αργά ήρθαμε εδώ. Λοιπόν, κοιμηθείτε και τα λέμε αύριο. Καληνύχτα! Χάρηκα για την γνωριμία, κοπέλα μου και εύχομαι να περάσει ότι σε βασανίζει", τους καληνυχτισε και τα παιδιά χαμογελασαν. Όταν ο άντρας έφυγε, η Ειρήνη γύρισε στον Κώστα και τον κοίταξε περιμένοντας εξηγήσεις.
"Τι με κοιτάς; Θα τα πούμε αύριο όλοι μαζί. Κοιμήσου τώρα".
"Καλααα", είπε και γύρισε πλευρό.
   ~*~*Το επόμενο πρωί~*~*~
"Καλημέρα!", είπε χαμογελαστός ο Κώστας στον κύριο Μιχάλη και την Μυρτώ. "Από εδώ η Ειρήνη", είπε κι έκανε πέρα για να φανεί η Ειρήνη.
"Γειά!", είπε η Ειρήνη ντροπαλά και η Μυρτώ σηκώθηκε να χαιρετήσει χαμογελαστή.
"Καλημέρα, είναι η Μυρτώ, αδερφή του Μάρκου και 'θετή' αδερφή του Κώστα και της Ελπίδας.  Αυτός εδώ ο φαγανος", είπε κι έδειξε τον πατέρα της "είναι ο μπαμπάς μου, Μιχάλης. Χάρηκα για την γνωριμία". Χαμογέλασε κι άπλωσε το χέρι της για να χαιρετήσει την Ειρήνη σωστά, ενώ η κοπέλα χαμογέλασε κι άπλωσε το χέρι της.
"Γειά! Είμαι η Ειρήνη, φίλη των παιδιών. Ε όχι και του Μάρκου, αλλά τέλος πάντων", απάντησε η Ειρήνη κι η Μυρτώ γέλασε.
"Δεν σε παρεξηγώ. Ούτε εγώ θα τον έκανα παρέα αν δεν ήταν αδερφός μου κι ήμουν υποχρεωμένη να τον ανέχομαι", είπε ευδιάθετα η Μυρτώ.
"Καθίστε, παιδιά, να φάτε. Μυρτώ, κάθισε να φας. Θυμάσαι τι μας είπαν πριν φύγουμε;", είπε ο κύριος Μιχάλης και μαλωσε την Μυρτώ που δεν έφαγε τίποτα όλη μέρα. Κι έτσι κάθισαν όλοι στο τραπέζι κι έφαγαν πρωινό. Η Μυρτώ έφαγε στο φρυγανιές μέλι με το ζόρι κι επέμενε ότι χόρτασε όταν ο κύριος Μιχάλης της έκανε επανειλημμένα παρατήρηση ότι έφαγε λίγο.

Για όλα φταίει η βροχή ✓Nơi câu chuyện tồn tại. Hãy khám phá bây giờ