ΠΟΡΤΛΑΝΤ, ΣΗΜΕΡΑ
"Τι ψόφος είναι αυτός!" αναφώνησα μπαίνοντας στη βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου. Μερικά κεφάλια γύρισαν να με κοιτάξουν, άλλοι μουρμούρισαν ενοχλημένοι, άλλοι έγνεψαν θετικά, άλλοι απλώς με κοίταξαν και έπειτα συνέχισαν το διάβασμα. Δάγκωσα τα χείλη μου κάπως ντροπιασμένη και ξεκούμπωσα το μπουφάν μου με κατεύθυνση προς την τρία χρόνια καλύτερή μου φίλη και συμφοιτήτρια. Άφησα το πανωφόρι μου στην κρεμάστρα πιο πέρα στον τοίχο και πέταξα την τσάντα μου στα πόδια του τραπεζιού, παίρνοντας τη θέση μου απέναντι από την Ιβέτ. "Έκανες πάλι αισθητή την παρουσία σου" σχολίασε χαμογελαστή και άνοιξε ένα βιβλίο αρχαίας ιστορίας που είχε μπροστά της, κάτω από ένα κόκκινο βερνίκι νυχιών. "Κουράστηκες να διαβάζεις πάλι βλέπω, ε;" έκανα ειρωνικά και την κοίταξα.
"Να χαρείς, σε περίμενα, νομίζεις μπορώ να κάνω μόνη μου την εργασία; Το ξέρεις ότι δεν γουστάρω την Αρχαία Αίγυπτο και τις μούμιες".
"Ευτυχώς που εγώ τα λατρεύω" της είπα και της έκλεισα το μάτι.Η Ιβέτ σπούδαζε μαζί με εμένα ιστορία στο Πανεπιστήμιο αν και δεν της άρεσε ιδιαίτερα. Εγώ πάλι, ήμουν πολύ ικανοποιημένη, αν και μερικές φορές δυσκολευόμουν να συγκρατήσω όλες τις πληροφορίες που λάμβανα. Ο καθηγητής της ιστορίας μας είχε αναθέσει από μια εργασία σε κάθε ομάδα, που αποτελούνταν από δύο ή και τρία άτομα και σε μένα έτυχε η Αρχαία Αίγυπτος. Λάτρευα τον πολιτισμό της Αιγύπτου και ήμουν σίγουρη πως αν η Ιβέτ ήταν λίγο πιο συνεργάσιμη, θα περνούσαν πιο ευχάριστα οι ώρες στη βιβλιοθήκη μας. Ίσως να μπορούσαμε ακόμα να πούμε πως περάσαμε καλά κάνοντας την εργασία.
"Λοιπόν, τον είδα τον πρόλογο που έγραψες, μερικά σημεία διόρθωσα μόνο. Κατά τα άλλα μπορούμε να τον χρησιμοποιήσουμε. Α, και Ιβέτ, δεν ήταν ο "Φαραός". Είναι ο "Φαραώ" της είπα γελώντας.
"Είδες, είμαι άσχετη! Χάθηκε καμία άλλη περίοδος;" γκρίνιαξε εκείνη.
"Μη μιλάς και συγκεντρώσου" της είπα." Έγραψα τα τρία πρώτα κεφάλαια με βάση τις σημειώσεις και των δυο μας και τα έφερα να τα δεις. Τα υπόλοιπα τρία θα τα κάνεις εσύ και δεν ακούω κουβέντα". Η Ιβέτ μου έβγαλε τη γλώσσα.
"Δικτάτορα" είπε από μέσα της.
"Δεν σε παίρνει, γλυκό μου, όσο εγώ έγραφα, εσύ ήσουν στο σπίτι του Γκάρι".
"Και μπορώ να σε διαβεβαιώσω πως δεν γράψαμε απολύτως τίποτα" σχολίασε με ένα πονηρό μειδίαμα στα χείλη.
"Ας μείνουμε εκεί" της είπα γελώντας.
Δουλέψαμε την εργασία ακόμα μία ώρα και κάτι, όταν άρχισα να νιώθω ένα έντονο αίσθημα πείνας. Η Ιβέτ, προκειμένου να φύγουμε από εκεί θα έτρωγε ακόμα και ποντίκια.
"Να κεράσω πίτσα;" τη ρώτησα καθώς μαζεύαμε τα πράγματά μας.
"Όχι, όχι, Λιζ, σε παρακαλώ! Κέρνα το χώρο. Η πίτσα μισή - μισή".
Έγνεψα θετικά και σηκώθηκα όρθια, περνώντας από τον γκισέ του βιβλιοθηκάριου. Έγνεψα, εκείνος μου χαμογέλασε και ακολουθούμενη από την φίλη μου κατευθύνθηκα προς το πάρκινγκ της σχολής.
"Γουστάρεις καμιά ταινιούλα;" ρώτησε η Ιβέτ καθώς σωριαζόταν στη θέση του συνοδηγού.
"Θα κατεβάσω τίποτα από το ίντερνετ μέχρι να έρθει η πίτσα" της είπα κι εκείνη μου άστραψε ένα χαμόγελο.
Η Ιβέτ είναι όμορφη. Κοκκινομάλλα, μπούκλες, πράσινα μάτια και μερικές φακίδες, γλυκό πρόσωπο που σε κάνει αμέσως να την εμπιστευτείς και ευχάριστη προσωπικότητα. Εγώ πάλι, είμαι το εντελώς αντίθετο. Μαύρα μαλλιά, γαλάζια μάτια και μόλις με δει κάποιος για πρώτη φορά - αυτό μου έχουν πει δηλαδή - είναι πως δείχνω πολύ αυστηρή, κάτι που δεν είμαι. Όποιος έχει την υπομονή να κάτσει και να με γνωρίσει, καταλαβαίνει γιατί αντιδρώ όπως αντιδρώ κάποιες φορές. Και η Ιβέτ αποδείχθηκε πολύ υπομονετικό άτομο. Ένας άλλος τομέας που διαφέρουμε με την Ιβέτ, είναι ο σωματότυπος. Εκείνη όταν έχει κέφια με φωνάζει Τζένιφερ Λόπεζ και μου τονίζει διαρκώς πως θα πρέπει να χαίρομαι που έχω καμπύλες και δεν είμαι ένα μάτσο κόκαλα με δέρμα "σαν τα ανορεκτικά μοντέλα που γεμίζουν τα περιοδικά". Θα προτιμούσα μερικές καμπύλες λιγότερες, για να είμαι ειλικρινής,παρόλο που όταν δεν είμαι στις μαύρες μου, θα έλεγα πως είμαι πλήρως ικανοποιημένη από τον εαυτό μου.
Πάρκαρα στον ιδιωτικό δρόμο του σπιτιού μου, βγήκα από το αμάξι και παρακολούθησα την Ιβέτ να πηγαίνει άνετα προς την βεράντα, έτοιμη να χτυπήσει την πόρτα, όταν με την άκρη του ματιού μου, έπιασα μια σκιά ανάμεσα στους θάμνους.
Όχι, ήταν στον δρόμο έξω από την αυλή μου, πίσω όμως από τους θάμνους.
Είχε ξανθά μαλλιά, από τέτοια απόσταση και μέσα στο σκοτάδι ήταν το μόνο που μπόρεσα να διακρίνω και ήταν ντυμένος στα μαύρα. Δεν μπορούσα να είμαι σίγουρη, αλλά είχα το ανήσυχο προαίσθημα πως μέχρι να χαθεί στο δίπλα στενό, το βλέμμα του ήταν καρφωμένο πάνω μου.
Παρά την όλη στιγμιαία ταραχή μου, έκανα τη σύνδεση στο κεφάλι μου. Δύο μέρες πριν, είχα σταματήσει σε ένα φανάρι με το αυτοκίνητο, απέναντι από την τοπική καφετέρια. Μέσα από το τζάμι είχα προσέξει μια μοναχική ξανθιά αντρική φιγούρα ντυμένη στα μαύρα, που έριξε το βλέμμα της πάνω μου την στιγμή ακριβώς που έβαζα μπρος γιατί το φανάρι είχε γίνει πράσινο.
Και τώρα ο ίδιος άνθρωπος ήταν στην αυλή μου.
Εντάξει, δεν είχα αποδείξεις για αυτό, δεν μπορούσα να είμαι σίγουρη, αλλά μου το έλεγε το ένστικτό μου. Και είχα μάθει να εμπιστεύομαι το ένστικτό μου.
Δεν είχα μιλήσει στην μητέρα μου γι' αυτό αν και ένιωθα πως έπρεπε να το κάνω. Η Ιβέτ δεν είχε ιδέα, φοβόμουν πως θα άρχιζε πάλι τα δικά της τα κατασκοπικά και με την τρέλα που είχε για τις αστυνομικές ιστορίες, φοβόμουν ότι θα έβγαζε τη μούρη μου στην τηλεόραση, σε καμία από αυτές τις εκπομπές που ερευνούν άλυτες υποθέσεις.
Μπήκα σπίτι μετά την Ιβέτ που είχε ήδη αφήσει το μπουφάν της στη κρεμάστρα και πήγαινε προς την κουζίνα, για να βρει την μητέρα μου να βάζει κάποια πράγματα στο ψυγείο, ντυμένη στην τρίχα. Την ακολούθησα, βγάζοντας το μπουφάν μου και μένοντας με ένα ροζ πουλόβερ. Ήταν δώρο της Ιβέτ και παρόλο που δεν ήταν στα χρώματά μου, το συγκεκριμένο μου άρεσε.
"Καλώς τις κούκλες!" μας χαιρέτησε η μητέρα μου κλείνοντας με τον γοφό της την πόρτα του ψυγείου. "Πού ήσασταν;"
"Βιβλιοθήκη" απάντησα. "Είχαμε μια εργασία".
Η Ιβέτ προσποιήθηκε ότι ξέρναγε πίσω από τον ώμο της και σωριάστηκε σε μια καρέκλα. "Δεν αντέχω άλλη ιστορία" γκρίνιαξε, ανοίγοντας ένα κουτί με μπισκότα.
"Σε λάθος τομέα σπουδάζεις" της είπα χαμογελαστή ψάχνοντας το τηλέφωνο της κοντινότερης πιτσαρίας σε ένα συρτάρι γεμάτο τηλεφωνικούς καταλόγους και σκόρπια χαρτάκια.
"Εγώ σας χαιρετώ" σχολίασε η μητέρα μου και έκανε να βγει από την κουζίνα.
"Πού θα πας;" της είπα. "Η ώρα είναι ήδη οκτώ".
"Λιζ, μερικές φορές νομίζω πως θυμάσαι καλύτερα τί συνέβη το 1940 παρά την προηγούμενη εβδομάδα" σχολίασε η μητέρα μου. "Σου ανέφερα πως ο Μάικλ με θέλει μαζί του σε μια παρουσίαση και πως θα έπρεπε να πάω. Δεν κάνει να αφήνω την δουλειά μου στη μέση".
"Μόνο εγώ νιώθω άβολα που αποκαλείς το αφεντικό σου Μάικλ, ή είστε και άλλοι;" ρώτησα παίρνοντας μια θέση δίπλα στο τηλέφωνο.
"Δεν είναι ώρα τώρα, Λιζ. Θα γυρίσω σε τρεις μέρες, εντάξει; Θα σε πάρω μόλις φτάσω στο Λος Άντζελες".
"Καλά" έγνεψα. Δεν ήμουν και ηλίθια. Παραήταν φανερό ότι ο Μάικλ δεν ήταν μόνο αφεντικό της. Αναρωτιόμουν πότε θα μου το έλεγε. Εντάξει, δεν είχα πρόβλημα, ειδικά αφού και ο μπαμπάς μου προχώρησε τη ζωή του μετά τον χωρισμό τους, αλλά μου φαινόταν κάπως. Η μητέρα μου έτριψε το δάχτυλό της στο σημείο που ήταν η βέρα της και πήγε προς την πόρτα.
"Να με πάρεις τηλέφωνο αν θελήσεις κάτι, εντάξει;"
"Εντάξει" της έγνεψα. Εκείνη μου χαμογέλασε και βγήκε από την πόρτα, δευτερόλεπτα πριν ακουστούν δύο κορναρίσματα. Ο Μάικλ ήρθε να την πάρει από το σπίτι.
"Μήπως γίνεσαι λίγο άδικη;" σχολίασε η Ιβέτ, πέφτοντας με τα μούτρα στα μπισκότα. "Θέλω να πω, η μαμά σου έχει κάθε δικαίωμα να βρει κάποιον να φτιάξει τη ζωή της".
"Δεν είπα το αντίθετο" απάντησα, αλλά ειλικρινά δεν ήθελα να το συζητήσω εκείνη τη στιγμή. "Φύλαξε χώρο για την πίτσα" της είπα κλείνοντας το προηγούμενο θέμα. Εκείνη δεν συνέχισε και πήρε χαμογελαστή ακόμα ένα μπισκότο πριν κλείσει το κουτί.
Η Ιβέτ ήθελε να δούμε και πάλι μια ταινία με βρικόλακες. Μου άρεσε, αλλά μαζί της μόνο την είχα δει τρεις φορές και ειλικρινά είχα όρεξη για κάτι περισσότερο... θρίλερ. Μόλις τελειώσαμε με την πίτσα και έβγαλα το DVD από το μηχάνημα, εκείνη άραξε στον καναπέ.
"Δεν θα ήταν τέλειο να υπήρχαν βρικόλακες;"
"Όχι;" έκανα ειρωνικά. "Αρκετά προβλήματα έχω με τα κουνούπια, Ιβέτ, φαντάζεσαι να είχαμε και βρικόλακες;"
"Πάντως, αν επρόκειτο για τον Έντουαρντ, θα τον άφηνα ευχαρίστως να με δαγκώσει. Μιλάμε ο τύπος είναι κούκλος! Τον έχεις δει;"
"Νομίζω ναι" απάντησα ειρωνικά, σηκώνοντας ένα φρύδι.
"Κόψε τη καζούρα... όταν βλέπουμε το Ημερολόγιο εγώ σε δουλεύω που λιώνεις μπροστά στην οθόνη; Όχι. Ξανασκέψου το αυτό" σχολίασε και σταύρωσε τα χέρια στο στήθος δήθεν θυμωμένη.
Κάθισα δίπλα της ανεβάζοντας τα πόδια στον καναπέ, τυλίγοντας την κουβέρτα γύρω από τους ώμους μου.
"Θα βρούμε ποτέ τον κατάλληλο;" την ρώτησα.
"Εγώ τον έχω βρει" σχολίασε εκείνη. Την κοίταξα γουρλώνοντας τα μάτια. "Είναι ξανθός, σωματώδης, κούκλος και ελαφρώς μεγαλύτερός μου. Είμαι η μέλλουσα γυναίκα του, αλλά δεν το ξέρει ακόμα. Το όνομά του είναι Μπραντ Πιτ".
Στριφογύρισα τα μάτια μου. "Κάποιον πιο προσιτό δεν έχει η λίστα; Τον Γκάρι, ας πούμε;"
"Μπα" έκανε εκείνη και καταπιάστηκε να κάνει τα μαλλιά της κοτσίδα. "Ο Γκάρι είναι... ας πούμε πως ακόμα δεν ξέρει τί στο καλό θέλει".
Καλά τα πήγαινε η παρέα μας. Αν δεν ήμουν αισιόδοξη, θα είχε αρχίσει να με πιάνει κατάθλιψη με το θέμα "έρωτας".
Η Ιβέτ έφυγε ύστερα από λίγο για το σπίτι της. Προσφέρθηκα να την πάω, αλλά δεν μένει και ιδιαίτερα μακριά από μένα, οπότε αρνήθηκε με την δικαιολογία ότι το κρύο θα της έκανε καλό στο δέρμα, οπότε θα περπατούσε. Την αποχαιρέτησα στην πόρτα, δίνοντας ραντεβού το επόμενο πρωί στη σχολή για ένα βαρβάτο τρίωρο ιστορίας και κλείδωσα. Ανέβηκα νωχελικά τις σκάλες προς το δωμάτιό μου και αφού απάντησα στο μήνυμα που μου είχε αφήσει η μητέρα μου ότι έφτασε στο Λος Άντζελες, πέταξα τα ρούχα μου και χώθηκα σε ένα ζευγάρι ζεστές πιτζάμες σε μωβ χρώμα. Πήγα στο παράθυρό μου για να μανταλώσω και να τραβήξω τις κουρτίνες, όταν το μάτι μου πήρε μια κίνηση στον κήπο, δίπλα από το δέντρο. Πριν προλάβω να ξανακοιτάξω για να σιγουρευτώ, η μορφή αυτή - για μαυροντυμένο άνθρωπο το έκοψα - είχε ήδη εξαφανιστεί, αφήνοντάς με μόνη, ταραγμένη και σε μια εξαιρετικά δυσοίωνη θέση.
Κάποιος είχε μπει στον κήπο μου. Να καλέσω την αστυνομία; Αν όμως δεν είχα δει καλά; Αν ήταν απλά κανένα ζώο, που μέσα στο σκοτάδι το πέρασα για άνθρωπο;
Και αν ήταν όντως άνθρωπος; Θεέ μου, αν ήταν εκείνος που είχα δει στο καφέ, εκείνος που περνούσε έξω από την αυλή μου όταν ήρθα με την Ιβέτ, τί θα έκανα;
Αποφάσισα πως ήμουν παρανοϊκή και έτσι κατέβηκα πάλι στο κάτω πάτωμα, βεβαιώθηκα ότι είχα κλείσει όλες τις πόρτες και τα παράθυρα και ενεργοποίησα τον συναγερμό. Κλειδώνοντας και την πόρτα του υπνοδωματίου μου έπεσα στο κρεβάτι και βυθίστηκα σε έναν ανήσυχο ύπνο μέχρι τις 6.30 το πρωί.
KAMU SEDANG MEMBACA
Wings
AcakΤα προβλήματα της Λιζ ξεκινούν από τότε που έχει την εντύπωση πως κάποιος την παρακολουθεί. Σαν να μην έφτανε αυτό, μία νέα γνωριμία έρχεται για να ταράξει την ήρεμη ζωή της. Ποιός είναι ο μυστηριώδης νέος; Γιατί αποκτά ξαφνικά θάρρος μαζί της; Έ...