κεφαλαιο 1

58 1 0
                                    

Ξύπνησε αλαφιασμενη.Προσπαθούσε να αντιληφθεί που βρισκόταν. Κοίταξε γύρω το μικρό δωμάτιο.. Ένοιωθε χαμένη. Μάζεψε τα πόδια τηs κοντά στο στήθοs τηs.. Χάιδεψε την κοιλιά τηs."θα τα καταφέρουμε στο υπόσχομαι ..."

Ιούνιοs 2003

Ήταν χαρούμενη.. Επιτέλουs πέντε χρόνια σπουδών έφτασαν στο τέλοs. Απολάμβανε τη φοιτητική ζωή αλλά δεν ήταν αρκετό. Ήθελε να βγει έξω στον κόσμο να αποδείξει την αξία της, να ξεφύγει από την κληρονομιά που τη βάραινε.

Ήθελε να χτίσει την καριέρα τηs στις δικεs τις δυνάμειs και όχι στο επίθετο τηs. "Νεφέλη Αγγελόπουλο".όταν συστηνόταν ήξερε την επόμενη ερώτηση. " κάποια συγγένεια με τη γνωστή οικογένεια;" Τιs πλείστεs φορέs έλεγα όχι απλή συνωνυμία.. Και γελαγα..Δεν ντρεπόμουν για την οικογένεια μου..καλα ίσωs για τη μητερα μου αλλά για διαφορετικούs λόγουs.

Ήταν τρομερά άβολο να βλέπω την αλλαγή στην συμπεριφορά των ανθρώπων όταν συνειδητοποιούσαν ότι είχαν μπροστά τουs την εγγονή του Νικήτα Αγγελοπουλου και κόρη του Πάρη Αγγελόπουλου. Ή μοναδική κληρονόμοs της αυτοκρατορίαs.

Κάποιεs φορέs ήθελα να είμαι η Νεφέλη.Απλά η Νεφέλη.

"Άντε κορίτσι μου τελείωνε που ταξιδευειs πάλι;"ρώτησε ή Σία ανοίγοντας την πόρτα." έρχομαι έρχομαι"απάντησα και σηκωθηκα αμέσως.

Με την Σία ηταν μαζί από παιδιά. Αχώριστες.από το νηπιαγωγείο μέχρι το πανεπιστήμιο. Πάντα μαζί στην ίδια τάξη Ή Νεφέλη δεν φανταζόταν τη ζωή της χωρίς τη Σια. Ήταν ή αδελφή που ποτέ δεν απέκτησε. Ή μητέρα της δεν ήθελε πολλά παιδιά. Ένα και αυτό από καθήκον και υποχρέωση να χαρίσει στο σύζυγο της τον πολυπόθητο κληρονόμο. Δεν έχανε την ευκαιρία να της το υπενθυμίζει. "Έχασα τα καλύτερα μου χρόνια μένοντας στο σπίτι να σε προσέχω" άσχετα αν αυτή που με μεγάλωνε ήταν ή νταντά μου θεός σχωρεση την εκεί που βρίσκεται.

"Ή πριγκίπισσα του μπαμπά. Από την στιγμή που γεννήθηκεs ή ζωή μου καταστράφηκε". Μόνο αυτά άκουγε από το στόμα της μητέρα της. Δεν θυμάται ποτέ να άκουσε τη λέξη σ'αγαπαω δεν θυμάται τη μαμα της να της λέει " ελα να σε παρω αγκαλία κοριτσάκι μου" Μισούσε τον εαυτό της που δεν ήταν αρκετά καλή για τη μαμα της. Προσπαθούσε να είναι ή καλύτερη σε όλα αλλά ποτέ δεν ήταν αρκετό.

"Γη καλεί Νεφέλη. Τι έχεις σήμερα πολύ χαμένη είσαι " λέει ή Σία και με επαναφέρει.

"Αμάν βρε Σία τίποτα δεν έχω. Σκέφτομαι το αύριο." λέω κρύβοντας βαθιά τα όσα είχα στο μυαλό μου.

"Τι σκέφτεσαι. Αύριο πρωί θα πας σε μια από τις επιχειρήσεις του μπαμπά θα καλοβολευτεις πίσω από ένα χλιδατο γραφείο και τέλος." μου λέει για να με τσιγκλισει.

"Καλά εσύ δεν τρωγεσαι ξέρεις ότι ποτέ δεν πρόκειται να συμβεί αυτό. Από αύριο είμαι ή Νεφέλη Αγγελόπουλου χωρίς οικογένεια".
" Ελα χαλάρωσε το ξέρεις ότι σε πειραζω. άντε πάμε να φύγουμε να βρούμε κάνα φόρεμα για τον αποψινο χορό γιατί μας βλέπω να πηγαίνουμε με το βρακι που φοράμε. φυσικά τα δικά σου ανύπαρκτα δαντελωτά εσώρουχα θα κάνουν θραύση κάτι που δεν μπορώ να πω για τα δικά μου." λέει και γελάει.

Της Σιας της άρεσε να με πειράζει για την τεράστια συλλογή εσωρούχων που έχω. Ένα φετίχ το οποίο απέκτησα μόλις ενηλικιώθηκα. Όταν αγόραζα τα μικροσκοπικά αυτά δαντελωτά εσώρουχα ενοιωθα ότι μεταμορφωνομουν. Λες και όλη ή δύναμη του κόσμου πήγαζε από τις μικρές δαντελωτες κυλοτες. Ενοιωθα έτοιμη να κατακτήσω τον κόσμο. Ίσως γιατί ήταν κάτι που το απολάμβανα μόνο εγώ. Ηταν το μυστικό μου..

"Άντε πάμε πολυλογου της λέω."

after youWhere stories live. Discover now