Κεφάλαιο 27ο

485 57 5
                                    


Ξύπνησα σε ένα δωμάτιο με μπεζ τοίχους, ξαπλωμένη σε ένα κρεβάτι με άσπρα σεντόνια. Κοιτάζω γύρω μου και δεν βλέπω κανένα. Σηκώνω λίγο το κεφαλάρι με το τηλεχειριστήριο που υπάρχει δίπλα από το κρεβάτι. Εκείνη την ώρα μια νοσοκόμα μπαίνει μέσα και μου χαμογελάει πλατιά.

«Πως νιώθεις;» με ρωτάει ευγενικά.

«Γιατί είμαι εδώ;» ρωτάω αμέσως.

«Λιποθύμησες και σ' έφερε εδώ ένας νεαρός... βασικά από τους πιο ωραίους τραγουδιστές του πλανήτη.» λέει χαμογελώντας δυνατά.

«Ποιος;» ρωτάω σηκώνοντας το φρύδι μου.

«Να περάσω;» ακούω την φωνή του Louis.

«Πως γίνεται να είσαι πάντα μπροστά μου;» λεω αγανακτισμένα και σηκώνω τα χέρια μου στον αέρα.

«Τύχη, μοίρα... πες το όπως θες.» μου χαμογελάει ενώ η νοσοκόμα βγαίνει από το δωμάτιο χαμογελώντας πονηρά.  Δεν είναι ώρα για τέτοια..

«Μάλιστα..» είναι το μόνο που λέω και σηκώνομαι να ντυθώ.

Με κοιτάζει καθώς αλλάζω μπροστά του. Άλλωστε δεν θα είναι η πρώτη φορά που θα με δει γυμνή. Νιώθω τα μάτια του να με καίνε, αλλά συγκεντρώνοντας όση περισσότερη δύναμη έχω αποφασίζω να μην γυρίσω το κεφάλι μου προς το μέρος του. Μόλις τελειώσω γυρίζω να τον κοιτάξω. Σταυρώνω τα χέρια μου και μένουμε σιωπηλοί. Κοιταζόμαστε κατάματα. Αχ αυτά τα γαλανά μάτια... βλέπουν μέσα σου, βαθιά στην καρδιά σου, στα πιο απόκρημνα μέρη της και προσπαθούν να τ' αγγίξουν. Μήπως πρέπει να του πω ευχαριστώ; Δεν ξερω...

«Δεν θα πεις τίποτα;» με ρωτάει.

«Πως με βρήκες;»

«Ξέχασες κάτι στο σπίτι και ήθελα να στο δώσω. Μου είπαν πως έφυγες και επειδή σε ξέρω καλύτερα απο τον καθένα πλέον, πήρα τον δρόμο που ήμουν σίγουρος πως θα ακολουθήσεις και σε βρήκα κάτω. Κάλεσα ασθενοφόρο τώρα είσαι εδώ.» λέει απλά.

«Δεν με ξέρεις τόσο όσο νομίζεις.» λεω αμέσως τσιτωμένα και περπατώ προς την έξοδο ώστε να φύγω, όμως το χερι του τυλίγεται σφιχτά γύρω από το μπράτσο μου.

«Μην είσαι και τόσο σίγουρη.» ψιθυρίζει στο αυτί μου και ανατριχιάζω.

Γυρίζω να τον κοιτάξω και τα μάτια του με μαγνητίζουν. Το χέρι του κατεβαίνοντας αργά - αργά χαϊδεύει το μπράτσο μου. Ανοίγω το στόμα μου να μιλήσω, όμως δεν κανένα ήχος δεν μπορεί να βγει. Δεν ξέρω τι να πω. Τα δάχτυλα του μπλέκονται με τα δικά μου. Κατεβάζω το κεφάλι μου και κοιτάζω τα χέρια μας. Γιατί το κάνει αυτό γαμώ; Μόλις σηκώσω το κεφάλι μου με τραβάει και τα χείλια μας ενώνονται.

Η λογική μου ουρλιάζει να τον απομακρύνω, όμως η καρδιά μου δεν της δίνει καμία σημασία. Αυτόν τον άνθρωπο τον θέλω, τον αγαπώ. Τυλίγω αμέσως τα χέρια μου γύρω από τον λαιμό του και ανταποδίδω. Ανοίγω ελαφρά το στόμα μου και εκείνος εισχωρεί την γλώσσα του ώστε να βρει την δική μου. Με σπρώχνει σιγά - σιγά και ακουμπάω τον κρύο τοίχο. Πηδάω και τυλίγω τα πόδια μου γύρω από την μέση του. Εκείνος χαϊδεύει τα μπούτια μου ενώ εγώ τον τραβάω περισσότερο κοντά μου, ώστε να μην υπάρχει καμία απόσταση μεταξύ μας. Αρκετό καιρό μείναμε μακριά.

Το φιλί γίνεται πιο παθιασμένο και μακρόχρονο. Δεν μπορώ να τον χορτάσω και δεν νομίζω να το κάνω ποτέ. Τον θέλω, αλλά ξέρω πως μετά από αυτό θα μείνουμε δυο απλοί γαμημένοι φίλοι και αυτό πονάει πολύ. Τα χέρια του ανεβαίνουν στους μηρούς μου και τους ζουμπάνε αχόρταγα. Μετά από λίγη ώρα απομακρυνόμαστε και ενώνουμε τα μέτωπά μας ανασαίνοντας βαριά. Οι ματιές μας συναντιούνται και κατεβαίνω από πάνω του.

«Συ... συγνώμη.» λέω και ξεροκαταπίνω.

«Δεν πειράζει. Εγώ σε φίλησα...» λέει και χαμογέλασα από αμηχανία.

«Loui εγώ...» δεν πρόλαβα να ολοκληρώσω όταν η νοσοκόμα μπαίνει μέσα. Γυρίζουμε ταυτόχρονα να την κοιτάξουμε.

«Εεμ συγνώμη, ήρθα να σου πω πως μπορείς να φύγεις.» λέει αμήχανα και φεύγει αμέσως.

«Καλύτερα να πηγαίνω.» λέει ο Louis.

«Ναι σωστά, σε περιμένει η Eleanor.» λεω ειρωνικά. Τον σπρώχνω από πάνω μου και πηγαίνω να πάρω την τσάντα μου.

«Adriana εγω...»

«Άστο Loui. Κατάλαβα! Τα λέμε!» τον διακόπτω απότομα και φεύγω γρήγορα, ώστε να μην κλάψω μπροστά του. Έχω και μια αξιοπρέπεια...

VOTE & COMMENT. THANK YOU:*

Management RelationshipDonde viven las historias. Descúbrelo ahora