ΚΕΦΑΛΑΙΟ vi.

45 8 0
                                    

Ο Louis γύρισε σπίτι και αποφάσισε να ακολουθήσει το παράδειγμα της Chloe και να κάνει τις δουλειές του σπιτιού. Μετά το τελευταίο διαζύγιο της μητέρας του τα πράγματα ήταν αρκετά δύσκολα για όλους, κυρίως όμως για εκείνη. Μπορεί να χαμογελούσε, αλλά εκείνος ήξερε πως ακόμα δεν ήταν τελείως καλά οπότε προσπαθούσε να βοηθήσει όπως μπορούσε; Κρατούσε τις αδερφές του ώστε η Jo να βγαίνει και να ξεσκάει, να πλύνει τα πιάτα ή να στρώσει τα κρεβάτια. Βέβαια τους τελευταίους τρεις μήνες που αναγκαστικά έπρεπε να φύγει για το πανεπιστήμιο, δεν ήταν εκεί και είχε τύψεις.

Σε γενικά πλαίσια, η ψυχολογία του Louis πήγαινε σταδιακά απ' το κακό στο χειρότερο. Ο έρωτάς του για την Chloe τον οδηγούσε στη μία λάθος απόφαση μετά την άλλη, κάνοντάς τον έναν τελείως διαφορετικό άνθρωπο απ' ό,τι ήταν στην πραγματικότητα. Το ότι δεν ήταν σπίτι για να βοηθήσει την οικογένειά του, τον έκανε να κλειστεί περισσότερο στον εαυτό του κι έτσι ουσιαστικά οι καινούργιες του γνωριμίες δεν ήταν παρά γνωστοί. Έβγαινε, φαινόταν να περνάει καλά, αλλά δεν μιλούσε για τον εαυτό του. Είχε καταλήξει στο ότι ήταν καλύτερα έτσι, χωρίς και ο ίδιος να ξέρει με απόλυτη σιγουριά το γιατί δεν μπορούσε να εμπιστευτεί κανέναν.

Βέβαια, όσοι τον γνώριζαν πίστευαν ότι ήταν ένας άνθρωπος μυστηριώδης, σκοτεινός που σπάνια χαμογελούσε ή μιλούσε για πάνω από πέντε λεπτά. Δεν απείχε πολύ απ' την πραγματικότητα, ή μάλλον δεν ήταν η σωστή πλευρά των γεγονότων. Όντως δεν χαμογελούσε, δεν ήθελε να ξέρει αν υπάρχει κάτι για να χαμογελάσει στο Λονδίνο απ' τη στιγμή που όλα του τα χαμόγελα τα είχε χαρίσει στην Οξφόρδη. Αν δεν διόρθωνε τα λάθη που είχε κάνει -αν τα κατάφερνε ποτέ- πώς θα μπορούσε να προχωρήσει? Επίσης, όντως δεν μιλούσε; Δεν είχε τι να πει. Να μιλήσει για τον καιρό, για την κοπέλα που κουνιόταν μπροστά του -που σίγουρα ή θα πήδαγε ή θα αγνοούσε, ανάλογα με τα κέφια του- ή για τα προβλήματα των ατόμων που για κάποιο λόγο του μιλούσαν. Αλλά ο ίδιος ήταν πεπεισμένος ότι δεν είχε κάτι να δείξει, κάτι να πει και το κυριότερο, κάποιον να εμπιστευτεί. Οπότε μάλλον ήταν ο σκοτεινός και μυστήριος τύπος στη γωνία του μπαρ.

Σκηνές απ' τις βραδιές του έξω στο Λονδίνο έπαιζαν στο μυαλό του με ιλλυγιώδη τατύχητα ενώ σκούπιζε το πάτωμα του δωματίου της μητέρας του. Ποτά, άγνωστοι, γνωστοί, άγνωστοι που έγιναν γνωστοί, γέλια μετά από μερικά ποτά, κοπέλες. Θεέ μου, πόσες κοπέλες. Στη μικρή του πόλη ήταν ταμπού το θέμα του σεξ, κάτι που κανείς δεν έκανε; Ο πληθυσμός αυξανόταν μαγικά. Πόσο μάλλον όταν το σ-ε-ξ γινόταν εκτός σοβαρής σχέσης. Η κατακραυγή και μόνο ήταν αρκετή για να τον απωθεί. Είχε βέβαια κάποια εμπειρία απ' την πρώτη του κοπέλα. Μια όμορφη κι έξυπνη κοπέλα που την έλεγαν Tea.

Black And Poisonous Touch L. T.Where stories live. Discover now