Η Επιστροφή

274 18 4
                                    

Αγγλία 2010

''Σε παρακαλώ mommy άφησε με να πάω σε παρακαλώ'' Την ικέτευα και δάκρυα κυλούσαν στο πρόσωπό μου.

'Όχι Λία..όχι δεν θέλω να πας. Δεν θέλω να επιβαρυνθεί η ψυχολογία σου . Όταν αναρρώσει η γιαγιά .. Τότε στο υπόσχομαι θα πας να την δεις ''. Μου απάντησε

''Μπορεί να είναι αργά. Μετά θα έχω τύψεις και τότε θα γίνω ακόμα πιο χάλια..Αυτό θες;;''

''Η συζήτηση τελείωσε '' Μου απάντησε . Από τον θυμό και τα κλάματα είχα κοκκινίσει ...δεν άλλαζε γνώμη με τίποτα.

''Να σου θυμίσω ότι η γυναίκα αυτή με μεγάλωσε όταν εσείς λείπατε ... μαζί της πέρασα την εφηβεία μου, τα χρόνια του Γυμνασίου ... τα πάντα. Με εσένα μόνο από το Skype μιλούσα και σε έβλεπα τρεις φορές το χρόνο'' . Της απάντησα και έτρεξα αμέσως στο δωμάτιό μου κλείνοντας πίσω μου την πόρτα με δύναμη. Έκατσα στο κρεβάτι μου και ζάρωσα τα πόδια μου. Κάθισα να κλάψω με την ησυχία μου. Δεν ήθελα να δω κανέναν. Ύστερα από δέκα λεπτά χτύπησε η πόρτα του δωματίου μου. Ήταν η μαμά μου. ''Θέλω να κάνουμε μία ήρεμη συζήτηση χωρίς κλάματα..μπορώ να μπω;''

''Αν είναι να συνεχίσει η ξεροκεφαλιά σου τότε μην κάνεις τον κόπο να μπεις. Σε παρακαλώ . '' Της είπα με ήρεμο τόνο.

Άνοιξε την πόρτα και ήρθε να κάτσει δίπλα μου.

''Όταν ήρθες εδώ στην Αγγλία πριν δύο μήνες τρόμαξα να σε γνωρίσω. Ο θάνατος της θείας σου της Ρένας σε έκανε χάλια..Θυμάσαι; Αναγκάστηκες να αλλάξεις σχολή και να έρθεις εδώ μαζί μου για να ξεχαστείς... και τώρα θες να γυρίσεις πίσω;'' Μου απάντησε .

' 'Τώρα δεν είναι καλά η γιαγιά μου μαμά. Μπορεί να μην αντέξει ..ειδικά τώρα μετά τον χαμό της κόρης της. Της λείπει η Ρένα. Ποιος γονιός αντέχει να πεθάνει το παιδί του; Θέλω να είμαι εκεί κοντά της... θα πάρει κουράγιο όταν με δει, με αγαπάει ...σε παρακαλώ άφησέ με. Να γυρίσω στην Άνδρο.''

''Είσαι τυχερή που έκλεισε η σχολή για διακοπές ... γιατί αλλιώς δεν θα πήγαινες .'' Μου είπε χαμογελώντας.

' 'Αλήθεια θα πάω; Σε ευχαριστώ σε ευχαριστώ πολύ'' Της είπα και την έσφιξα στην αγκαλιά μου.

''Σιγά παιδί μου... και ναι θα πας. Είσαι 18 και σε εμπιστεύομαι μικρή μου'. Όμως θα μου υποσχεθείς ότι δεν θα στενοχωριέσαι και ότι δεν θα εμπιστεύεσαι εύκολα την Ευγενία.''

Είχα πάρει μία χαρά και πετούσα στα πελάγη. Δύο μήνες πριν είχε πεθάνει μπροστά στα μάτια μου στο κρεβάτι του νοσοκομείου η καλύτερή μου φίλη. Η Ρένα η θεία μου. Η αδερφή του πατέρα μου η οποία με μεγάλωσε και με αγάπησε σαν να ήμουν δικό της παιδί. Η απώλειά της προκάλεσε ένα κενό μέσα μου. Με έκανε να αναρωτηθώ για την ίδια την ζωή. Για το άδικο. Πήρα αμέσως τηλέφωνο την πρώτη μου ξαδέρφη την Αλεξάνδρα να της πω να κλείσει ένα εισιτήριο και για εμένα για την απογευματινή πτήση. Θα πήγαινε έτσι και αλλιώς εκείνο το καλοκαίρι στην Άνδρο αφού έκλεισαν τα σχολεία και δεν δούλευε πια. Όταν έμαθε όμως ότι η γιαγιά μας ήταν άρρωστη ήθελε να πάει νωρίτερα στο νησί. Είναι 28 χρονών και καθηγήτρια γαλλικής φιλολογίας. Είναι η κόρη του θείου μου του Παύλου αδελφός του πατέρα μου και της θείας μου της Ευγενίας,. Είχε και έναν αδελφό τον Ανδρέα ο οποίος ήταν 23. Εκείνος μένει μόνιμα στην Αθήνα και κάνει διακοπές στην Άνδρο. Του είχα μεγάλη αδυναμία. Τον είχα σαν μεγαλύτερο αδελφό μιας και εγώ ήμουν μοναχοκόρη . Είχα φτιάξει την βαλίτσα μου και φορούσα μία μαύρη μπλούζα με ένα απλό τζιν και κι τα άσπρα all star μου. Πλησίαζε η ώρα να έρθει η Αλεξάνδρα για να φύγουμε. Βγήκα από το δωμάτιό μου και πήγα στο σαλόνι να την περιμένω όπου με περίμεναν οι γονείς μου.

'' Γιατί φοράς μαύρα; Πήγαινε σε παρακαλώ να αλλάξεις μπλούζα τώρα!'' Μου είπε η μαμά μου.

Την κοίταξα έντονα και την αγνόησα τελείως . Πήγα και έκατσα δίπλα στον πατέρα μου.

' 'Μπαμπά μου... σε παρακαλώ κάνε πέρα τον θυμό σου και έλα να δεις την μητέρα σου . Δεν είναι καλά .

' ' Όχι Αιμιλία μου ... δεν μπορώ. Έκανε εμένα στην άκρη και έδειξε την αδυναμία της στον Παύλο. Εκείνον έκανε γιο.''

' ' Μία μάνα αγαπάει όλα τα παιδιά της. Δεν είναι δυνατόν να τα ξεχωρίζει.'' Του απάντησα χωρίς να σχολιάσω το Αιμιλία. Έτσι ήταν το βαπτιστικό μου όνομα. Είχα πάρει το όνομα της άρρωστης γιαγιάς μου. Η μητέρα μου όμως δεν ήθελε να κρατήσω το Αιμιλία και έτσι με φωνάζουν από μωρό Λία. Ο πατέρας μου παρά τις αντιρρήσεις του, στην πορεία συμβιβάστηκε.

' ' Η δική μου μάνα το έκανε όμως..''

Την συζήτησή μας διέκοψε το κουδούνι . Ήταν η Αλεξάνδρα,. Άνοιξα την πόρτα και αντίκρισα μία πανέμορφη καστανή κοπέλα με αέρινες μπούκλες να κρατάει ένα φάκελο και με το δεξί της χέρι να κρατάει μία βαλίτσα.. ' ' Έτοιμη να γυρίσουμε στην πατρίδα;'' με ρώτησε χαμογελαστά.

Αμέσως την αγκάλιασα και της έκανα χώρο να μπει μέσα. Χαιρέτησε τους γονείς μου και τους υποσχέθηκε ότι θα με προσέχει.. Όμως δεν ήμουν μωρό..αλλά τέλος πάντων..

Ήρθε η ώρα να αποχαιρετήσω του γονείς μου γιατί έπρεπε να φύγουμε. Τους φίλησα και τους αγκάλιασα.. ' ' Mommy daddy θα μιλάμε μέσω Skype.'' Τους είπα και τελικά πήρα την απόφαση να φύγουμε.. Μπήκαμε στο μαύρο αυτοκίνητο της Αλεξάνδρας και ξεκινήσαμε για το αεροδρόμιο . Φτάσαμε και δώσαμε τα εισιτήριά μας. Μπήκαμε στο αεροπλάνο και σε 5 λεπτά θα απογειωνόμασταν . Έβαλα την ζώνη μου και σκούντηξα την Αλεξάνδρα.

' ' Έχω ένα προαίσθημα'' Της είπα

' ' Δηλαδή;''

''Αισθάνομαι ότι όταν γυρίσω πάλι..δεν θα είναι όλα όπως πριν'' Της απάντησα και με κοιτούσε... Δεν ήξερε τι να μου απαντήσει.. Γύρισε το κεφάλι της και κοίταξε έξω από το παράθυρο

Θέλω Μόνο Να Ξέρω Γιατί...Where stories live. Discover now