Πρόλογος

61 3 0
                                    


Κοίταζα στο παράθυρο καθιστός σε μία βελούδινη μπορντό πολυθρόνα δίπλα στο τζάκι και παρατηρούσα τα πλημμυρισμένα σοκάκια την νύχτα στους δρόμους του Λονδίνου.

Απ' όσο θυμάμαι τον εαυτό μου, μου άρεσε πάντα η βροχή. Οι βροχερές μέρες που μπορούν να φέρουν κοντά δύο ανθρώπους και σε βάζουν σε σκέψεις, κοιτάζοντας τον συννεφιασμένο ουρανό.

Έτσι καθιστός, πίνοντας το τσάι μου με πήρε ο ύπνος ως που το κουδούνι της εξώπορτας χτύπησε. Ταραγμένος είδα το ρολόι της κουζίνας και έτρεξα προς το θυροτηλέφωνο, ρωτώντας ποιος ήταν και τι γυρεύει στις δύο η ώρα τα ξημερώματα έξω στη βροχή. Τότε βγήκε μία κραυγή απόγνωσης και τρόμου και μετά ακολούθησαν μερικές στιγμές αγωνίας ακούγοντας την τρεμάμενη φωνή μιας εξαντλημένης νεαρής κοπέλας. Αναφώνησε «βοήθεια» και στη συνέχεια ακούστηκε ένας κρότος, η γραμμή του θυροτηλεφώνου έκλεισε.

Ένας άγγελος που έπεσε από τους ουρανούς  Where stories live. Discover now