κεφάλαιο 71

9.1K 963 71
                                    



ΑΝΤΡΕΑ

"Βρισκόμασταν μέσα σε μια βάρκα και έκανα κουπί, είχαμε απομακρυνθεί πολύ από την ακτή... εκείνη με κοιτούσε με λατρεία και χαμογελούσε συνεχώς, ήταν ερωτευμένη μαζί μου και έμοιαζε ευτυχισμένη. Μου έλεγε ότι με λατρεύει, ότι ήμουν το άλλο της μισό... ο ουρανός συννέφιασε και εμείς ήμασταν ακόμα μεσοπέλαγα.

«Πες μου ότι μ'αγαπάς...» μου είπε με προσμονή, προσπαθούσα να της το πω αλλά δεν έβγαιναν οι λέξεις από το στόμα μου «Αντρέα... για σένα θα έκανα τα πάντα... σ'αγαπάω!»

«Έλενα...» ήθελα να της το φωνάξω, ήθελα να της πω ότι ήμουν ερωτευμένος μαζί της, βαθιά και αμετάκλητα ερωτευμένος αλλά δεν μπορούσα, οι λέξεις σκάλωναν και δεν έβγαιναν με τίποτα. Με κοίταξε λυπημένη και η καρδιά μου μάτωσε, εγώ της το έκανα αυτό... εγώ την πλήγωνα... ξαφνικά ο ουρανός σκοτείνιασε, η μπόρα που ξέσπασε ήταν δυνατή και τα κύματα άρχισαν να μας χτυπάνε αλύπητα. Προσπαθούσα με όλες μου τις δυνάμεις να κάνω κουπί για να βγούμε στη στεριά γρήγορα, αλλά δεν τα κατάφερνα. «Κρατήσου! Θα μας βγάλω από εδώ...» τα κύματα έγιναν μεγαλύτερα και μας χτυπούσαν συνεχώς, η βάρκα δεν θα άντεχε... προσπαθούσα όσο μπορούσα, κατέβαλα όση δύναμη είχα αλλά συνεχίζαμε να βρισκόμαστε στην ίδια θέση. Η Έλενα κοιτούσε γύρω της πανικόβλητη.

«Αντρέα πρέπει να ελαφρύνει η βάρκα για να πάει γρηγορότερα...» κοίταξε προς τη στεριά και έπειτα πάλι εμένα «Θα σ'αγαπάω πάντα...» βούτηξε στα μανιασμένα κύματα και χάθηκε σε δευτερόλεπτα...

«ΕΛΕΝΑ!! ΕΛΕΝΑ!!» φώναζα δυνατά αλλά τα κύματα συνέχισαν να με χτυπάνε ορμητικά ενώ εκείνη χανόταν, ο ήχος που ακουγόταν ήταν εκκωφαντικός... "

Άνοιξα τα μάτια μου και συνέχισα να ακούω τον ίδιο ήχο, γρήγορα κατάλαβα ότι κάποιος χτυπούσε την πόρτα. Σηκώθηκα και έψαξα μέσα στον ύπνο μου να βρω το μπόξερ μου... η Έλενα έλειπε από το κρεβάτι, σκέφτηκα πως είχε κατέβει κάτω για πρωινό, έτσι και αλλιώς χθες δεν είχε φάει τίποτα. Τα χτυπήματα συνεχίστηκαν και βιάστηκα να ανοίξω. Μπροστά μου, στεκόταν η Μαντλήν και με κοιτούσε λίγο περίεργα...

«Καλημέρα κύριε Καναβάρο, με έστειλε ο κύριος Μπρούνο να σας ξυπνήσω... είναι όλοι κάτω λέει και σας περιμένουν, παίρνουν πρωινό.»

«Πες τους ότι θα κατέβω σε πέντε λεπτά!» έφυγε και επέστρεψα στο δωμάτιο. Κοίταξα το ρολόι μου και είδα ότι είχε πάει δέκα και μισή, πρώτη φορά είχα κοιμηθεί τόσο πολύ. Ντύθηκα στα γρήγορα και άρχισα να κατεβαίνω την σκάλα, σίγουρα θα ήταν εκεί και η Έλενα.

Μια Φωτογραφία μόνο...Donde viven las historias. Descúbrelo ahora