Μέρα 169η: 15 Αυγούστου

264 27 5
                                    

Η Ελλάδα έχει βάλει τα γιορτινά της. Οι εκκλησίες είναι γεμάτες κόσμο. Στην Πορτογαλία η Ντι παρακολουθεί τον Μήτσο να ανάβει ένα κεράκι σε μια μικρή καθολική εκκλησία και εκπλήσσεται που τον βλέπει. Δε θα το σχολιάσει, δε θα του πει τίποτα. Κάτι δεν πηγαίνει καλά μαζί του. Κάτι της κρύβει. Στο μυαλό της μια σκέψη που θέλει να αρνηθεί προσπαθεί ολοένα και περισσότερο να εγκατασταθεί. "Ο Μήτσος δεν είναι καλά".

"Πάμε;" της λέει και τη βγάζει από τις σκέψεις της.

"Ναι, πάμε" λέει και φεύγουν μαζί από τον μικρό λευκό ναό. Για κάποιο λόγο η Ντι νιώθει πως βρίσκεται εκεί που θα έπρεπε να είναι πάντα. Η χώρα αυτή μπορεί να έχει μεγάλες οικονομικές δυσκολίες και η φτώχεια να βρίσκεται παντού τριγύρω, όμως μαζί της βρίσκονται ο ήλιος, το χρώμα, τα χαμόγελα. Η ζωή, η ζωή στα σώματα των ηλιοκαμμένων κορμιών, στα φιλιά στους δρόμους, στο πλήθος του κόσμου που γεμίζει τις πλατείες και τους εμπορικούς δρόμους.

Στο εστιατόριο που έχουν δώσει ραντεβού, βρίσκονται ήδη η Μόνικα με τον Κ. Ο Μήτσος με το που βλέπει τον τιμοκατάλογο λέει στη Ντι να φύγουν. "Άσε, θα τον πάρω τηλέφωνο και θα του πω αν θέλει να καθίσουμε μαζί τους να μας κεράσει. Είναι τρελός ο αδελφός μου! Σε λίγο θα χρειαστεί να πουλήσει το κορμί του για να τρώει η φιλενάδα σου με χρυσά κουτάλια! Να δω όταν δε θα έχει μία, αν θα μείνει στο πλευρό του".

Η Ντι υπό άλλες συνθήκες θα στεναχωριόταν και για τον Κ. και για τη Μόνικα. Δείχνουν και οι δυο τους να έχασαν τον δρόμο τους. Όμως ο Μήτσος της ακούγεται πιο λογικός από κάθε άλλη φορά. Ο Κ. στο τηλέφωνο βάζει τις φωνές στον αδελφό του και προκειμένου να μη μείνουν άλλη μια μέρα χωριστά τους καλεί μέσα με δικά του έξοδα.

Το μέρος μοιάζει βγαλμένο από παραμύθι. Χρυσοί τεράστιοι πολυέλαιοι, πανάκριβα μαχαιροπίρουνα, τραπεζομάντιλα που φοβάσαι να λεκιάσεις. Η Ντι θα ήθελε να βρίσκεται κάπου μόνη της με τον Μήτσο, όχι μαζί τους, όχι αναγκασμένη να υποκρίνεται τη φιλική και την τάχα αδιάφορη. Για λίγο ακούγονται ο ήχος από τα μαχαίρια που κόβουν τις μηδαμινές ποσότητες φαγητού.

"Λοιπόν, Μόνικα, δεν είναι αστείο ότι βρισκόμαστε εδώ και παριστάνουμε τους φίλους;" εκφράζει τη σκέψη της Ντι ο Μήτσος με τα λόγια του.

"Το αστείο είναι ότι εσείς αποφασίσατε να έρθετε μαζί μας. Όπως βλέπεις εγώ προσπαθώ να κρατώ τις αποστάσεις μου".

"Η αλήθεια να λέγεται" την ειρωνεύεται ο Μήτσος. "Αλλά και εμείς δεν ήρθαμε για να βλέπουμε τα μούτρα σου, για το ταξίδι ήρθαμε. Ντι, δε σηκώνεσαι να πάμε να φάμε καμιά βρομιά μπας και χορτάσουμε;"

Ο Κ. είναι έτοιμος να επέμβει και να παρακαλέσει τον αδελφό του να σταματήσει, όμως δε θα χρειαστεί. Η Ντι σηκώνεται και μπροστά στα ανοιχτά στόματα των άλλων δύο πιάνει τον Μήτσο από το χέρι που της τείνει και φεύγουν από το εστιατόριο σαν ερωτευμένο ζευγαράκι.

ΑΚΟΜΗ 32 ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΤΕΛΟΣ

DilemmaDonde viven las historias. Descúbrelo ahora