ΞΥΠΟΛΥΤΗ. ΠΩΣ ΑΛΛΙΩΣ;

20 2 0
                                    

Βασικά, δεν ήθελε και τόσο πολύ να πάει εκείνον τον περίπατο, αλλά ο ψυχολόγος της επέμενε. Έλεγε πως πραγματικά θα τη βοηθούσε να κάνει πράγματα που τη χαλαρώνουν και να παρατηρεί περισσότερο τις ομορφιές γύρω της. Ακολούθησε τη συμβουλή του. Ανέκαθεν σεβόταν τις συμβουλές των ειδικών. Τόσα χρόνια σπούδαζαν ο καθένας το αντικείμενο του, με ποιο δικαίωμα θα τους αμφισβητούσε εκείνη;

Σήκωσε το σαρκίο της από τον καναπέ, φόρεσε μια λεπτή, πλεκτή ζακέτα και ξεκίνησε τη βόλτα της. Τα βράδια είχε λίγη ψύχρα. Οι ομορφιές της φύσης παρέμεναν ίδιες τα τελευταία τριάντα χρόνια και εκείνη πραγματικά, όσο και να προσπαθούσε δεν έβρισκε κάτι ενδιαφέρον ή καινούργιο. Παρόλα αυτά, ήταν πολύ καλή στα παραμύθια και κάθε φορά που βρισκόταν στην πολυθρόνα του, του αφηγούταν μια ιστορία.

Πριν από μια εβδομάδα, περπατούσε στον ίδιο δρόμο και πάνω σε ένα θάμνο κάποιος είχε παρατημένο ένα λουλούδι φτιαγμένο από σελίδες περιοδικών. Ήθελε τόσο να το φωτογραφίσει, αλλά η διαδρομή της φαινόταν τόσο οικεία που δεν είχε πια τον ίδιο ενθουσιασμό για να απαθανατίζει την κάθε εικόνα. Το επόμενο απόγευμα συνάντησε τον ψυχολόγο της και του μίλησε για εκείνη τη στιγμή:

«Ήταν υπέροχος περίπατος και ξέρετε τι συνέβη; Ξαφνικά, εκεί που περπατούσα, πάνω σε ένα θάμνο υπήρχε ένα μπουκέτο λουλουδιών που κάποιον περίμεναν. Στην αρχή σκέφτηκα μήπως ήταν ο φανταστικός μου φίλος και τα άφησε για να με συγχαρεί για την πρόοδό μου στη διαχείριση του άγχους. Έπειτα, όμως ξεφούσκωσε το συννεφάκι. Δε με λένε Αμελί και κανείς δε δίνει δεκάρα για τα δικά μου άγχη. Απέναντι υπήρχε μια στάση. Κάθισα στο παγκάκι και περίμενα να δω ποιος είναι ο παραλήπτης. Αγόρασα και πατατάκια – σας έχω πει πόσο μου αρέσουν τα πατατάκια; Ναι, λατρεύω τα πατατάκια, ειδικά όταν τα βουτάω μέσα στο κυπελάκι με το παγωτό βανίλια. Έχετε δοκιμάσει ποτέ να φάτε πατατάκια με παγωτό; Μα, τι ρωτάω! Ολόκληρος επιστήμων... φυσικά και όχι. Τέλος πάντων, έχοντας τα πατατάκια μου χωρίς παγωτό, δυστυχώς, περίμενα να ξεκινήσει η ταινία σα να βρίσκομαι σε θερινό κινηματογράφο. Πέρασε αρκετή ώρα και δεν είχε φανεί κανείς. Είχα ανοίξει δεύτερο σακουλάκι, είχα πιει σχεδόν ένα λίτρο νερό και δεν εμφανιζόταν κανείς. Σε λίγο θα με καλούσε η φύση και τι να έκανα; Να πήγαινα πίσω από ένα δέντρο; Τότε εμφανίστηκε μια ηλικιωμένη κυρία, η οποία περπατούσε αργά σέρνοντας ένα άδειο καρότσι λαϊκής. Στάθηκε μπροστά στο μπουκέτο και έκανε να απλώσει το χέρι της για να το αρπάξει, όμως δεν πρόλαβε. Μπροστά της βρέθηκε μια νεαρή κοπέλα, πολύ αδύνατη σχεδόν καχεκτική, με κάτασπρο πρόσωπο και έντονο μακιγιάζ. Μαύρη σκιά, μαύρη μάσκαρα, κόκκινα μπορντό χείλη, μαύρα νύχια, μαύρα ρούχα. Φορούσε μια φούστα από τούλι, ένα μπλουζάκι που έμοιαζε με κορσέ βικτωριανής εποχής, μπότες γοτθικού στυλ, ένα μενταγιόν καμέο στο λαιμό, κρατούσε μια λευκή, δαντελένια ομπρέλα ηλίου και ένα τσαντάκι σατέν που έμοιαζε περισσότερο με πουγκί. Η ηλικιωμένη γυναίκα, μόλις την είδε τρόμαξε. Νόμιζε πως ξύπνησαν οι βρικόλακες της Πάρνηθας και κατέβηκαν στη Βασιλίσσης Σοφίας για σεργιάνι. Μάζεψε το χέρι της προτού αγγίξει το μπουκέτο και επιτάχυνε το βήμα της τραβώντας πάντοτε το καροτσάκι της λαϊκής.

You've reached the end of published parts.

⏰ Last updated: Aug 06, 2016 ⏰

Add this story to your Library to get notified about new parts!

ΞΥΠΟΛΥΤΗ. ΠΩΣ ΑΛΛΙΩΣ;Where stories live. Discover now