ΜΕΡΟΣ 1ο: Η ΑΦΙΞΗ

82 8 1
                                    


"Νεαρέ...ξύπνα...έφτασε η ώρα σου" ακούστηκε να μου μιλάει μια ήρεμη αλλά σοβαρή φωνή.
Αισθανόμουν όμως πολύ κουρασμένος για να ανοίξω τα μάτια μου και το κεφάλι μου πονούσε φρικτά
"Άντε μικρέ δεν έχουμε και όλη την ημέρα για σένα" αυτή τη φορά ακούστηκε μια διαφορετική και πιο αυστηρή φωνή από την προήγουμενη.
Με δυσκολία κατάφερα να σηκωθώ στα πόδια μου και με την ζάλη που είχα μου ήταν δύσκολο να παρατηρήσω τον χώρο γύρω μου. Μπροστά μου βρισκόταν μια ξύλινη καρέκλα
"Κάθισε" ακούστηκε αργά για ακόμη μία φορά η ήρεμη φωνή.
Τώρα είχα αρχίσει να αισθάνομαι καλύτερα. Η θέση μου ήταν στο κέντρο ενός μεγάλου φωτινού δωματίου με ολόλευκους τοίχους χωρίς παράθυρα. Δεν μπορούσα να καταλάβω από που ερχόταν όλο αυτό το φως αλλα εκείνη τη στιγμή δεν με απασχολούσε και πολύ. Η αίθουσα ήταν σχεδόν άδεια για το μέγεθος της. Τα μοναδικά έπιπλα μέσα σε αυτή ήταν η καρέκλα στην οποία καθόμουν και άλλοι δύο μεγάλοι μαύροι θρόνοι στους οποίους καθόντουσαν οι δύο άντρες που μου είχαν μόλις μιλήσει.
Φαινόντουσαν τόσο διαφορετικοί μεταξύ τους.
Ο ένας ήταν ψηλός με γαλάζια μάτια και με ένα πυκνό ξανθό μούσι. Το μόνο ρούχο που φορούσε ήταν ένα μακρύ άσπρο ράσο το οποίο έκανε τα μάτια μου να πονάνε όταν το κοιτούσα.
Από την άλλη μεριά ο άλλος άντρας, και μάλλον ο νεότερος, ήταν μικρόσωμος ντύμενος με έναν μαύρο χυτώνα. Το βλέμα του ήταν σκοτεινό και με έφερνε σε πολύ δύσκολη θέση έτσι όπως με παρατηρούσε από την κορφή εώς τα νύχια.

 Το βλέμα του ήταν σκοτεινό και με έφερνε σε πολύ δύσκολη θέση έτσι όπως με παρατηρούσε από την κορφή εώς τα νύχια

Oops! This image does not follow our content guidelines. To continue publishing, please remove it or upload a different image.

"Τι είναι αυτό το μέρος;....Ποιοι είστε εσείς;" κατάφερα με δυσκολία να πω.
Η φωνή μου έσβησε γρήγορα μέσα στον χώρο και κανένας δεν είπε τίποτα για μερικά δευτερόλεπτα
"Τέλεια!...Αύτο θα μας πάρει πολύ ώρα μου φαίνεται! Δεν θυμάται τίποτα!" είπε φανερά εκνευρισμένος ο μαυροφορεμένος άντρας
"Μην βιάζεσαι συνάδελφε" του απάντησε ο άλλος "Πες μας μικρέ μου το ονομά σου" γύρισε και είπε ήρεμα σε μένα
Προσπάθησα να του απαντήσω αλλά όταν πιέσα το μυαλό μου το μοναδικό πράγμα που μπορούσα να σκεφτώ ήταν φόβος και αγωνία.
Δεν είχα ιδέα όχι μόνο για το τι μου είχε συμβεί αλλά και για το ποιος ήμουν
"Χμμμ...ενδιαφέρον" συνέχισε ο ξανθός άντρας " Άρα είναι λογικό να υποθέσουμε πως δεν ξέρεις ούτε τον λόγο που βρίσκεσαι εδω, σωστα;"
"Μάλιστα κύριε" απάντησα χαμηλόφωνα
"Συνάδελφε, είναι φανερό πως το παιδί είναι χάσιμο χρόνου...τα γεγονότα των πράξεων του μιλάνε από μόνα τους...θα χαρώ πολύ να τον συνοδέψω στο καινούριο του σπίτι κάτω στον κόσμο μου" είπε ο μαυροντυμένος με τα σκοτεινά μάτια του να δηλώνουν ανυπομονησία.
Ένιωσα τον ιδρώτα να κυλάει στο μέτωπο μου. Δεν ήξερα τι ακριβώς εννοούσε εκείνη την στιγμή αλλά ήμουν σίγουρος πως δεν θα ήταν ευχάριστο για μένα.
"Δεν...δεν καταλαβαίνω" είπα τελικά μπερδεμένος.
"Νεαρέ για να ξεκινήσουμε θα πρέπει να ηρεμήσεις" είπε ο ξανθός άντρας
"Τι...να ξεκινήσουμε;" ρωτησα διστακτικά
"Την διαδικασία της ΔΙΚΗΣ" είπαν και οι δύο μαζί ταυτόχρονα σαν να το είχαν ήδη προβάρει πάνω απο χίλιες φορές

Η Ψυχη ενος ΑγνωστουWhere stories live. Discover now