Όταν Ξέρεις Που Ορίζεις

119 4 0
                                    

Κρήτη

Ήμουν στο αεροδρόμιο και πετούσα στην Κρήτη για του όρκους της αδελφής μου και για την βάφτιση της δεύτερης κορούλας της θα γινόμουν ο νονο της μαζί με το κουμπάρο τους που το αντιπαθούσα στο φουλ ειδικά στο γάμο παραλίγο να γίνει μεγάλος καυγάς, στην πρώτη βάφτιση ο νονος ήταν ο αδελφός του γαμπρού μου ο μικρότερος ο Μάξιμος.

Σε μια ώρα και σαράντα λεπτά ήμουν στες ταυτότητες, έδωσα την ταυτότητα μου και πέρασα να πάρω της βαλίτσα μου με όλα τα πράγματα της βάπτισης, την πήρα και βγήκα έξω και είδα την αδελφή μου να περιμένει μέσα στην αγκαλιά της ήταν ή μικρή Αγάπη και στο χέρι τη δύο χρόνη Σοφία.

"Φοίβε" με φωνάζει και με αγκαλιάζει με το ενα χερι.
"Αρτέμης" ενω ήμουν στην αγκαλιά της.
"Πως εισαι" λέω ενώ μπαίναμε στο αυτοκίνητο.
"Λέω Καλα εσυ"
"Εμ λίγο κουρασμένη αλλά όλα καλά"
"Υπομονή μικρούλα μου"
"Χαχα καλά είμαι με βοηθά πολύ και ο Νικηφόρος μου"
"Α πολύ ωραία χαίρομαι πολύ για αυτό" λέω και ξεκινήσαμε για το σπίτι.

Όταν φτάσαμε στο σπίτι εγώ πήρα τα πράγματα μου στο δωμάτιο και όταν βγήκα έπεσα πάνω σε κάποιον.
"Πρόσεχε λίγο"
"Ε συγγνώμη δεν σε είδα"
"Να βλέπει τότε"
"Χαχα αστείο που είσαι" λέω και αυτός με προσπερνά και εγώ πάω προς την κουζίνα που βασικό όλους εκεί.

Καθίσαμε στο τραπέζι και όλοι λέγαν πως ήταν η χρονιά του άκουσα πολύ ωραία πράγματα για τον εκείνους όλοι είχαν κάτι καλό να πουν έτσι και εγώ τους ανακοίνωσα πως έγινα διευθυντής και όλοι χάρηκαν και με συχαραν όλοι, και έτσι έμαθα πως ο Μάξιμος αραββωνιαστικε με μια πολύ καλή κοπέλα και έμαθα πως ο Πλούτωνα είχε μια σοβαρή σχέση με την Κλεοπάτρα την φίλη της καλύτερη μου φίλης την Χέλιας.

Όταν τελειώσαμε πήρα για λίγο στην βιβλιοθήκη στο γραφείο του Νικηφόρου και από τι είδα είχε ενδιαφέροντα βιβλία και διαλεγμένα, καθόμουν ώρα εκεί και διάβασα ένα υπέροχο βιβλίο "Ο κόσμος δεν είναι αυτό που νομίζεις" αυτό το βιβλίο είχε πολύ σωστά πράγματα, Όταν τελείωσα κάποιο με φώναξαν και πήγα στο σαλόνι και είδα την Κλεοπάτρα και τον Πλούτωνα να κάθονται και να χαζολογουν ο ένας τον άλλον.
"Φοίβε ρε Φοίβε" με φώναξε ο Νικηφόρος από τον κήπο.
"Τωρα Έρχομαι" του φώναξαν και όταν τον είδα να φτιάχνει κάτι πράγματα για το πάρτι θα γίνονται αυτές της μέρες.
"Έλα βοηθάμε" λέει κρατώντας μια μεγάλη λάμπα.
"Είναι για το πάρτυ" και την δείχνω.
"Ναι με επριξε ο Μάξιμος"
"Χαχαχα" και γέλασα πολύ με αυτό που έκανε με κάτι μεγάλες λάμπες έτσι τον βοήθησα και σιγά σιγά είχαμε τελείωση την μία πλευρά.

Μικρές Ιστορίες Μ.ΣNơi câu chuyện tồn tại. Hãy khám phá bây giờ