~Λίγο πριν την αποκάλυψη~

334 66 11
                                    

Άνοιξα με κόπο τα μάτια μου. Τα έντονα φώτα με τύφλωσαν και με ανάγκασαν να τα ξανακλείσω για μια στιγμή. Μόλις τα άνοιξα κατάλαβα ότι βρισκόμουν στο σαλόνι μου. Είδα τον Νίκο να σηκώνεται και να με πλησιάζει νευρικά.
-Τι έγινε; Ποιος με έφερε στο διαμέρισμα μου;
-Ε... εγώ. Λυποθύμησες, θυμάσαι;
Δεν του απάντησα, γιατί προσπαθούσα να συγκεντρωθώ στα λεγόμενα του.
Και θυμήθηκα...
-Τι γίνεται τώρα;, ρώτησα.
-Τους έχει πάρει το ασθενοφόρο και πριν λίγο ήρθε και η αστυνομία. Μέλπω... κάποιος τους φίμωσε, τους έδεσε κι ύστερα τους έκοψε τα κεφάλια. Είδα το τατουάζ, στα σώματα τους. Κόκκινο μελάνι, αριθμός τρία., απάντησε ο Νίκος.
-Μάλιστα. Αριστερόχειρας να φανταστώ, ο φόνος θα έχει γίνει σίγουρα στις τρεις...
-Πολύ πιθανών.
-Θα πάτε στην Φωτεινή;
-Ναι, σήμερα. Στις έντεκα για την ακρίβεια.
-Πρέπει να αποκαλύψουμε τον δολοφόνο, σήμερα. Τι ώρα είναι;
-Μία.
-Έχει ακόμα μέχρι να πάει έντεκα. Εγώ θα προσπαθήσω να κοιμηθώ λίγο.
-Και πολύ καλά θα κάνεις. Ήταν δύσκολο αυτό το βράδυ για σένα, το ξέρω. Φεύγω, Μέλπω, τα λέμε όταν ξυπνήσεις...
--------
Μετά από ώρες ο Νίκος Παυλόπουλος βρισκόταν στο γραφείο της Φωτεινής. Εκείνη σημείωνε κάτι στα χαρτιά που είχε μπροστά της κι έδειχνε ήρεμη. Έδειχνε, γιατί ο Νίκος κατάλαβε ότι δεν ήταν.
-Λοιπόν υπαστυνόμε; Αριστερόχειρας ο δολοφόνος, σωστά;
Η Φωτεινή συνοφρυώθηκε.
-Σωστά.
-Τρεις το ξημέρωμα;
-Ναι. Και ο δράστης χρησιμοποίησε μπαλτά, για τον φόνο. Πάλι.
-Δεν μου κάνει καμία εντύπωση.
-Τώρα όμως είστε εδώ για να σας κάνω εγώ ερωτήσεις κι όχι εσείς σε μένα., απάντησε με ύφος εκείνη.
-Πείτε μου...
-Πως καταλάβατε ότι κάτι δεν πήγαινε καλά, εκείνο το βράδυ;
-Δεν το κατάλαβα εγώ, η Μέλπομενη Νικολάου, έχει αυτό που λέμε "γυναικεία διαίσθηση". Επέμενε να μπούμε στο διαμέρισμα τους, σαν να ήξερε πως κάτι κακό είχε συμβεί. Υπαστυνόμε, είναι τόσο ισχυρογνώμων, που αποφάσισα τελικά να καλέσω την αστυνομία. Ε και μετά τους βρήκαμε...
-Τι ώρα ήταν περίπου;
-Έντεκα και μισή, το βράδυ, μάλλον.
-Γιατί αναζητούσατε τον Αναστάσιο και την Χρυσούλα Χαριτίδη;
-Ε... ε...
-Ναι;
-Δεν τους αναζητούσαν εμείς! Αυτοί μας αναζητούσαν.
-Τέτοια ώρα;
-Ναι. Χτυπούσαμε την πόρτα τους αλλά κανείς δεν μας άνοιξε.
-Μάλιστα. Κάτι άλλο τώρα: είχαν δείξει από πριν μια κάποια ανησυχία;
-Για ποιο πράγμα;
-Για τη σωματική τους ακεραιότητα.
-Δεν θα το έλεγα. Όχι, όλα ήταν μια χαρά.
-Αυτό που μου κάνει εντύπωση εμένα Κύριε Παυλόπουλε είναι ότι η δική τους πόρτα δεν παραβιάστηκε, όπως της Τσβετανοβιτς και του Ευσταθίου. Άρα μάλλον κάποιος τους χτύπησε την πόρτα.
-Ή του άνοιξαν από μόνη τους.
-Είναι κι αυτό μια πιθανότητα.
-Με χρειάζεστε κάτι άλλο υπαστυνόμε;
-Όχι, για την ώρα. Υπογράψτε εδώ την κατάθεση σας και είστε ελεύθερος να φύγετε.
-Ευχαριστώ πολύ.
Ο Νίκος καθώς έβγαινε από το γραφείο της Φωτεινής, είδε δύο αστυνομικούς, να σέρνουν σχεδόν έναν νεαρό άντρα.
-Αφήστε με σας λέω! Εγώ δεν έχω κάνει τίποτα, είμαι αθώος!, φώναξε.
-Αυτά θα τα πεις στον ανακριτή αλήτη, να δούμε αν θα σε πιστέψει. Προχώρα!
-Δεν θα το αφήσω να περάσει έτσι αυτό. Εγώ είμαι ο Νάσος, ο Κουλοχέρης, με τ' όνομα. Θα βάλω τον δικηγόρο μου να σας κάνει μήνυση.
-Ρε άντε προχώρα κι άσε τις κουβέντες. Που θα μας το παίξεις Παρθένα Μαρία!
Ο Νίκος κούνησε το κεφάλι του αδιάφορα και κατευθύνθηκε προς την πύλη των φυλακών...
--------
Ξύπνησα κατά τις δώδεκα, το μεσημέρι. Ω Θεέ μου είχα κοιμηθεί έντεκα ολόκληρες ώρες. Απίστευτο.
Έφτιαξα έναν καφέ στα γρήγορα και κάθισα στο σαλόνι να τον πιώ. Ήταν μια ωραία, δροσερή μέρα κι είχαμε μόλις μπει στον Ιούλιο.
Λέω δροσερή, γιατί είχα βάλει τέρμα το ανεμιστηράκι μου κι είχα ανοίξει διάπλατα όλα τα παράθυρα.
Το βλέμμα μου έπεσε στον υπολογιστή. Μάλλον θα διακόψω τα μαθήματα με τον προφέσορα. Δεν έχω καθόλου χρόνο και βαριέμαι. Θέλω τόσο πολύ να πάω ένα ταξίδι, όμως δυστυχώς δεν βγαίνω...
Πάνω στην ώρα ο Νίκος Παυλόπουλος χτύπησε την πόρτα μου.
-Έλα., είπε.
-Τι;
-Κανονίσαμε να μαζευτούμε τώρα όλοι στο διαμέρισμα του Οικονομάκη. Δεν τους είπα ότι θα αποκαλύψουμε τον δολοφόνο, αλλά ότι είναι κάτι πολύ σημαντικό.
-Μα τώρα, που είμαι από τον ύπνο, που ακόμα δεν έχει ανοίξει το μάτι μου;
-Μέλπω! Ο χρόνος μας πιέζει.
-Ναι, αλλά...
Εκείνος με κοίταξε με το σοβαρό του ύφος.
-Καλά. Έρχομαι τώρα.
Κατεβήκαμε τις σκάλες και χτυπήσαμε την πόρτα της οικογένειας Οικονομάκη. Μας άνοιξε η Ασπασία.
-Ω, περάστε, καθίστε. Όλα καλά;
-Ας τα λέμε., απάντησε.
-Θέλετε τσάι;, ρώτησε.
-Ναι, παιδί μου, αν μπορείς. Και μετά έλα να κάτσεις κι εσύ., είπε ο Νίκος.
Στο σπίτι κατέφτασε ο Χαρίλαος και η Δέσποινα, υποβασταζόμενη από την Κορίνα, που την βοηθούσε.
-Είμαστε όλοι εδώ;, ρώτησα, αφού πρώτα μας σερβίρισε η Ασπασία.
-Απ' ότι φαίνεται., απάντησε ο Νικόλας Οικονομάκης.
-Ωραία. Λοιπόν, σας καλέσαμε εδώ, γιατί επιτέλους καταφέραμε, εγώ και η Μέλπω, κάτι πολύ σημαντικό. Κυρίες και κύριοι γνωρίζουμε ποιος είναι ο δολοφόνος!
Κοίταξα τον Νίκο για να πάρω δύναμη από αυτόν. Ύστερα, στα ξαφνικά, το βλέμμα μου έπεσε πάνω στον Οικονομάκη που μας κοιτούσε απορημένος...
ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ...

Απόψε, στις τρεις {TYS_GR}Where stories live. Discover now