~Σφαγή~

353 63 7
                                    

Τότε, Σάββατο 27 Ιουνίου 2020
Ήταν ξημερώματα Σαββάτου. Η Ρουσλάνα κοιμόταν του καλού καιρού. Και γιατί να μην κοιμάται ήσυχη δηλαδή; Τους είχε όλους στο χέρι, τους έκανε ότι ήθελε και σύντομα θα έπαιρνε και τα λεφτά. Δεν υπήρχε, λοιπόν λόγος να ανησυχεί.
Στο σκοτεινό δωμάτιο δεν ακουγόταν τίποτα άλλο πέρα από την κοφτή ανάσα της. Έβλεπε ένα περίεργο όνειρο και χωρίς να το καταλαβαίνει το κορμί της τρανταζόταν στον ύπνο της, σαν να είχε σπασμούς.
Αίμα... παντού αίμα. Στο πρόσωπο της, στο κεφάλι της, στο σώμα και στο λευκό πάτωμα. Προσπαθούσε να κουνήσει το δεξί της χέρι, αλλά... τι περίεργο; Ήταν τόσο βαρύ. Ένιωθε ξαφνικά να πνίγεται, ήθελε να σηκωθεί, να τρέξει ως την πόρτα και να φύγει. Το πόδια της όμως ήταν κι αυτά βαριά. Έβηχε, στην προσπάθεια της να αναπνεύσει, έφτυνε αίμα κι ένιωθε τη γεύση του μέσα στο στόμα της...
Πετάχτηκε πάνω τρομαγμένη βρίζοντας στα Ουκρανικά.
Μόλις είδε ότι ακόμα βρισκόταν στο σκοτεινό δωμάτιο αναστέναξε με ανακούφιση και πήρε το ποτήρι με το νερό, που βρισκόταν δίπλα της, στο κομοδίνο.
Δεν πρόλαβε όμως να το πιει. Το χέρι της άρχισε στη στιγμή να τρέμει και το ποτήρι έπεσε στο πάτωμα. Γιατί έτρεμε τόσο πολύ... σαν... να κρύωνε;
Το ένιωσε! Κάποιος βρισκόταν στο σπίτι, κάποιος... πλησίαζε.
Τρέμοντας ακόμα σηκώθηκε πήρε ένα βάζο στο χέρι της και σχεδόν αθόρυβα προχώρησε ως την πόρτα.
Έβγαλε το κεφάλι από το άνοιγμα, αλλά... τι περίεργο; Δεν ήταν κανείς. Πήγε να γυρίσει, για να κοιτάξει κι από την άλλη όταν ένιωσε ένα δυνατό χτύπημα, σαν να ήθελε κάποιος να συνθλίψει το κρανίο της. Ο άγνωστος την άρπαξε με δύναμη λίγο πριν πέσει κάτω, την σήκωσε και την ακινητοποίησε. Ένιωσε την ανάσα ενός αγνώστου στον λαιμό της, καθώς εκείνος την έσφιγγε πάνω του.
-Σςςςς! Μη βγάλεις άχνα., ψυθίρισε.
Την τράβηξε με περισσότερη δύναμη ως το σαλόνι. Η Ρουσλάνα προσπαθούσε να αμυνθεί αλλά ζαλιζόταν ακόμα από το χτύπημα κι ο Χαρίλαος ήταν πολύ πιο δυνατός από εκείνη.
Στο σαλόνι επικρατούσε το απόλυτο χάος, ενώ παρατήρησε πως είχαν ανοίξει τα πάντα και τον υπολογιστή της.
Μια επιβλητική σκιά στεκόταν ακριβώς μπροστά τους. Η Ρουσλάνα γύρισε και αντίκρισε την Αθηνά Οικονομάκη. Μόλις κατάλαβε τι κρατούσε στα χέρια της, γούρλωσε τα μάτια και προσπάθησε να ξεφύγει από τον σφιχτό κλοιό του Χαρίλαου. Όμως εκείνος κατάφερε να την ακινητοποιήσει πάλι.
Τότε η Αθηνά Οικονομάκη τους πλησίασε και με αστραπιαία ταχύτητα σήκωσε το αριστερό της χέρι και...
Ο πόνος ήταν φοβερός. Ένας πίδακας αίματος πετάχτηκε από το σώμα της. Η Ρουσλάνα μούγκριζε με απελπισία καθώς προσπαθούσε να δαγκώσει το χέρι του Χαρίλαου και καθώς ο μπαλτάς έμπαινε για δεύτερη φορά μέσα της.
Έγειρε το κεφάλι της πίσω, δυσκολευόταν να αναπνεύσει.
Το τρίτο χτύπημα ήταν και το τελειωτικό. 
Έπεσε κάτω κάνοντας έναν ανατριχιαστικό θόρυβο.
Ο Χαρίλαος άρπαξε από το χέρι την Αθηνά και την τράβηξε έξω.
-Κάτι ακούω, πάμε να φύγουμε!, της είπε μονάχα, ενώ η Ρουσλάνα, στο πάτωμα, χαροπάλευε.
Λίγο αργότερα, κι αφού εκείνοι είχαν στα χέρια τους το στικάκι με τις επίμαχες φωτογραφίες, γύρισαν αθόρυβα στα διαμερίσματα τους.
Ήταν τρεις το ξημέρωμα, όταν το δεύτερο κατά σειρά θύμα, άφησε την τελευταία του πνοή...
-------
Δύο μέρες μετά, ο Νικόλας, ο Χαρίλαος, η Αθηνά, η Ασπασία, η Κορίνα και η Δέσποινα συζητούσαν, ιδιαίτερα ανήσυχοι. Κανείς δεν πίστευε ότι με τον δεύτερο φόνο θα τελείωναν όλα. Αντίθετα, τώρα άρχιζε ο μεγάλος σαματάς.
Η Κορίνα κοιτούσε γύρω της αδιάφορα, σαν να βρισκόταν με το μυαλό κάπου αλλού και όχι στο μεγάλο σαλόνι όπου συζητούσαν οι υπόλοιποι.
Για λίγα δευτερόλεπτα δεν μιλούσε κανείς και τότε βρήκε την ευκαιρία να μιλήσει εκείνη.
-Χαρίλαε; Τα κατάφερες με την Μέλπω; Το πήρε το μάθημα της;
-Έννοια σου και το πήρε! Με τόσο ξύλο που έφαγε χθες το βράδυ...
-Είναι στο νοσοκομείο τώρα, έτσι;
-Ε, ναι. Αναμενόμενο.
-Μπράβο, αδερφούλη!, απάντησε η Κορίνα και κάρφωσε τα μικρά, γαλάζια μάτια της στα δικά του.
-Λοιπόν... θα μιλήσω ευθέως, για να τελειώνουμε. Κάτι πρέπει να γίνει με τον Τάσο και την Χρυσούλα.
Ο Νικόλας την κοίταξε ερωτηματικά.
-Τι εννοείς;
-Μα δεν το έχεις καταλάβει; Ο φίλος σου έχει αρχίσει να λυγίζει! Λίγο ακόμα και θα μας δώσει στην αστυνομία.
-Πως το λες αυτό με τόση σιγουριά;
-Το λέω γιατί το βλέπω. Δεν έχετε μιλήσει καθόλου μαζί; Μας αντιμετωπίζει σαν να ήμαστε εχθροί του, τον τελευταίο καιρό.
-Κι αυτό πάει να πει ότι θα μας πουλήσει;
-Κατά πάσα πιθανότητα, ναι. Βασικά, εγώ πιστεύω ότι είναι θέμα χρόνου να το κάνει.
-Όχι, Κορίνα, αποκλείεται. Είναι παιδικός μου φίλος.
-Καλά, τραγούδα εσύ. Νομίζεις ότι τον νοιάζει αυτό; Νομίζεις ότι τον νοιάζεις εσύ; Αυτός και η γυναικούλα του μόνο τη πάρτη τους κοιτάζουν!
-Δεν ξέρεις τι λες...
-Ξέρω πολύ καλά τι λέω! Και για να σου το αποδείξω θα προτείνω κάτι.
-Για πες...
Η Κορίνα, χωρίς κανένα απολύτως συναισθηματισμό, ούτε κάποια ένταση στη φωνή της, του εξήγησε ακριβώς το σχέδιο που είχε σκεφτεί...
--------
Σίγουρα ο Τάσος και η Χρυσούλα εκείνο το μεσημέρι της 30ης Ιουνίου, δεν περίμεναν να την δουν έξω από τη πόρτα τους.
Εκείνη, είχε πάρει το πιο σοβαρό της βλέμμα προσθέτοντας μια δόση απελπισίας, πράγμα που έκανε αμέσως την Χρυσούλα να ανησυχήσει.
-Πέρασε μέσα κοπέλα μου, μην στέκεσαι έξω. Είναι όλα καλά;
-Ναι, ε... δηλαδή όχι ακριβώς. Ήρθα για να μιλήσουμε.
-Κάθισε. Θέλεις λίγο νερό; Λικέρ, που έφτιαξα σήμερα μήπως;
-Όχι, ευχαριστώ πολύ, δεν θέλω τίποτα.
-Τάσο, μην στέκεσαι σαν χάνος στη πόρτα, πήγαινε να μας φέρεις λίγο νερό!, πρόσταξε ορθά κοφτά η Χρυσούλα.
-Λοιπόν, Κορινάκι μου..., τι συμβαίνει; Για τι πράγμα θέλεις να μας μιλήσεις;
-Κυρία Χρυσούλα... πρέπει να με βοηθήσετε. Φοβάμαι, κινδυνεύει η ζωή μου και όχι μόνο. Όλοι μας κινδυνεύουμε.
-Από τι;
-Από το μίσος του Νικόλα! Ο άνθρωπος είναι τρελός, θα μας σκοτώσει όλους!
Εκείνη τη στιγμή μπήκε ο Τάσος στο σαλόνι.
-Το πιστεύεις αυτό Κορίνα;
-Ναι, κύριε. Είμαι σίγουρη! Ας πάμε να μιλήσουμε στην αστυνομία. Θα τον συλλάβουν και θα βρούμε την ησυχία μας.
-Τι θα πούμε όμως για την δική μας εμπλοκή;
-Θα πούμε ότι μας ανάγκασε! Είναι απλό, όλοι θα μας πιστέψουν. Τι λέτε;
-Κορίνα κι εμείς αυτό σκεφτόμασταν. Έτσι θα πάψουμε να φοβόμαστε και θα νιώθουμε ασφάλεια. Τάσο; Συμφωνείς;, είπε και τον σκούντηξε για να μιλήσει.
-Ε... ναι, σε ότι πείτε. Αν και μου είναι πολύ δύσκολο. Με τον Νικόλα είμαστε φίλοι από παιδιά...
-Αυτές οι ευαισθησίες σου θα σε φάνε κακομοίρη μου! Κορίνα, εντάξει, είμαστε μέσα. Αρκεί να βρούμε πρώτα εκείνες τις φωτογραφίες.
-Μην ανησυχείτε, δεν θ' αργήσει κι αυτό. Είναι θέμα χρόνου.
-Ωραία. Όταν τις βρούμε, πάμε γραμμή στην αστυνομία και δίνουμε κατάθεση, έτσι Τάσο;
-Ν...ναι.
-Κορίνα, τώρα βγαίνει το κοκκινιστό από το φούρνο. Θέλεις να κάτσεις, να φάμε μαζί;
-Όχι, ευχαριστώ, πρέπει να γυρίσω στο σπίτι μου. Κάποια άλλη φορά ίσως.
-Σίγουρα; Εμάς δεν μας πειράζει να...
-Ευχαριστώ πολύ. Αλλά δυστυχώς με περιμένουν πολλές δουλειές στο σπίτι., επέμεινε η Κορίνα.
-Εντάξει. Να 'σαι καλά κοπέλα μου και... να μη φοβάσαι! Το κάθαρμα θα μπει στη φυλακή!
-Μακάρι..., απάντησε και προχώρησε ως την πόρτα.
-Θα τα πούμε. Χαίρετε.
-Στο καλό!
Όταν επιτέλους έφυγε έβγαλε το μαγνητόφωνο από τη τσέπη της και το έκλεισε.
Τώρα τους είχαν στο χέρι...
Άλλα δύο θύματα...

Απόψε, στις τρεις {TYS_GR}Donde viven las historias. Descúbrelo ahora