Κεφάλαιο 22

7.6K 592 34
                                    


Η Μαρία με πήρε τηλέφωνο και απάντησα ενώ έτρωγα.

"Μωρή ηλίθια γιατί δεν μου είπες ότι έπρεπε να πάμε αργότερα στο σχολείο?" μου είπε και συγχισμένη την ρώτησα για τι πράγμα μιλά.

Μου εξήγησε ότι ήταν στο σχολείο αλλά δεν ήταν κανείς εκεί και ότι δεν ήξερε ότι έπρεπε να πάμε πιο αργά σήμερα.

"Γαμώτο. Στο ορκίζομαι δεν είχα ιδέα" γέλασα και σχεδόν να πνιγώ με το φαϊ.

"Τέλος πάντων, δεν πειράζει, θα τηλεφωνήσω στον Γιάννη για να βγούμε. Εσύ τι κάνεις?" με ρώτησε και της είπα ότι έτρωγα πρωινό.

"Εντάξει τότε, τα λέμε αργότερα, φιλάκια κούκλα μου" είπε και έκλεισε το τηλέφωνο.

Ο Άρης απορημένος με ρώτησε για πιο πράγμα μιλούσε. "Προφανώς σήμερα έπρεπε να πάμε πιο αργά σχολείο".

"Α ναι, έπρεπε" είπε χαλαρός συνεχίζωντας το φαγητό του κοιτάζωντας τον χώρο. Κατέβασα το πιρούνι μου κοιτάζωντας τον και υψώνοντας το φρύδι μου.

"Μαλακισμένο, το ήξερες και δεν μου είπες τίποτα" του είπα και σήκωσε τους ώμους του εύθυμα. "Το ξέχασα" ήταν η μόνη του απάντηση.

"Ηλίθιε" είπα μέσα απο τα δόντια μου. "Σκάσε, το ξέρω ότι με αγαπάς" είπε και πνίγηκα με το φαγητό μου αρχίζωντας να βήχω. Πως το ήξερε αυτό? Δεν του είπα ποτέ ότι τον θέλω. Ποιός του το είπε? Πως το ανακάλυψε?

Σηκώθηκε απο την καρέκλα μου και ήρθε κοντά μου χτυπώντας με στην πλάτη αφού ακόμα έβηχα. Μόλις κατάλαβα ότι το είπε μεταφορικά. Δεν εννοούσε ότι είμαι ερωτευμένη μαζί του. Πόσο ηλίθια παίζει να είμαι? Μου φάνηκε πολύ παράξενο να ακούω το αγόρι που θέλω να λέει ότι το ξέρει πως τον αγαπώ.

"Είσαι καλά?" γέλασε. "Ναι" του είπα σηκώνοντας ψηλά το κεφάλι μου ενώ η καρδιά μου χτυπούσε γρήγορα.

Ο Άρης ήταν στο δωμάτιο του και ετοιμαζόταν για το σχολείο ενώ εγώ βαριόμουν αφόρητα και είπα να σιδερώσω. Όταν τελείωσα με τα δικά μου ρούχα, πήρα την ποδοσφαιρική φανέλα του Άρη να την σιδερώσω μιας και σήμερα ήταν ο μεγάλος αγώνας.

"Δεν βρίσκω την φανέλα μου" ο Άρης μπήκε στο δωμάτιο μου ημίγυμνος. "Ορίστε" του έδωσα την φρεσκοσιδερωμένη φανέλα. Την πήρε κοιτάζωντας με. "Σιδέρωσες τα ρούχα μου?" ρώτησε χαμογελώντας στραβά.

"Αχα" ένευσα και αυτός απλά γέλασε. "Ευχαριστώ" είπε. "Μαγειρεύεις, σιδερώνεις, νομίζω πρέπει να σε παντρευτώ" είπε και χαμογέλασα. "Μάλλον πρέπει" συνέχισα το αστείο του. Ένα χαμόγελο σχηματίστηκε στο πρόσωπο του και προσπάθησα να μην έχω το βλέμμα μου καρφωμένο πάνω του όσο φορούσε την φανέλα του.

Το αγόρι της διπλανής πόρτας #WattFunGrDonde viven las historias. Descúbrelo ahora