Κεφαλαιο 1

536 39 11
                                    

Ξαφνικά ακούω το ξυπνητήρι ότι καταλαβαίνω πως πρέπει να πάω στο σχολείο. Δυστυχώς ήταν ακόμα η δεύτερη ημέρα.

Στο σχολείο να με κοροϊδεύουν για τα ρούχα που φοράω, για τον τρόπο που μιλάω, ΓΙΑ ΤΑ ΠΑΝΤΑ!

Καθώς βγαίνω από το σπίτι και βλέπω την Βάνα να περπατά στο δρόμο. Οπότε ξεκινάμε να πάμε μαζί στο σχολείο.

Την κολλητή μου την ζηλεύω ώρες ώρες, επειδή έχει πολύ ωραίο σώμα και αναλογίες. Είναι 1,65 και 50 κιλά, ενώ εγώ είμαι 1,58 και και 50 κιλά. Δηλαδή έλεος!

Πηγαίνοντας στο σχολείο πέφτουμε πάνω σε δύο τύπους.

Ωχ οχι οχι οχι... δεν μπορεί.

Αυτά τα αγόρια είναι ο Ιάσονας και ο Λουκ.

Αυτοί οι δύο ξεκίνησαν να με κοροϊδεύουν πρώτοι και μετ'έπειτα άρχισαν και οι υπόλοιποι. Πέρσι ένα παιδί έπεσε πάνω τους και την επόμενη μέρα βρέθηκε στο νοσοκομείο με σπασμένο χέρι και πόδι.

Και το καλύτερο. Έπεσα και εγώ πάνω τους και μου έχουν κοπεί τα πόδια από τον φόβο, σε αντίθεση με εμένα η Βάνα ήταν πιο ψύχραιμη από εμένα.

Κατευθείαν με το που το πήρα είδηση έπιασα την Βάνα από το χέρι και αρχίσαμε μα τρέχουμε.

"Ρε Νεφέλη πας καλά; Πρέπει να τους αντιμετοπίσεις κάποια στιγμή δεν γίνεται να τρέχεις για πάντα"

"Ρε Βάνα αυ-αυτοί με... με τ-τρομάζουν δεν βλέπεις τ-τι μου κάνουν κάθε μέρα;"

Προσπάθησα να δικαιολογίσω τον ευατό μου που φέρομαι τόσο δείλα, όμως δεν τα πολύ κατάφερα, είναι η αλήθεια. 

"Όχι Νεφέλη μου όσο έχεις εμένα δεν χρειάζεται να φοβάσαι κανέναν. Απλώς το μόνο που σου λέω, είναι να αρχίσεις να υπερασπίζεσαι τον ευατό σου."

"Θα προσπαθήσω. Είσαι η καλύτερη είμαι πολύ τυχερή που σε έχω!"

Είπα χαρούμενα και την αγκάλιασα.

Δεν ξέρω τι θα έκανα χωρίς αυτή. Είναι το στήτριγμά μου!

Οι ώρες περάσανε και επιτέλους σχολασαμε. Καθώς βγαίναμε είδαμε μια γνωστή φάτσα να φιλάει, βασικά να τρώει μια κοπέλα. Ο Θεός να την κάνει κοπέλα. Καθώς ο Ιάσονας, ναι κυρίες και κύριοι αυτός είναι ο τυπάς. Που έμεινα ααα ναι. Λοιπόν και καθώς ο Ιάσονας την τρώει την φιλάει ήθελα να πω, μόλις με είδε ότι τον κοιτούσα χαμογελάσε πονηρά και την χουφτωσε την κοπέλα και αυτή αναστέναξε.

Κατευθείαν έσκυψα το κεφάλι και άρχισα να τρέχω.

Αφού έφτασα σπίτι χαιρετησα τους δικούς μου, έφαγα έκανα τα μαθήματα μου πήγε 10 η ώρα ακούω ξαφνικά μουγκρισματα πάω κατευθείαν στο σαλόνι όπου ήταν ο μπαμπάς μου, η μαμα μου είχε πάει για ύπνο. Ο μπαμπάς μου με πήρε στην αγκαλιά του και πήγαμε στο μπαλκόνι (μένουμε σε πολυκατοικία στον 3 όροφο) και είδαμε κάτι αγόρια με μηχανές να κάθονται κάτω από το σπίτι μας και να κάνουν θόρυβο με τις μηχανές τους.

"Φύγετε ρε κωλοπαιδα, σηκωσατε την γειτονιά στο πόδι."

Φώναξε ο μπαμπάς μου για να μπορέσουν να τον ακούσουν.

"Άσε μας ρε γέρο. Αλλά η κουκλίτσα, ωραίο κομμάτι, ας έρθει να μας κάνει παρέα"

Φώναξε ένα παιδί από εκέι.

Τότε προσπάθησα να κρυφτώ πίσω από τον μπαμπά μου.

Οπα κάτσε ο Ιάσονας είναι ένας από εκείνους. Ναι ο Ιάσονας είναι ωχ την βάψαμε.

"Φύγετε ρε μαλακες, θα καλέσω την αστυνομία"

"Ήρεμα γέρο την κάνουμε. Πάμε μάγκες."

Είπαν και φύγανε, αλλά ο Ιάσονας με κοιτούσε με ένα έντονο βλέμμα.

Μετά που φύγανε αυτοί, πήγαμε για ύπνο, διότι είχε περάσει η ώρα.

Την επομένη, παρ'όλο που ήταν Σάββατο, δεν έκανα κάτι το ιδιαίτερο, έκανα τα μαθήματά μου και έβαλα να δω μια σείρα στον υπολογιστή.

Το απόγευμα το πέρασα στο σπίτι της Βάνας και κατά τις 10, ξεκίνησα με προορισμότο σπίτι μου. Είναι 20 λεπτά δρόμος.

Έχει κανένα 5 λεπτο που ξεκίνησα και ξαφνικά νιώθω ένα αμάξι να σταματάει δίπλα μου.

Ωχ την βάψαμε, σκύβω το κεφάλι και πάω να προχωρήσω αλλά έρχεται προς το μέρος μου...

My ButterflyWhere stories live. Discover now