Κεφαλαιο 19

319 18 2
                                    

Ιούλιος.

Τα μαθήματα έχουν πλέον τελειώσει, το ίδιο και οι υποχρεώσεις και επιτέλους καλοκαίρι.

Εγώ με τον Λιαμ συνεχίζουμε όπως ήμασταν, μόνο που τώρα το ξέρουν όλοι για εμάς και είναι φυσικά πολύ χαρούμενοι.

Επισκεφτήκαμε τους γονείς μου στην Ελλάδα οι οποίοι τον λάτρεψαν, και έτσι έχουμε ολόκληρο το καλοκαίρι μπροστά μας.

'What are you guys doing tonight?' μας ρώτησε η Hanna ένα ζεστό απόγευμα του Ιουλίου

'We don't have anything planned, why?'

'A new bar has opened across the street and I was wondering if you'd like to check it out tonight'

'Sure!'

Οπότε το βράδυ ετοιμαστήκαμε και πήγαμε όλοι μαζί στο καινούργιο μαγαζί, το οποίο μας εντυπωσίασε από την πρώτη κιόλας στιγμή. Είχε όμορφη, ζεστή διακόσμηση και η μουσική ήταν ακριβώς αυτό που μας αρέσει. Έχοντας ακόμη περισσότερη διάθεση από πριν, καθίσαμε σε ένα τραπέζι στο βάθος του μαγαζιού και περιμέναμε κάποιον να έρθει για την παραγγελία μας. Σε λίγα μόνο λεπτά πλησίασε το τραπέζι μας μια κοπέλα στην ηλικία μας περίπου που λογικά ήταν η σερβιτόρα. Ήταν όμορφη κοπέλα αλλά πολύ προκλητικά ντυμένη. 

'Παρακαλώ τι θα θέλατε;' μας ρώτησε. 

Απορώ πια. Στην Αγγλία είμαι, γιατί συναντάω συνέχεια Έλληνες; 

Και οι υπόλοιποι μόλις μας μίλησε η κοπέλα φάνηκαν πολύ έκπληκτοι και άρχισαν να γελάνε. 

'Πως και έτυχε να έρθει Ελληνίδα σερβιτόρα στο δικό μας τραπέζι;' ρώτησε ευγενικά ο Ηλίας, φίλος του Λιαμ. 

'Σας άκουσα που μιλούσατε μεταξύ σας όταν ήμουν στο διπλανό τραπέζι και ήρθα εγώ. Και τώρα τι θα πάρετε;' ξαναρώτησε και ξεκινήσαμε να της λέμε ένας ένας. 

Πρόσεξα ότι όση ώρα σημείωνε την παραγγελία, έριχνε συνέχεια κλεφτές ματιές στον Λιαμ, ο οποίος το πρόσεξε αλλά δεν έκανε κάτι για να το σταματήσει. 

Περίεργο.

Όταν μετά από λίγο, η κοπέλα επέστρεψε με την παραγγελία μας, αφού μας τα μοίρασε, έσκυψε διακριτικά και έδωσε ένα μικρο χαρτάκι στον Λιαμ. 

'Τηλεφώνησέ μου κάποια φορά αν θέλεις' του είπε έχοντας ένα πονηρό χαμόγελο στα χείλη της και έφυγε. 

Ο Λιαμ απλά γέλασε και έβαλε το χαρτάκι στην τσέπη του μπουφάν του.

Μισό λεπτό. Γιατί δεν το πέταξε; 

Τα αγόρια γελούσαν με το 'κατόρθωμα' του Λιαμ να πάρει το τηλέφωνο από αυτή την κοπέλα αλλά εμένα αυτό που με ένοιαζε ήταν γιατί δεν το ξεφορτώθηκε. Γιατί να θέλει να το κρατήσει; 

'Με συγχωρείτε λίγο' είπα και σηκώθηκα από το τραπέζι. Πριν κανείς προλάβει να αντιδράσει κατευθύνθηκα προς την έξοδο. 

'Ολίβια! Περίμενε' άκουσα τον Λιαμ να με φωνάζει και αποφάσισα να σταματήσω για να δω τι έχει να μου πει.

'Γιατί έφυγες;' με ρώτησε σαν να μην είχε καταλάβει τίποτα 

'Ω έλα τώρα, σοβαρά δεν κατάλαβες;'

'Όχι δεν κατάλαβα, μπορείς να μου εξηγήσεις;'

'Εσύ να μου εξηγήσεις Λιαμ! Πρώτα έρχεται η σερβιτόρα, σε κοιτάει, σου χαμογελάει και ενώ είμαι δίπλα σου και δεν κάνεις τίποτα και μετά σου δίνει το τηλέφωνό της και το κρατάς! Και όλα αυτά μπροστά μου Λιαμ! Δεν θέλω να φανταστώ τι γίνεται όταν δεν είμαι μπροστά!'

'Τι είναι αυτά που λες; Απλά προσπαθούσα να είμαι ευγενικός Ολίβια. Η κοπέλα δεν είχε ιδέα ότι είμαστε μαζί. Δεν μπορούσα απλά να πετάξω το χαρτάκι μπροστά της!'

'Δηλαδή λες ότι προτίμησες να μην πληγώσεις μια άγνωστη αλλά να πληγώσεις την κοπέλα σου. Ωραία λογική.' 

'Εντάξει, εκείνη την ώρα δεν το σκέφτηκα. Συγγνώμη. Έλα πάμε μέσα τώρα'

'Δεν έχω όρεξη πλέον. Θα πάω σπίτι, πες στους υπόλοιπους ότι δεν ένιωθα καλά.'

'Είμαστε εντάξει τουλάχιστον;' ρώτησε

Δεν απάντησα.

Γύρισα σπίτι και αμέσως πέταξα την τσάντα μου κάτω και πήγα στο κρεβάτι. Πραγματικά δεν είχα όρεξη για τίποτα άλλο. Περισσότερο όμως με ένοιαζε το ότι δεν ξέρω αν μπορώ να τον εμπιστεύομαι όσο πριν. Δεν κατάλαβα καν αν μου έλεγε την αλήθεια.

Αφήνοντας τις σκέψεις μου να με καταλάβουν, αποκοιμήθηκα χωρίς να αντιληφθώ ότι ο Λιαμ δεν γύρισε στο σπίτι εκείνη την νύχτα.

Και από εδώ αρχίζουν τα προβληματααα :)  

Δεν κάνω άλλα σπόιλερ, τα λέμε σύντομα :) 

Roommates (Completed)Wo Geschichten leben. Entdecke jetzt