Κεφάλαιο 4: Οι Εφιάλτες της Layna.

49 5 4
                                    

Μετά από όλο το περιστατικό, ούτε κιόλας 10 λεπτά δεν είχαν περάσει και η Layna σκεφτόταν αυτό το περιστατικό. Οι αστυνόμοι την άφησαν γεμάτη υποψίες, απορίες και τρόμο έλεγε συνέχεια στους γείτονες. Οι άνθρωποι που ζούσαν στην γειτονία της γυναίκας αυτής είχαν μείνει έκπληκτοι, είχαν απορίσει ακόμα και με τον ίδιο τους τον εαυτό.

Η Layna μετά από όλο αυτό, πήγε να συνεχίσει πλέον τις δουλείες της. Πήγε σπίτι της να μαγειρέψει, ότι μαγιρεύει σχεδόν κάθε μέρα. Δεν ήξερε να μαγιρεύει. Δεν της έμενε χρόνος από μικρή κίολας για να μάθει. Ήξερε λίγα πράγματα, άλλα καλά. Ετοίμαζε αυτό που λέγαν τότε οι Άγγλοι εκείνης της ηλικίας "Sunday Roasts". Ήταν ένα φρεσκοψημένο κοτόπουλο, με την συνοδεία μανιταριών και αρακά. Ήξερε να το κάνει τέλεια. Την ώρα που μαγείρευε, ένα τηλέφωνο χτύπησε. Πολύ δυνατά. Έξαλλα. Σαν να έγινε κάτι κακό.

"Και άλλη συμφορά; Another affliction?" είπε με ειρωνικό τρόπο.

Σηκώνει και το τηλέφωνο. Δεν ακουγόταν καλά, καθόλου καλά. Δεν ήξερε μάλλον τι να κάνει.

"Hello" είπε, σαν να μην συνέβαινε τίποτα.
"Γειά", "Hallo", "Hiyaa, Ayouu?" έλεγε και ξανά έλεγε. Με μια απορία στο βλέμμα της.

Την ώρα που πήγε να αφήσει το ακουστικό κάτω, δηλαδή να κλείσει το τηλέφωνο, ακούγεται μια φωνή σιγανή με τρομακτικό ύφος, έτοιμη να πάρει εκδίκηση.

"Έχείς 3 μέρες να λύσεις όλα αυτά που έκανες." της είπε ένας.

Το κλείνει κατευθείαν. Τρόμαξε. Δεν ήξερε τι να κάνει.

"Μάλλον με κοροιδεύουν". είπε μετά από 1 λεπτό σκέψης "Ο ναι φάρσα είναι. A joke." είπε.

Προσπάθησε να φέρει στο μυαλό της το πιο εύκολο επειχήρημα. Ότι ήταν φάρσα. Άφησε το γεγονός πίσω της. Κύλησε. Το βράδυ ήρθε κιώλας. Δεν κατάλαβε λέει πότε ήρθε. Δεν είχε κάνει και πολλά αυτήν την ημέρα. Τα πτώματα και η φάρσα όπως έλεγε την άφησαν πίσω στην καθημερινότητα της. Έβλεπε όλη την ημέρα την αγαπημένη της εκμπομπή που την είχε η τηλεόραση επανάληψη το "My cooker".

Πήγε να κοιμηθεί, έχοντας κλείσει την τηλεόραση. Ξάπλωσε και προσπάθησε να χαλαρώσει. Κλείνει το φώς, μαζί με τα μάτια της. Την ώρα λοιπόν που πήγε να κοιμηθεί κάτι άνοιξε. Άκουσε τον ήχο της πόρτας. "Ωχ" λέει "θα ξέχασα το παράθυρο άνοιχτο".

Κοιμήθηκε, χωρίς να δώσει σημασία στο γεγονός αυτό. Στις 2:01το βράδυ ξυπνάει. "Μα τι περίεργη ώρα. So weird" είπε.

Και την ώρα που σηκώνεται από το κρεβάτι της να πάει να πιει λίγο νερό ανοίγει η πόρτα του μπάνιου. Έκανε τον ίδιο ήχο όπως η πόρτα που ακούστηκε πρίν. Πάει να κλείσει την πόρτα, και την ώρα που πάει να την κλείσει βλέπει στον καθρέφτη του μπάνιου μια σκιά. Τσιρίζει.

"ΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑ!" είπε.

Χωρίς να πει πολλά, πέφτει λυπόθυμη κάτω.

Η σφαγήDonde viven las historias. Descúbrelo ahora