Πολύτιμο
Παγωνιά... Απόλυτη παγωνιά και νεκρική σιωπή. Ακούγονταν μόνο οι ανάσες των ανθρώπων που κοιμόταν γύρω της, σχεδόν συντονισμένες. Τους είχαν στοιβάξει σε ένα μικρό υπόγειο, αφήνοντας τους εκεί, λογικά για να πεθάνουν.
Δεν υπήρχε ούτε πόσιμο νερό, ούτε τουαλέτα, ούτε σκεπάσματα. Ο Κινέζος είχε προλάβει να τους προμηθεύσει με λίγα συσκευασμένα τρόφιμα ικανά να τους κρατήσουν για μερικές ακόμη ημέρες. Κι εκείνη είχε προλάβει να κρύψει στις τσέπες του μπουφάν της δυο συσκευασίες με κίτρινο τυρί την ώρα που τους έβγαζαν από το μαγαζί για να τους μεταφέρουν στο μεγάλο αυτοκίνητο. Για τα παιδιά τουλάχιστον.
Έβλεπε τα αποκαμωμένα προσωπάκια τους να κρύβονται στους κόρφους των μανάδων τους, αναζητώντας ζεστασιά και ασφάλεια. Άλλη μια νύχτα που κοιμόταν με νανούρισμα το φόβο και τα δάκρυα. Άραγε θα μπορούσαν τα παιδιά αυτά να έχουν φυσιολογική ζωή; Θα μπορούσαν ποτέ να ξεχάσουν;
Τυλίχτηκε με το πράσινο σάλι και έφερε το φθαρμένο αθλητικό σακίδιο της στην αγκαλιά της για να ζεσταθεί. Τα δόντια της έτρεμαν ακατάπαυστα και τα χέρια της τα ένιωθε άκαμπτα. Το μπουφάν που φορούσε ήταν από φθηνή δερματίνη και δεν εξυπηρετούσε καθόλου την περίσταση. Ευτυχώς, οι άντρες αυτοί μέσα στη βιασύνη τους δεν τους ξεγύμνωσαν από τα λιγοστά υπάρχοντά τους κι έτσι, είχε ακόμη δυο αλλαξιές ρούχα μαζί της, μερικά εσώρουχα και είδη υγιεινής. Η ανάγκη σε κάνει προνοητικό τελικά.
Έσφιξε τις γροθιές της θυμωμένη. Πώς είχαν σταθεί τόσο άτυχοι; Πώς στο καλό τους είχαν ανακαλύψει και μάλιστα αυτοί; Χίλιες φορές να πέφτανε στα χέρια των αρχών ή της αστυνομίας! Αυτοί θα τους παρατούσαν σε κάποιο καταυλισμό, ανώνυμους και ξεχασμένους μαζί με τόσες χιλιάδες άλλους που πάσχιζαν να επιβιώσουν. Από εκείνους θα μπορούσε να ξεφύγει. Το είχε κάνει μια φορά. Δεν θα ήταν αδύνατον να το επαναλάβει. Αυτοί εδώ, όμως;
Την γνώριζε τη ράτσα τους και μάλιστα πολύ καλά. Εθνικιστές. Κακόμοιρα, ρατσιστικά πλάσματα που αντλούσαν ζωή αποκλειστικά από τη βία. Στήριζαν την ύπαρξη τους σε αυτές τις ομάδες που δημιουργούσαν καθώς δεν μπορούσαν να σταθούν επάξια πουθενά αλλού. Δεν μετάνιωνε καθόλου για τη τζαμαρία που τους είχε σπάσει. Το χάρηκε κιόλας και το χάρηκε ακόμη περισσότερο που δεν την είχαν καν αντιληφθεί!
YOU ARE READING
Μικρή Βαλίτσα
RomanceΤους μισούσε... Τους μισούσε όλους ανεξαιρέτως ο Ορέστης. Μαζί με τον καλύτερο του φίλο, του είχαν στερήσει την ανθρωπιά, τη συνείδηση, την ελευθερία. Η εκδίκηση τον βασάνιζε και ο σκοπός της ζωής του είχε γίνει πια ένας: να καταστρέψει οτιδήποτε ξέ...