Η Ηλέκτρα παρατηρούσε το αγόρι στην γωνία. Έμεινε να τον κοίτα εκεί επίμονα για μερικά λεπτά. Το αγόρι εκπέμπει κάτι μυστήριο που η ίδια δεν μπορεί να καταλάβει. Θέλει να βρει έναν τρόπο να τον πλησιάσει. Δεν συνηθίζει να μιλάει σε άγνωστους αλλά νιώθει σαν να τον γνωρίζει αιώνια. Παρατηρεί κάθε λεπτομέρεια πάνω του. Ψηλό ανάστημα γύρω στο 1.90 , γαλάζια ματιά σαν τον ουρανό και πολλά τατουάζ που εξέχουν γύρω από τα χέρια του και το λαιμό του , κάνοντας αντίθεση με το άσπρο του πουκάμισο. Τα μάτια του θλιμένα σπαράζουν την ψυχή της.
Η Ηλέκτρα παρατηρούσε το αγόρι από το μπαλκόνι του σπιτιού της. Το κλαμπ ήταν ακριβώς απέναντι από το σπίτι της. Άραγε πόσα κοινά είχαν οι δύο τους ; Η μητέρα της , της απαγορευε να βγαίνει από το σπίτι. Της υπενθυμιζε κάθε φορά πως προτεραιότητα στην παρούσα φάση είχε το διάβασμα και όχι η διασκέδαση. Αυτός ήταν και ο λόγος που η Ηλέκτρα δεν είχε πολλούς φίλους. Σπούδαζε ιατρική, ένα επάγγελμα με πολλές απαιτήσεις. Δεν ήξερε η ίδια αν ήταν αυτό που επιθυμουσε από μικρή ή ήταν και αυτό κάτι που την ανάγκασε να ακολουθήσει η μητέρα της. Ένιωθε φυλακισμένη μέσα στο ίδιο της το σπίτι. Πάντοτε αναρωτιέται πως θα ήταν αν ζούσε ο πατέρας της ή αν είχε έστω αδέρφια. Θα άλλαζε κάτι στην ζωή της;
Την μόνη της παρηγοριά αποτελούσε αυτό το κλαμπ που παρακολουθούσε στενά απ το μπαλκόνι της. Φανταζοταν τον εαυτό της μέσα στο κλαμπ με τα πιο ωραία και φανταχτερα ρούχα να λικνύζει το κορμί της στον ήχο της μουσικής συνοδευομενοι από όμορφα αγόρια. Η φαντασίωση αυτή του μυαλού της απείχε πολύ απ την πραγματικότητα.
Ξαφνικά το αγόρι γυρίσε το κεφάλι του προς το μέρος της. Την κοιτούσε καρφωνοντας την με το βλέμμα του. Ένιωσε αμέσως σαν να διαβάζει τις σκέψεις της. Το αγόρι μπορεί να ήταν το ίδιο δυστυχισμενο όσο εκείνη. Σίγουρα μπορούσε να την καταλάβει από το μελαγχολικό βλέμμα που του ανταπεδιδε.
"Ηλέκτρα έλα μέσα τώρα" συρισε η μητέρα της από μέσα.
Το αγόρι εξακολουθούσε να την κοίτα επίμονα. Η μητέρα την διέταξε και έπρεπε να μπει μέσα. Θα μπορούσε να κάτσει όλο το βράδυ και να τον κοιτάει στα μάτια. Έπρεπε να επιστρέψει όμως και έτσι ξύπνησε από την ονειροπωληση της.
Μπήκε μέσα και η μητέρα της άρχισε το κήρυγμα.
"Δεν σου έχω πει να μην ξενυχτάς μέχρι τέτοια ώρα; Τι κάνεις εκεί έξω μέσα στο κρύο μου λες ; Θες να αρρωστησεις τώρα που πλησιάζει η εξεταστική; Που το έχεις το μυαλό σου μου λες; Δεν θα έπρεπε να είναι στο διάβασμα; Σκέφτεσαι καθόλου το μέλλον σου; Θέλεις να γίνεις σαν τα ξεκολλα που κυκλοφορούν σε εκείνο το μπαρ; Σαν αυτά τα αποτυχημένα πλάσματα; Θες να γίνεις και εσύ αποτυχημένη ε; Γιατί δεν μου απαντάς;"
"Μητέρα σταματά,σε παρακαλώ"
Η Ηλέκτρα ένιωσε τα μάτια της να γεμίζουν καυτά δάκρυα.
"Σκέψου αυτά που σου είπα και πεσε αμέσως για ύπνο" συρισε η μητέρα της κλείνοντας δυνατά την πόρτα καθώς αποχωρουσε από το δωμάτιο.
Η Ηλέκτρα τώρα παραδόθηκε στην θλίψη. Άρχισε να κλαίει με μαύρο δάκρυ. Ένιωθε τόσο δυστυχισμενη. Τέτοιες ώρες είναι που σκέφτεται πως αν δεν ζούσε θα ήταν καλύτερα. Η ζωή δεν της προσφέρει καμία ευχαρίστηση, καμία χαρά. Ξαπλωσε στο κρεβάτι της και ο ύπνος δεν άργησε να έρθει.
Ανοίγει τα μάτια της και βλέπει το αγόρι με τα τατουάζ. Στέκεται από πάνω της σιωπηλα και την κοίτα. Το θλιμενο του πρόσωπο έρχεται όλο και πιο κοντά στο δικό της. Νιώθει την ανάσα του καυτή στο πρόσωπο της. Τα χείλη του αγγίζουν τα δικά της. Η γεύση του φιλιού του σαν καραμέλα που λιώνει μέσα στο στόμα της. Να ναι άραγε ο έρωτας το αντίδοτο για την περίπτωση της;
Συνεχίζεται.....
Γειά σε όλο το καλό κόσμο που διάβασε αυτό το κεφάλαιο...Ελπίζω να σας άρεσε και περιμένω τα δικά σας σχόλια; Πως σας φάνηκε η αρχή της ιστορίας μας και η γνωριμία με τους βασικούς πρωταγωνιστες;;; Θα χαρώ πολύ να ακούσω τις γνώμες σας!!!