γραμμές...
άσπρες γραμμές βάζω για τείχη ανάμεσα μας.
και ταμπέλες.
πολλές ταμπέλες να οριοθετούν τα χιλιόμετρα,
τις ανάσες,
τα ψέμματα που μας χωρίζουν.
ύστερα παίρνω το αυτοκίνητο και τα ακολουθώ.
συνεχόμενες γραμμές και πατώ με τις ρόδες απάνω τους όπως εσύ πάτησες και προσπέρασες.
ξαφνικά σπάζουν σε κομμάτια,
διακεκομένες
και γκρεμίζομαι στο κενό.
χάνομαι.
κάνω λίγα χιλιόμετρα ακόμα
και μετα γυρνώ ηττημένη στο σπίτι.
ανοίγω τον υπολογιστή και τον γεμίζω ψέμματα.
λόγια μεγάλα.
φανταχτερά.
μόνα.
το φοβάμαι το χαρτί.
φοβάμαι το χάδι μου πάνω του.
φοβάμαι την επαφή γιατί θυμάμαι και δεν το θέλω πια.
δεν θέλω να θυμάμαι τα γράμματα,
τα δώρα,
τα αγγίγματα,
την ανάσα σου στο λαιμο μου.
μα πιο πολύ δεν θέλω να θυμάμαι πως δεν είσαι πια εδώ.
Μαζί συνομωτίσαμε.
θυμάσαι;
κάναμε όλα όσα συμφωνησαμε για να φύγουμε μακρυά.
και φύγαμε.
θυμάσαι;
εγώ εδω και συ εκεί.
και ανάμεσα μας πινακίδες,
ονόματα,
αριθμοί τηλεφώνων που αλλάξανε φωνές και πρόσωπα.
Δεν είσαι εδω
ακούς;
σου το απαγόρευσα και μου το απαγόρευσες.
δεν είσαι εδω.
οριοθετώ τα χιλιόμετρα και μετρώ πινακίδες κάθε μέρα.
τόσα χιλιόμετρα,
τόσες μέρες,
τόσα κρεββάτια χωριστά.
αλλά γαμώτο στην αφαίρεση δεν βγαίνουν σωστά ποτέ.
είναι τρύπιες οι τσέπες σου και γλυστρώ.
πέφτω στις άσπρες γραμμές.
και γυρίζω πίσω.