chapter 17

1.8K 304 46
                                    


❝and I just wanna scream out 'til my voice breaks, even if the tears fall and my heart hates me❞

Kiana

«Έλα.» ο Harry ανοίγει την πόρτα του διαμερίσματος του και περνάω μέσα διστακτικά.

«Ευχαριστώ για όλα, ειλικρινά, βασικά έπρεπε να με πας στο σταθμό.» του λέω σιγανά.

«Για κανέναν γαμημένο λόγο.» τον ακούω πίσω μου  χαμηλόφωνα  καθώς κλείνει την πόρτα αργά.

Προχωράμε ένα μικρό σκοτεινό διάδρομο και εκείνος ακολουθεί πίσω μου. «Στα αριστερά σου είναι το μπάνιο και στα δεξιά το υπνοδωμάτιο. Είναι μικρό το διαμέρισμα, το ξέρω.» μου λέει.

Μόλις τελειώνει ο διάδρομος, βγαίνω σε ένα φωτεινό χώρο, στα δεξιά είναι το σαλονάκι και ένα ξύλινο στρογγυλό τραπέζι και  στα αριστερά  η κουζίνα, ενώ ευθεία μπροστά μου βρίσκεται μια μεγάλη μπαλκονόπορτα που απλώνεται σχεδόν σε όλο τον τοίχο.

«Ωωω..» κοιτάζω το χώρο γύρω μου χαμογελώντας ελαφρά. Φτάνω μπροστά από το παράθυρο και κοιτάζω τη θέα απέξω. Πολύ όμορφα.  «Είναι πολύ ωραίο.» γυρίζω και του λέω δυνατά, χαμογελώντας.

Μου χαμογελάει πίσω γλυκά και με κοιτάζει εξεταστικά, λες και σκέφτεται πράγματα κρυφά.

«Ευχαριστώ και συγγνώμη που γίνομαι βάρος.» του λέω για μία ακόμη φορά.

«Kiana..» μουγκρίζει. «Μη λες μαλακίες. Ποτέ δεν είσαι βάρος.» Περπατάει μέχρι την κουζίνα, παίρνει ένα ποτήρι από το ντουλάπι και αρχίζει να το γεμίζει με νερό από τη βρύση.

«Η μαμά σου δεν είχε πρόβλημα, εφόσον η Gemma επέστρεψε πίσω στη δουλειά, γιατί όταν την κάλεσε εκείνη δούλευε και έφυγε γρήγορα, εμ-κάλεσε και εμένα, δε ξέρω αν η μαμά σου το ξέρει και έπειτα της είπε ότι θα επέστρεφε πίσω και θα ερχόσουν εδώ. Εγώ-εγώ αποφάσισα να μη φύγεις, δεν ήθελα να φύγεις-ε-εννοώ σε ξέρω, και ξέρω πως δε σκόνταψες απλά και πως είπες ψέματα στο γιατρό γιατί φοβάσαι.»

Έρχεται μπροστά μου και μου δίνει το ποτήρι με το νερό.

«Πάρε το.» τείνει το χέρι του προς το μέρος μου. «Ζαλίστηκες; Γιατί έπεσες;» με ρωτάει σμίγοντας τα φρύδια του.

Πίνω λίγο από το νερό και έπειτα το κρατάω στα χέρια μου. «Α-απλώς σκόνταψα.» ανασηκώνω τους ώμους μου καθώς του απαντώ.

«Μη μου λες ψέματα!» υψώνει ελαφρώς τον τόνο του.

Αμέσως κλείνω τα μάτια μου γιατί η ένταση της φωνής του ενοχλεί τον ήδη έντονο πονοκέφαλο μου. Παίρνει το ποτήρι από τα χέρια μου και το αφήνει πάνω στο τραπέζι πίσω του.

«Η μαμά σου είπε στην Gemma ότι ήσουν άρρωστη. Μα καλά, δε σκέφτεσαι καθόλου τον εαυτό σου; Ήρθες από το Holmes Chapel στο Λονδίνο ενώ δεν είχες αναρρώσει πλήρως; Δε σκέφτεσαι καθόλου σοβαρά;!» υψώνει τον τόνο του πιο δυνατά τώρα.

«Harry..» του λέω εξαντλημένα. «Με τις φωνές σου δεν αλλάζει κάτι.» προχωράω μακριά του. Του μιλάω άχρωμα, αδύναμα, και όταν τον κοιτάζω βλέπω πως και εκείνος το καταλαβαίνει.

«Δεν είσαι καλά! Δεν είσαι καλά γαμώτο! Σκέψου τι θα γινόταν εάν χτυπούσες περισσότερο! Πόσο μάλλον σκέψου αν έχεις κάτι σοβαρό και είπες ψέματα στο γιατρό! Πως μπορείς να λες ψέματα;!» φωνάζει.

«Σταμάτα να συμπεριφέρεσαι λες και νοιάζεσαι.» κάθομαι στον καναπέ προσεκτικά. Πιάνω το κεφάλι μου που πονάει μες τα χέρια μου και αναστενάζω την επόμενη στιγμή.

 «ΜΑ ΝΟΙΑΖΟΜΑΙ! ΦΥΣΙΚΑ ΚΑΙ ΝΟΙΑΖΟΜΑΙ! Σου έχω δείξει ποτέ κάτι άλλο;!» ουρλιάζει.

«Πως μπορείς να λες ψέματα;!» αντιγράφω τα προηγούμενα λόγια του. «Νοιάζομαι για εσένα πιο πολύ από ότι εσύ, εσύ το μόνο που-..» πάω να συνεχίσω μα δεν τα καταφέρνω.

Καλύπτω το στόμα μου με το χέρι μου και τρέχω στο μπάνιο, μπαίνω μέσα και αμέσως αδειάζω ότι έχω μέσα μου στη λεκάνη. Όχι ότι έχει μείνει και κάτι. Βάζω τα κλάματα και εκείνος έρχεται πίσω μου.

«Όχι, όχι..» του λέω για να μη με πλησιάσει μα δείχνει να μην τον νοιάζει τι του λέω. Μου τραβάει τα μαλλιά πίσω, πατάει το καζανάκι και με φέρνει μπροστά από τον νιπτήρα. Πλένει το πρόσωπο μου και με κοιτάζει λυπημένος. Φέρνει την πετσέτα για να σκουπιστώ και εγώ κλαίω αθόρυβα.

«Είμαι ένα κουρέλι. Είμαι ένα χάλι.» του λέω. «Από τότε που επέστρεψα. Θέλω να φύγω, δεν αντέχω άλλο. Αλήθεια.» με τραβάει στην αγκαλιά του και με σφίγγει πάνω του. Μου φιλάει τα μαλλιά και με σφίγγει ακόμη πιο δυνατά.

«Σσσς, μην το λες αυτό.» μουρμουρίζει.

«Η δική σου ζωή είναι εντάξει, έχεις τα πάντα. Η δική μου ζωή είναι ένα χάος, δεν έχω τίποτα.» ψιθυρίζω μες το στέρνο του καθώς κλαίω βουβά.

«Πως μπορείς να το λες αυτό; Πως μπορείς να λες ότι έχω τα πάντα εφόσον δεν έχω εσένα;» ψιθυρίζει. Δεν αντιδράω στα λόγια του, ούτε τα σχολιάζω. Μένουμε έτσι για λίγο, σιωπηλοί και ήρεμοι.

SunlightWhere stories live. Discover now