Κεφάλαιο 4 - Νεφέλη

835 94 12
                                    

Περπατούσα στην παλιά μου γειτονιά, εκεί που ήταν το πατρικό μου. Είχε τηλεφωνήσει μια κυρία που ενδιαφερόταν να το αγοράσει. Δεν είχε έρθει ακόμα. Έτσι πήγα κατευθείαν εκεί χωρίς να την περιμένω.

Άνοιξα την πόρτα και μπήκα στον άδειο χώρο. Είχαμε πάρει όλα τα παλιά έπιπλα και αντικείμενα από εδώ και το μόνο που έβλεπες ήταν μια ασπριλα. Πήρα μία βαθιά ανάσα για αυτό που θα έκανα. Τότε μου ήρθε μια έντονη μυρωδιά κλεισούρας. Αποφάσισα να ανοίξω τα παντζούρια για να μπεί φως και καθαρός αέρας.

Χαζεψα λίγο την θέα. Πολυκατοικίες. Μόνο αυτό έβλεπα. Ήταν όλα γκρι και η βουή από τα αυτοκίνητα ήταν μεγάλη. Δεν ήταν και η καλύτερη γειτονιά για να πω την αλήθεια. Τις σκέψεις μου διέκοψε ένας θόρυβος από τα δωμάτια. Κοκαλωσα!

"Ποιος είναι εκεί;" φώναξα αλλά δεν πήρα απάντηση. Τότε μια μορφή άρχισε να ξεπροβάλλει από τον διάδρομο των δωματίων. Το πρόσωπο ήταν γνωστό και οικείο, αλλά δεν γινόταν να βρίσκεται εκεί. "Μαμά;" ψέλλισα χωρίς να πιστεύω στα μάτια μου. Πως γινόταν να είναι εκεί; Είχε πεθάνει πριν από πέντε χρόνια! Παγωσα, φοβήθηκα, δεν ήξερα τι να κάνω!

Με πλησίασε αργα. Δεν κουνήθηκα από την θέση μου. Μου άνοιξε την αγκαλιά της και χώθηκα μέσα. Άρχισα να κλαιω. Η μητρική αγκαλια! Τι πιο σημαντικό! Μόνο εκεί μπορείς να ηρεμήσεις! Μου χάιδευε τα μαλλιά και εγβ την εσφιγκα πάνω μου. Μου είχε λείψει τρομερά! Άφησε τα χέρια της από πάνω μου και τα πέρασε γυρω από τον λαιμό μου.

Απομακρυνθηκαμε. Πήρα το βλέμμα μου από αυτήν και κοίταξα αυτό που κρεμόταν από πάνω μου. Ήταν ένα μενταγιόν με μια γκρι καρδιά. Ήταν τόσο απλό, με σπάγκο, αλλά ταυτόχρονα υπέροχο! Σήκωσα τα μάτια μου για να την δω αλλά δεν ήταν εκεί. Έτρεξα σε όλα τα δωμάτια ψάχνοντας την αλλά δεν ήταν πουθενά. Την φώναζα αλλά δεν απαντούσε.

Πετάχτηκα σαστισμένη από το κρεβάτι. Όλο αυτό ήταν ένα όνειρο, ένα πολύ περίεργο όνειρο. Τύλιξα τα χέρια μου γύρω από τον εαυτό μου. Ένιωθα πως η μαμά μου ήταν εκεί. Και όντως ήταν και θα είναι πάντα εδώ για μένα.

Κοίταξα το ρολόι. Ήταν εφτά και είκοσι. Σηκώθηκα από το κρεβάτι και πήγα στην κουζίνα. Έβαλα σε ένα μπολ δημητριακά με γάλα και άρχισα να τρώω. Το κινητό μου χτύπησε και το σήκωσα χωρίς να δω καν αναγνώριση.

"Παρακαλώ;"

"Τι κανει το κοριτσάκι μου;"

"Μπαμπά!" Αναφώνησα

Διπλο Μπέρδεμα 2Where stories live. Discover now