Κεφάλαιο 5ο

68 7 0
                                    

 Η Λυδία έμεινε με τον Αντώνη μέχρι τη δύση του ηλίου. Η Κατερίνα τους πήγε φαγητό όταν η Λυδία αρνήθηκε να δειπνήσει με την οικογένειά της. Η Μαρία πρότεινε αρκετές φορές στη Λυδία να σταματήσει και να ξεκουραστεί, τότε η Λυδία ρωτούσε τον Αντώνη αν τον ενοχλούσε, ενώ εκείνος απαντούσε κάθε φορά με ένα ανασήκωμα των ώμων.

«Πήγαινε να ξεκουραστείς» της είπε ο Αντώνης κατά τις επτά, «Τελειώσαμε για σήμερα»

«Εντάξει. Τα λέμε αύριο» η Λυδία άφησε μέσα στο καρότσι με τα άλλα εργαλεία το φτυάρι.

«Κοίτα, δε χρειάζεται να ξανά έρθεις»

«Γιατί όχι; Δε βοήθησα;»

«Βοήθησες, αλλά – »

«Μήπως σε ενοχλούσα;»

«Όχι, αλλά – »

«Τότε τα λέμε αύριο;»

«Είσαι σίγουρη; Όπως είδες είναι δύσκολη δουλειά. Αύριο θα πρέπει να τελειώσουμε τη πίσω πλευρά»

«Τέλεια» ο ενθουσιασμός της Λυδίας ήταν ολοφάνερος και ειλικρινής.

«Γιατί δε ασχολείσαι με κάτι άλλο;»

Η Λυδία ανασήκωσε τους ώμους της αδιάφορα. Η αλήθεια ήταν πως ένιωθε άσχημα που είχαν οικιακούς βοηθούς. Και αφού δεν είχε τίποτα άλλο να κάνει, ήθελε να βοηθήσει. Το σπίτι έλαμπε από καθαριότητα, αλλά και το γεγονός πως θα συνεργαζόταν με τη Κατερίνα, την αποθάρρυνε από το να προσφέρει βοήθεια.

Η ιδέα να δουλέψει στο κήπο ήταν η καλύτερη. Φυσικά δε περίμενε τόση κούραση και δε περίμενε και να τα καταφέρει, αλλά τελικά δε τα παράτησε. Αφού καθάρισε τα αγάλματα και το σιντριβάνι, βοήθησε τον Αντώνη να απλώσουν το φρέσκο χώμα στα παρτέρια που είχε σκαλίσει. Ο Αντώνης της έδειξε το μοτίβο που θα φυτεύονταν οι σπόροι των λουλουδιών, έτσι ώστε να δημιουργούνταν όμορφες συνθέσεις. Αφού πότισαν, η Λυδία ανέλαβε να σκουπίσει και ο Αντώνης έπλυνε και φύλαξε τα εργαλεία.

Ο Νάιτ πέρασε όλη του τη μέρα ξαπλωμένος στη σκιά της πόρτας. Μόνο όταν η Λυδία και ο Αντώνης έκαναν διάλειμμα, σηκωνόταν και έτρεχε κοντά της. Ακουμπούσε τη μουσούδα του στα γόνατά της και έκλεινε τα μάτια. Η Λυδία με το ένα χέρι έτρωγε και με το άλλο χάιδευε το τριχωτό κεφάλι του. Κι ύστερα ο πιστός της φίλος επέστρεφε με αργό βηματισμό πίσω στη θέση του, δίπλα στα μπολ με το νερό και το φαγητό που του είχε φέρει η Μαρία.

Η Λυδία επέστρεψε από στο σπίτι από τη πίσω πόρτα της κουζίνας. Η μαγείρισσα έβγαζε ένα ταψί από το φούρνο, ενώ η Κατερίνα γέμιζε ένα μεγάλο δίσκο με το σερβίτσιο για το βραδινό.

FaithWhere stories live. Discover now