Σε ένα ποτήρι με ρακί έσβησα το είναι μου τούτη τη νύχτα. Τη γέμισα με το άρωμά σου, τον ήχο σου, νησί μου αγαπημένο.
Με τα μάτια κλειστά πλημμύρισα με τον κόκκινο ήλιο σου την ώρα που φιλάει το πέλαγος ...σμίξιμο ερωτικό π' ανακούφιση δε βρίσκει. Γι αυτό και κάθε δείλι επιστρέφει στο ίδιο σημείο, στην ίδια θάλασσα και χύνεται μέσα της, να ενωθούν για άλλη μια φορά, να κοιμηθεί στον κόρφο του βυθού της, μέχρι να φύγει πάλι ταξιδευτής αιώνιος.
Μια γουλιά ακόμη, ένα δάκρυ στο ποτήρι, στο μάγουλο. Απόψε το αλκοόλ, δεν γαληνεύει. Θεριεύει μόνο τα σπλάχνα.
Τα χείλη σφάλισαν, τα χέρια μούδιασαν κι όλα τριγυρίζουν σαν τα πουλιά του Ψηλορείτη μου. Κλείσε με στα βράχια σου, απάτητη κορφή μου.Να μεθύσει ο νους μου άλλη μια φορά, να κοπεί η ανάσα μου.
Δεν ηρεμεί απόψε η ψυχή. Μόνο ταξιδεύει στ΄ανείπωτα μα τόσο ειπωμένα.