Πάλι καλά έφτασα στο κομμωτήριο σχετικά γρήγορα. Η κομμώτρια καθόταν και περίμενε μήπως και πατήσει κανένας το πόδι του. Υπέθεσα πως μετά από όλα αυτά που έδειξαν οι ειδήσεις για εμένα δεν θα έβγαιναν από τα σπίτια τους. Έλεος ρε παιδιά δεν δαγκώνω!
«Γεια σας τι κάνετε;»
«Γεια σου γλυκιά μου. Τι θέλεις να κάνουμε σε αυτά τα υπέροχα μακριά μαλλιά; Περίμενε να
συστηθώ πρώτα. Με λένε Βικτώρια…»
«Χάρηκα για τη γνωριμία κυρία Βικτωρία. Εμένα με λένε Βανέσσα… Εμ βασικά ήρθα να τα βάψω
τα μαλλιά. Σιχαίνομαι το ξανθό και επιτέλους ο πατέρας μου με αφήνει να τα βάψω…»
«Ωραία! Τι χρώμα θες; Κανά ποιο καφέ έτσι;»
«Εμ βασικά, θέλω από τις ρίζες να ξεκινάει ένα μπλε ηλεκτρίκ και όσο πάει να ξανοίγει σε
γαλάζιο… Μπορείτε να το κάνετε αυτό έτσι δεν είναι;»
«Ναι φυσικά, είναι κάπως δύσκολο μα θα βγει τέλειο, το πιστεύω!» Κάτι μου έλεγε πως θα
καταλήξω σαν κλόουν, και δεν ήθελα. Μπλε μαλλιά ήθελα. Αυτό! Τι άλλο χριστέ μου… Ύστερα από καμιά ώρα ήμουν έτοιμη… Δεν είχα κοιταχτεί στον καθρέφτη για να το δω ολοκληρωμένο…
«Ohmygod!..» Δεν μπορούσα να το πιστέψω. «Είναι τέλειο!.. Δεν μπορώ να το πιστέψω. Απλά δεν μπορώ. Σας ευχαριστώ πάρα πολύ κυρία Βικτωρία. Πραγματικά σας ευχαριστώ. Σηκώθηκα και την αγκάλιασα. Πετούσα στα σύννεφα εκείνη την ώρα.
«Τίποτα κούκλα μου, εγώ σε ευχαριστώ που μου έδωσες την ευκαιρία να το δοκιμάσω… Άμα
σου ξεθωριάσει η βαφή έλα από εδώ να στη φτιάξω. Επ, γεια σου Δημήτρη. Που χάθηκες εσύ; Είχαμε πει να έρθεις την προηγούμενη βδομάδα. Αλλά μιας και δεν έχει ψυχή έλα να σε κουρέψω …!»
Εγώ με το που άκουσα πως κάποιος άλλος είχε μπει στο μαγαζί γύρισα να δω ποιος ήταν. Τι να κάνω είμαι περίεργη δεν μπορώ να κάνω τίποτα άλλο. Χμμ, δεν λέει και τίποτα εμφανισιακά. Πρέπει να είναι δύο με τρία χρόνια μεγαλύτερος μου. Δεν είμαι σίγουρη. Από ότι βλέπω με περνάει μισό κεφάλι περίπου και έχει ροκ στυλ. Μια χαρά!…
«Κυρία Βικτωρία πόσο σας χρωστάω;»
«Είναι 35 ευρώ γλυκιά μου.»
«Έχω πενηντάευρω δεν σας πειράζει έτσι;»
«Περίμενε εδώ να πάω να το χαλάσω για να σου φέρω τα ρέστα…»