Ever Since New York

437 27 15
                                    

Καπου στην Νεα Υόρκη

Ο Θορ και ο Λοκι κατεβηκαν στην γη για να ρωτησουν εναν προφήτη για τον χαμο του πατέρα τους. Ο Λοκι ηταν λιγο αδιάφορος, λιγο χαμενος,ειχε χασεί καθε ελπίδα, τον εψαχναν 5 μηνες. Ο πατέρας του ηταν ασφαλής,σίγουρα, απλα ήθελε να τον δει γιατι σε λιγο καιρο ο θάνατος του  θα ηταν γεγονος. Κατέβηκαν λοιπον στην γη, στην πολυσυχναστη Νεα Υόρκη. Με το που έφτασαν, κοριτσακια ζηταγαν αυτόγραφα απο τον Θορ. Τον ενοχλούσε αυτο, εκείνος περναγε απαρατήρητος, άντε να του πουνε για καποιο αυτόγραφο ενω γυρω απο τον αδερφο του χίλιαδες κοριτσια με ενα κινητο στο χερι να βγάλουν μια φωτογραφία. Με αυτες τις σκεψεις καποια στιγμη σταμάτησαν το περπάτημα τους . Δεν ανταλλαξαν κουβέντα. Απο μπροστά τους περνάει μια κοπελα με μακρια καστανά μαλλια αχτενιστα, ατημελητα αλλα σχετικα ισια που έπεφταν απο τον ωμο της κατω στην πλάτη της. Ντυμένη σε ένα σκουρο πράσινο μπλουζακι με ένα τζιν μαυρο σκισμενο και Μια ζακετα μαυρη. Γενικα, στην χρωματικη παλετα του λοκι μπλεκοταν τα χρωματα. Με τα ακουστικα της περασε απο μπροστα τους και τα ματια της και του λοκι συναντήθηκαν. Για πρώτη φορα ενα άτομο δεν κοιταξε πρωτα τον Θορ.
'I met her once and wrote a song about her...'
Είχε δυο πενταγαλανα ματια που εύκολα κανείς τα ταιριαζε με τον ουρανό. Και εκείνος την κοιταξε.
 Καθώς Τους προσπερασε χαμηλωσε το βλεμμα της και χαμογέλασε ελαφρώς. Ο λοκι προσπαθησε να την ακολουθησει. Αλλα ο θορ τον επιασε απο το μαυρο σατεν σακακι του.
'Οχι τωρα'.

'Γαμησε μας ρε barbie' είπε ο Λοκι κοιταζοντας τον με ενα ψυχρο βλέμμα ζήλιας οπου εβγαζε τον πονο που βιωνε καθε φορα που έτρωγε απόρριψη απο τον κοσμο καθως βλεπανε τον αδερφο του.
Δεν κάτσε να το συζητήσει, να του πει ότι εκεινος περιμενε ολα τα κοριτσια που ηθελαν φωτογραφια, αλλα ο αδερφος του δεν αντεχε ουτε 5 λεπτα να περιμένει.

Με ενα βιαστικο βημα την εφτασε ηταν μολις μια αναπνοή πισω της. Μυρισε το αρωμα της. Μυριζε σαν τα δάση αμέσως μετα την βροχή. Μυριζε λιγο πιο πολυ άνθρωπος απο ολους μας.
Την ακούμπησε ελαφρως στον ώμο χωρις να αγγιξει τα κάστανα μαλλια της. Εκεινη γυρισε. Αυτη την στιγμη θα την θυμαται για πάντα. Πως χαθηκε στα πενταγαλανα ματια της που ευκολα εβαφε τους τοίχους των δωματίων του το ιδιο χρωμα.
Ηταν πανέμορφη. Η μύτη ηταν καλυμμένη με πορτοκάλι σημαδια, φακιδες. Αμεσως μετα το βλέμμα του επεσε στα υπεροχα χειλη της. Εκεινα τα σαρκωδη χειλη που με ευκολία φιλαγε μεχρι το επόμενο πρωί.
Ηταν σχετικα ψηλή αλλα οχι αρκετα ψηλή ωστε να τον φτανει.Εύχομαι να μπορουσε να τον ακουσει. Τα ματια του κυλισαν στον λαιμο της. Εναν λεπτο λαιμο σα αυτον που εχουν τα μοντελα να υποστηριζει τελεια το προσωπο της. Μετα γκρεμιστηκε στο μπουστο της. Θα μπορούσε να την αγγίζει ολη του την ζωη. Δεν μπορουσες να την πεις ομορφη, δεν πλησιαζε καν στο ομορφο. Δεν ήταν όμορφη σαν εκεινα τα κοριτσια που ακολουθεί στο Ινσταγκραμ. Δεν ήταν ομορφη σαν τα κοριτσια που βλεπεις στο πορνο σου. Ήταν ομορφη σαν τέχνη. Τωρα κατάλαβε τι εννουσαν. Η εμφανιση της δεν μπορουσε να αρκεστει σε μια τοσο ταπεινωτικη λεξη. Όμορφη.
Η καρδιά του ειχε σταματήσει και προσπαθουσε να θυμηθεί πως ηταν να εχεις καρδιοχτυπι.
Η εικονα παγωσε
Ακουσε μια φωνη υστερα να φωναζει το ονομα του
Λοκι, Λοκι!
Και ξανα
Λοκι, Λοκι!

Τι θες ρε αγόρι μου απο την ζωη μου γαμω;
Είπε και τινάχτηκε απο το κρεβάτι.
Μπροστα του νευρικος ο Θορ να του λεει οτι ειχαν ενα συμβούλιο που προς στιγμην ο Λοκι ξεχασε.
Δεν ακουγε τι ελεγε ο Θορ καθως το μυαλό του ηταν ακόμη στο όνειρο του. Κοιταει αριστερα του και πιανει ενα πρασινο σκουρι βιβλίο. Σημειωνει μια γραμμη δίπλα σε μια σειρά απο αλλες γραμμες. Προσθεσε αλλη μια. 196 γραμμες.Ειναι ποσες φορές βλεπει το ίδιο όνειρο. Απο τοτε στην Νεα Υόρκη που την είδε τελευταία φορά. Το ιδιο ακριβως ονειρο.
Μονο που σημερα έγινε κάτι αλλαξε. Η μορφη της του χαμογελασε. Πρώτη φορα. Αλλες φορες τον κοιταγε με ένα ζεστό βλέμμα.
Μουρμουρισε:
Θορ νιωθω οτι αρχιζω να ξεχναω, να ξεχναω την μορφη της. Πρεπει να την δω.
Είπε με εναν λυγμο που τον ξαναεπνιξε
Έχουν καλύτερες σχεσεις απο τότε που ο πατέρας τους πέθανε.
Αφου δεν κανεις κατι να την βρεις, πήγαινε ρωτα τον Χειερνταλ. Σιγουρα θα ξερει ποια ειναι. Ή ρώτα έναν προφητη. Κατι.
Απαντησε ο Θορ σαν να είναι το πιο ευκολο πράγμα στον κοσμο.
Ύστερα πρόσθεσε παλι
Εγω πάντως σου λεω να την ξεχάσεις, κανεις δεν θα δεχθει την σχεση σας. Εισαι ο Θεος των Ψεμάτων. Ποια θα σε δεχθεί;
Σταμάτησε.
Παω κάτω να εισαι έτοιμος, Λοκι, σε 10 λεπτά.

Τα λόγια του αδερφου του, του στιγματιζαν το μυαλό.
"Ποια θα σε δεχθει;"
"Να την ξεχασεις"
"Ποια θα σε δεχθει;"
"Να την ξεχασεις"
Λες και ηταν δυνατό να την ξεγραψει απο την μνήμη του.

Έβαλε το λευκο του πουκαμισο και ενα μαυρο γιλεκο. Πανω απο μποξερακι του προσθεσε το μαυρο του το παντελόνι. Εφτιαξε τα μαυρα μαλλια του και βγήκε απο την πορτα.
Μπροστά του βρέθηκε ο αδερφος του.

Του λεει ο Λοκι χωρις να τον κοιτάξει στα μάτια.
Φεύγω
Που πας; Εχουμε συμβούλιο!

Ο Λοκι κατεβηκε τα σκαλια και όταν ανοιξε τηβ πορτα να βγει έξω λεει.

Στον Χεειρνταλ.

Στον Χεειρνταλ

¡Ay! Esta imagen no sigue nuestras pautas de contenido. Para continuar la publicación, intente quitarla o subir otra.
Sweet CreatureDonde viven las historias. Descúbrelo ahora