Hoping You'll Come Around.

170 16 4
                                    


//We are just two ghosts standing in a place of you and me//

-Ωχ , τι ειναι παλι;

-Θορ, αυτο το σπιτι.

Ειπε και εδειξε το απεναντι σπιτι απο της Αντιγονης. Ενα μεγαλο, μπεζ σπιτι με καφε λεπτομεριες. Πολλα παραθυρα και με εναν απερηποιητο κηπο.
Μονο τα κοκκινα τριανταφυλλα στο σπιτι της Αντιγονης αλλαζαν το κλιμα. Τριανταφυλλα.

-Λοκι,οχι. Μενει κοσμος.

-Δειχνω σαν να νοιαζομαι;

-Περιμενε! Την ειδες, παει τελειωσε τωρα. Η σχεση σας δεν εχει μελλον. Δεν μπορει να εχει μελλον Λοκι! Δεν ειναι Ασγκαρντιανη. Ο κοσμος θα κρινει Λοκι. Θα κρινει. Και οχι καλα. Δεν θα σε δεχθουν για βασιλια με μια απο αλλον κοσμο. Ειναι αδυνατον.

-Δεν ειναι γιηνη βλακα. Αλλα οτι και να ειναι δεν με νοιαζει. Εγω και τον θρονο θα παρω και εκεινη. Και ο κοσμος ας κρινει.

Ειπε και ο Λοκι εφυγε με ορμητικα βηματα κατευθυνοντας προς στο σπιτι.
Ηταν ακομη ταραγμενος απο τα λογια του αδελφου του.

-Πως κανεις ετσι για μια γκομενα. Και σιγα την γκομενα. Η Τζέιν ειναι πολυ καλυτερη και το ξερεις. Ερωτευμενος ησουν μαζι της και ποτε σου δεν χωνεψες οτι προτιμησε εμενα.

Ειπε ο Θορ. Σαν μαχαιρι φαινοταν τα λογια του στον Θεό των Ψεμματων. Σαν γροθια στο στομαχι και ομως δεν τον ειχε ακουμπησει.

Πριν προλαβει να πει ή να κανει οτιδηποτε ο Θορ εξαφανιστηκε, γυρισε πισω στο Ασγκαρντ. Παραξενο πως ηταν αυτοι οι δυο αδερφια...

[...]

'Γιατι παλι αυτος; Τι στο διαολο;'
Σκεφτηκε καθως την χαζευε πρωι πρωι απο το καφε παραθυρο.
Ηταν ενας νεαρος ,στο υψος της, ξανθος με μπλε σκουρα ματια. Βραχιολια στολιζαν τα χερια του. Της χαμογελουσε και εκεινη τον κοιταζε καταματα, τον κοιταζε τοσο γλυκα. Σημερα ηταν ντυμενη με το μπλε τζιν jacket της που τοσο λατρευει. Να μυριζε το αρωμα της, μπορει να το εχω ξαναπει , αλλα μυριζε σαν το χορταρι μετα την βροχη, μυριζε σαν νυχτες με το αμαξι ενω εχεις βγαλει το κεφαλι σου απεξω.

Καθως προχωρουσαν αυτος απλωσε απαλα το χερι του και την επιασε απο την μεση. Εκεινη τον κοιταξε αβολα και αμηχανα, χαμογελοντας.
Ποναγε . Δεν γινεται σκεφτοταν. Δεν γινεται να καθεται εδω σαν μαλακας και αλλοι να ακουμπανε το δερμα της στην θεση που εκεινος επερπε να ειναι.
Ζηλευε. Ζηλευε την βροχη που την ακουμπαγε στο προσωπο της πιο κοντα απο οτι εκεινος. Ζηλευε το μαξιλαρι της που εχει την ευκαιρια να κοιμαται μαζι της καθε βραδυ.

Sweet CreatureDonde viven las historias. Descúbrelo ahora