11. Ο ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ

410 41 48
                                    

Το πολύ να κατάφερα να κοιμηθώ τρεις ώρες. Το κεφάλι μου με πονούσε καθώς όπως είχε προβλέψει η Σάρα το πρήξιμο θα χειροτέρευε. Μου είχε δώσει ένα παυσίπονο χθες το βράδυ και για μερικές ώρες ήταν μια καλή ανακούφιση. Ο Κάρτερ με πήγε και με έφερε χωρίς πολλές κουβέντες για το τι έγινε μεταξύ μας. Είχε σφραγίσει αυτή την συζήτηση με την σιγουριά του ότι θα με έκανε δική του και δεν εννοούσε μόνο σωματικά. Όταν επέστρεψα στο παλάτι έκανα ένα μπάνιο και συζητήσαμε για λίγο με τους φίλους μου πριν κοιμηθούμε.

Δεν ξέρω ποιος είχε την φαεινή ιδέα να κοιμηθούμε κι οι τέσσερις στο ίδιο κρεβάτι αλλά ήλπιζα να το μετάνιωσε, γιατί εγώ το είχα μετανιώσει. Ο Τσέις είχε πέσει κυριολεκτικά πάνω μου και πέραν του ότι δεν μπορούσα να ανασάνω, δεν μπορούσα να αλλάξω πλευρό. Ήμουν καθηλωμένη σε μια στάση όλο το βράδυ και τον Τσέις να ροχαλίζει πάνω από το αυτί μου.

Ευτυχώς την τελευταία φορά που άνοιξα τα μάτια μου ξύπνησαν κι εκείνοι. Η Μέλανη σηκώθηκε να ανοίξει τις κουρτίνες κι έτσι μπορέσαμε να απλωθούμε.

Ο Τσέις ανασηκώθηκε και με σκούντηξε ελαφρά.

«Εμένα έβλεπες στον ύπνο σου και αναστέναζες όλο το βράδυ;»

«Άρχισες πρωί – πρωί», μουρμούρισε η Μόνι καλύπτοντας το κεφάλι της με το πάπλωμα όταν οι ακτίνες του ήλιο μπήκαν στο δωμάτιο.

«Δεν μπορούσα να δω κανέναν γιατί δεν μπορούσα να κοιμηθώ», του απάντησα βάζοντας τα χέρια μου κάτω από το κεφάλι μου.

«Τόσο πολύ σε αναστάτωσε η παρουσία μου;»

«Όχι. Κοιμόσουν πάνω στο νεφρό μου», αποκρίθηκα και σηκώθηκα με όσο κουράγιο μπόρεσα να βρω.

«Λοιπόν τι θέλετε να κάνουμε σήμερα;», μας ρώτησε η Μέλανη κι έκατσε στην άκρη του κρεβατιού.

Η Μόνι μουρμούρισε κάτι μέσα από τα σκεπάσματα αλλά κανένας δεν μπόρεσε να την ακούσει.

«Για κάμπινγκ να μαντέψω δεν υπάρχει καμία περίπτωση», χλεύασε ο Τσέις.

Για μια στιγμή είχα ξεχάσει το θέμα με τον Έλιοτ. Τα λόγια του Τσέις με χτύπησαν σαν αστραπή. Ένας επικίνδυνος λυκάνθρωπος είχε μπει στην Μόιρα και παραμόνευε σε κάποια γωνιά για να επιτεθεί. Δεν του έδωσα την αμνηστία που ήθελε κι αυτό τον εξαγρίωσε πιο πολύ. Αλλά δεν θα έδινε ποτέ αμνηστία στον δολοφόνο του θείο μου.

«Εσύ τι λες;», η Μέλανη στράφηκε σε μένα. Μιλούσαν οι τρεις τους όσο εγώ συγχρόνιζα το μυαλό μου με τα γεγονότα.

ΚΑΤΩ ΚΟΣΜΟΣ ΙDonde viven las historias. Descúbrelo ahora